ΚΕΠΕ: Σε ύφεση επέστρεψε η οικονομία

Δυσοίωνες είναι οι εκτιμήσεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, στις αρχές του τρίτου τριμήνου του 2015, καθώς υποδεικνύουν την επιστροφή της οικονομίας σε καθεστώς ύφεσης, όπως επιβεβαιώνει στη νέα, μηνιαία έκθεσή του για τον μήνα Ιούλιο το ΚΕΠΕ, η οποία δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.

Όπως τονίζουν οι αναλυτές του ΚΕΠΕ, η δυσμενής μεταστροφή των εκτιμήσεων για τη βραχυπρόθεσμη πορεία της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας βρίσκει τη χώρα εν μέσω:

(α) της σημαντικής επιδείνωσης των οικονομικών δεικτών κατά τους πρόσφατους μήνες.

(β) της αναγκαιότητας θέσπισης και εφαρμογής συγκεκριμένης νομοθεσίας ως προαπαιτούμενου για την έναρξη διαπραγμάτευσης για νέο Μνημόνιο Συνεννόησης με χρηματοπιστωτική συνδρομή από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης, σύμφωνα με τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής για το ευρώ της 12ης Ιουλίου.

(γ) του σφοδρού πλήγματος εξαιτίας των δυσχερειών που προκλήθηκαν από την επιβολή της τραπεζικής αργίας και τους ισχύοντες ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων.

Το προαναφερόμενο ασφυκτικό πλαίσιο, εντός του οποίου καλείται να λειτουργήσει η ελληνική οικονομία, αναμένεται να ασκήσει πολυδιάστατες επιδράσεις σε καίρια πεδία της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας, αλλά και στη λειτουργία, συμμετοχή καθώς και στις δράσεις των κεντρικών συντελεστών της οικονομίας.

Μία από τις προϋποθέσεις επιτυχίας των όποιων στρατηγικών εξορθολογισμού, αναδιάρθρωσης και εξυγίανσης είναι η εξασφάλιση βιώσιμων συνθηκών σε πεδία όπως η εγχώρια αγορά εργασίας, η οποία πλήττεται ήδη ισχυρά, όπως καταδεικνύουν τα σχετικά στοιχεία για τα βασικά μεγέθη της απασχόλησης και της ανεργίας.

Από την πλευρά των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών ως βασικών συντελεστών της οικονομίας, τα όποια μέτρα και δράσεις πολιτικής πρέπει να συνάδουν με την ενίσχυση της υγιούς εγχώριας επιχειρηματικής δραστηριότητας, σε συνάρτηση κυρίως με το μέγεθος και το αντικείμενο των επιχειρήσεων, αλλά και να εφαρμόζονται με τρόπο αποτελεσματικό ώστε να διασφαλίζεται η αποδοτικότητά τους, κυρίως στις περιπτώσεις που αφορούν σε περαιτέρω επιβαρύνσεις, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση της φορολογίας.

Η εικόνα της ελληνικής οικονομίας έχει επηρεαστεί καθοριστικά από τις επιπτώσεις της μη ολοκλήρωσης του δεύτερου προγράμματος οικονομικής πολιτικής (Ιούνιος 2015), στο πλαίσιο του Μηχανισμού Στήριξης ΕΕ/ΕΚΤ/ΔΝΤ, αλλά και της τραπεζικής αργίας, με τον παράλληλο έλεγχο στην κίνηση των κεφαλαίων, που ακολούθησε την απόφαση για τη διενέργεια του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου.

Οι αρνητικές αυτές επιπτώσεις υπογραμμίζονται και από το ΔΝΤ στο World Economic Outlook Update του Ιουλίου του 2015, όπου αναφέρεται ότι, παρ’ όλο που σε πολλές οικονομίες της Ευρωζώνης οι εκτιμήσεις για την οικονομική ανάπτυξη έχουν αναθεωρηθεί επί τα βελτίω, στην Ελλάδα οι επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα από τις τρέχουσες εξελίξεις μπορεί να επιβαρύνουν τις πρόσφατες εκτιμήσεις για την ελληνική οικονομία.

