Προτάσεις για την ενίσχυση της παραγωγικότητας στην ευρωπαϊκή περιφέρεια παρέχει η μελέτη Νο 82 του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) με τίτλο “Agglomeration Economies and Productivity in the EU Regions”. Αναλυτικά, τα αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν ότι το μέσο επίπεδο τεχνικής αποτελεσματικότητας των ευρωπαϊκών περιφερειών παρέμεινε ουσιαστικά το ίδιο (περίπου 80%) κατά τη διάρκεια της περιόδου 2010-2016. Παρατηρούνται ορισμένες σημαντικές ανισότητες, αφού Περιφέρειες της Κεντροδυτικής και της Βόρειας Ευρώπης είχαν τιμές αποτελεσματικότητας άνω του 90%, σε σύγκριση με τις πολύ λιγότερο αποτελεσματικές περιφέρειες της Ανατολικής και της Νότιας Ευρώπης.
Επιπλέον, παρατηρούνται σημαντικά διαπεριφερειακά χάσματα παραγωγικότητας εντός συγκεκριμένων χωρών, όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιταλία, την Ισπανία και την Ελλάδα.
Η αποτελεσματικότητα όλων των ελληνικών Περιφερειών, η οποία κατά μέσο όρο κυμάνθηκε στο 54% κατά την περίοδο 2010-2016, υπολείπεται σημαντικά έναντι της μέσης τιμής αποτελεσματικότητας των υπολοίπων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η μέγιστη τιμή αποτελεσματικότητας (66%), η οποία αντιστοιχούσε στην Αττική, ήταν άνω των 20 ποσοστιαίων μονάδων υψηλότερη από την ελάχιστη τιμή αποτελεσματικότητας (44%), η οποία αντιστοιχούσε στην Πελοπόννησο και αποτελούσε την 8η χαμηλότερη τιμή αποτελεσματικότητας σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση (το 2016). Η Κεντρική Μακεδονία και οι νησιωτικές περιφέρειες του Νοτίου Αιγαίου, της Κρήτης, του Βορείου Αιγαίου (το 2010) και των Ιονίων Νήσων (το 2016) είχαν τιμές αποτελεσματικότητας άνω του μέσου όρου της χώρας.
Επίσης, εντοπίζονται σημαντικές διαφορές στη διαχρονική εξέλιξη της αποτελεσματικότητας μεταξύ των περιφερειών, υποδεικνύοντας την ύπαρξη μιας διαδικασίας σύγκλισης πολλαπλών ταχυτήτων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η διαδικασία αυτή κυρίως αντανακλά την επιβράδυνση της παραγωγικότητας στις πιο ανεπτυγμένες χώρες/περιφέρειες και την πορεία κάλυψης της υστέρησης που εμφανίζουν οι οικονομίες των χωρών/περιφερειών της Ανατολικής Ευρώπης.
Τα ευρήματα δείχνουν ότι η σχέση μεταξύ των οικονομιών συσσώρευσης και της αποτελεσματικότητας είναι πολύπλοκη και εξαρτώμενη από το χωρικό πλαίσιο της ανάλυσης. Από τη μία πλευρά, η περιφερειακή αποτελεσματικότητα επηρεάζεται θετικά από τον ρυθμό αύξησης της γεωγραφικής διάχυσης της ανάπτυξης χρήσεων γης πέρα από ένα σημείο, τη λειτουργική συγκέντρωση των χρήσεων γης καθώς και την τομεακή συγκέντρωση των οικονομικών δραστηριοτήτων, την προαγωγή του ανθρώπινου κεφαλαίου και την ενίσχυση της πρόσβασης σε αγορές (και άλλων μεγεθών γεωγραφικής κεντρικότητας). Από την άλλη πλευρά, σημαντικές πηγές αναποτελεσματικότητας αποτελούν ο ρυθμός αύξησης της πυκνότητας εργασίας πέρα από ένα σημείο, υποδεικνύοντας επιδράσεις συμφόρησης, και ο αυξημένος βαθμός εξειδίκευσης εργασίας, σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο βαθμό εξειδίκευσης εργασίας.
Όπως σημειώνεται, η κατάλληλη αξιοποίηση οικονομιών χωρικής συσσώρευσης, η βελτίωση της συνδεσιμότητας −μέσω στρατηγικών επενδύσεων σε φυσικές υποδομές− και η προαγωγή του ανθρώπινου κεφαλαίου αποτελούν κρίσιμους παράγοντες για τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη συνοχή των ευρωπαϊκών περιφερειών.
Για τον σκοπό αυτό, ο σχεδιασμός και η υλοποίηση επενδυτικών προγραμμάτων και περιφερειακών-τομεακών σχεδίων οφείλει να εμπεριέχει εργαλεία πολιτικής που θα λειτουργούν συνεργατικά μεταξύ τους.
Όπως σημειώνεται, σημαντικά οφέλη αποδοτικότητας μπορούν να προκύψουν για την Ελλάδα από τον ολοκληρωμένο χωρικό σχεδιασμό για τη διαχείριση της αστικοποίησης και των επενδύσεων υψηλής έντασης γης σε περιφερειακό επίπεδο.
Τέλος, η μελέτη υπογραμμίζει ορισμένες μεγάλες προκλήσεις στην άσκηση πολιτικών σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο κατά την προγραμματική περίοδο 2021-2027. Μεταξύ αυτών είναι η συμπερίληψη στόχων και κριτηρίων που ευνοούν την αύξηση της παραγωγικότητας και αποτελεσματικότητας, τη μείωση των τεχνολογικών χασμάτων, και την επιτάχυνση της σύγκλισης των περιφερειών, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Οι προτάσεις πολιτικής είναι επιπλέον συναφείς με σύγχρονες ή μελλοντικές εξελίξεις που αναμένεται να επηρεάσουν σημαντικά την παραγωγικότητα των περιφερειών, είτε μέσω της ανακατανομής των χρήσεων γης για δραστηριότητες γεωργίας, βιομηχανίας, υπηρεσιών και στέγασης, είτε μέσω της αναδιοργάνωσης αλυσίδων αξίας. Μεταξύ άλλων, οι εξελίξεις αυτές σχετίζονται με τεχνολογικές καινοτομίες (π.χ., αυτόνομα οχήματα, προηγμένες τεχνολογίες μεταποίησης, τηλεργασία) και δράσεις για την αποτροπή ή τον έλεγχο της εξάπλωσης μεταδοτικών ασθενειών, όπως η COVID-19, και την ενδυνάμωση της ανθεκτικότητας στην κλιματική αλλαγή.