Όσον αφορά τις πρόσφατες εκτιμήσεις, σύμφωνα με το βασικό σενάριο του Preliminary Draft Debt Sustainability Analysis για την Ελλάδα του ΔΝΤ του Ιουνίου του 2015, ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας εκτιμάται ότι θα είναι 0,0% το 2015, ενώ για την επόμενη χρονιά προβλέπεται ρυθμός ανάπτυξης 2,0%.

Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο έγγραφο που αφορά το αίτημα της Ελλάδας για νέα χρηματοδοτική αρωγή αναφέρει ότι το 2015 η ελληνική οικονομία θα επιστρέψει σε ύφεση, η οποία εκτιμάται οτι θα διαμορφωθεί μεταξύ -2% και -4%.

Κατά το πρώτο τρίμηνο του 2015, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ και με βάση τα διαθέσιμα εποχικά διορθωμένα στοιχεία, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) της χώρας παρουσίασε, σε όρους όγκου, μείωση κατά 0,2% σε σχέση με το τέταρτο τρίμηνο του 2014, ενώ σε σύγκριση με το πρώτο τρίμηνο του 2014 παρουσίασε αύξηση 0,4% έναντι της αύξησης 0,3% που είχε υπολογιστεί στην πρώτη εκτίμηση του πρώτου τριμήνου, η οποία είχε ανακοινωθεί το Μάιο του 2015.

Ο δείκτης οικονομικού κλίματος τoν Ιούνιο του 2015, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, επιδεινώθηκε περαιτέρω, σε σχέση με τoυς προηγούμενους μήνες. Συγκεκριμένα, ο εν λόγω δείκτης τον Ιούνιο διαμορφώθηκε στις 90,7 μονάδες από 91,4 το Μάιο.

Η εξέλιξη αυτή, σύμφωνα και με το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), αποδίδεται στην έντονη επιδείνωση των επιχειρηματικών προσδοκιών σε όλους τους τομείς, αλλά και στη νέα υποχώρηση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης.

Η εικόνα συρρίκνωσης στη βιομηχανία διατηρείται.

Αναφορικά με τη ρευστότητα του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, οι πιεστικές συνθήκες των προηγούμενων μηνών συνεχίστηκαν και το Μάιο του 2015, καθώς συνεχίστηκε η τάση μείωσης των καταθέσεων.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, στο τέλος του Μαΐου του 2015 το σύνολο των καταθέσεων και repos στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα διαμορφώθηκε στα 170,5 δισ. ευρώ από 174,7 δισ. ευρώ τον Απρίλιο, αλλά και 213,3 δισ. ευρώ που ήταν στο τέλος Νοεμβρίου του 2014.

Έτσι, μόνο το μήνα Απρίλιο σημειώθηκε μία μείωση 4,2 δισ. ευρώ, ενώ την περίοδο Νοεμβρίου 2014-Απριλίου 2015 η μείωση καταθέσεων και repos στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα διαμορφώθηκε στα 42,8 δισ. ευρώ ή 20,1%.

Αυτή η μείωση κατά 42,8 δισ. ευρώ οφείλεται, κυρίως, στη μείωση των καταθέσεων εγχώριων επιχειρήσεων και νοικοκυριών, οι οποίες την περίοδο Νοεμβρίου 2014-Μαΐου 2015 περιορίστηκαν κατά 34,4 δισ. ευρώ, φτάνοντας στο τέλος του Μαΐου τα 129,9 δισ. ευρώ.

Η αύξηση των πιέσεων στη ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος, οδήγησε στην περαιτέρω αξιοποίηση της αρωγής του Ευρωσυστήματος, και δη, του Έκτακτου Μηχανισμού Παροχής Ρευστότητας.

Η επιδείνωση του επενδυτικού κλίματος, λόγω των ευρύτερων εξελίξεων και συνθηκών στη χώρα αποτυπώθηκε τον Ιούνιο και στα επίπεδα του spread των 10ετών ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου (σε σχέση με το γερμανικό), τα οποία καθ’ όλη τη διάρκεια του Ιουνίου κατέγραψαν μία σημαντική αυξητική πορεία.

 

ΦΠΑ

 

Ο ΦΠΑ είναι από τις σημαντικότερες πηγές εσόδων για το ελληνικό κράτος. Για το 2012 τα έσοδα από ΦΠΑ αντιστοιχούσαν στο 21,2% των συνολικών εσόδων από φόρους (συμπεριλαμβανομένων και των ασφαλιστικών εισφορών). Παρά το γεγονός αυτό και τις αυξημένες ανάγκες της χώρας εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, η αποδοτικότητα είσπραξης του ΦΠΑ, όπως μετρείται διεθνώς με βάση τον Δείκτη Εσόδων ΦΠΑ (VRR) και το Έλλειμμα ΦΠΑ (VAT Gap), είναι εξαιρετικά περιορισμένη.

Η Ελλάδα, συγκρινόμενη τόσο με τις χώρες του ΟΟΣΑ και της ΕΕ όσο και με μεμονωμένες χώρες που επίσης αντιμετώπισαν έντονη οικονομική κρίση (Ισπανία και Πορτογαλία), έχει

από τις χειρότερες επιδόσεις.

Επιπροσθέτως, αν και η οικονομική κρίση φαίνεται να μείωσε ακόμα περισσότερο την ικανότητα του κρατικού μηχανισμού να συλλέγει τον ΦΠΑ10, η Ελλάδα και πριν την κρίση αντιμετώπιζε παρόμοιο πρόβλημα.

Είναι επομένως επιβεβλημένο, στα πλαίσια της προσπάθειας της χώρας να βγει από την οικονομική κρίση και να μπει σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης, όχι μόνο να βελτιωθεί ο τρόπος είσπραξης του ΦΠΑ, ώστε να καταστεί περισσότερο αποτελεσματικός, αλλά να αλλάξει και η φορολογική συνείδηση των πολιτών.

Η βασικότερη ίσως οδός προκειμένου να αλλάξει η νοοτροπία των πολιτών είναι να αποκτήσουν οι πολίτες εμπιστοσύνη προς το κράτος που διαχειρίζεται τα χρήματα από τους φόρους που πληρώνουν.

Η δημιουργία ή η βελτίωση της φορολογικής συνείδησης των πολιτών είναι μία μακροχρόνια διαδικασία και προϋποθέτει μία σειρά από σημαντικές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές στην ίδια τη λειτουργία του κράτους και στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τους φορολογούμενους πολίτες.

Η εφαρμογή ενός δίκαιου φορολογικού συστήματος, που σημαίνει τόσο δίκαιη κατανομή φορολογικών βαρών όσο και δίκαιη «δημοσιονομική ανταλλαγή», δηλαδή το κράτος προσφέρει τα δημόσια αγαθά που οι πολίτες πιστεύουν ότι αντιστοιχούν στους φόρους που πληρώνουν, μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στη δημιουργία φορολογικής συνείδησης.

Επίσης η επιβράβευση της εντιμότητας και τα θετικά κίνητρα για φορολογική συμμόρφωση μπορούν να συμβάλλουν προς την ίδια κατεύθυνση.

Επομένως, η φορολογική συνείδηση βασίζεται στην εμπιστοσύνη των πολιτών προς το κράτος, ένα κράτος όμως που διέπεται από τις αρχές του δικαίου και της διαφάνειας, όπου οι θεσμοί λειτουργούν και οι πολίτες έχουν λόγο.

Exit mobile version