Την πεποίθηση ότι για να κερδηθεί το στοίχημα της ανάπτυξης στην Ελλάδα, «έχει τεράστια σημασία να ιδρυθεί ανεξάρτητο παρατηρητήριο παρακολούθησης και αξιολόγησης της δημόσιας πολιτικής, ιδίως δε της αναπτυξιακής», εξέφρασε απ’ τη Θεσσαλονίκη η Λούκα Κατσέλη, μιλώντας σε εκδήλωση του συλλόγου βόρειας Ελλάδος των Αποφοίτων Αμερικανικών Πανεπιστημίων και της δεξαμενής σκέψης «Νέο Ρεύμα-Νέο Όραμα» του επιχειρηματία Ν. Φιλίππου.
«Αν δεν υπάρχει παρακολούθηση και αξιολόγηση δεν υπάρχει μνήμη στο σύστημα […] και τότε ο επόμενος αρχίζει από την αρχή» σημείωσε η πρώην πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας. «Αν ρωτήσεις, όχι έναν πολίτη αλλά έναν υπουργό, τι έγινε τα τελευταία έξι χρόνια με την απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων, και τι έχει υλοποιηθεί, δεν μπορεί να σου πει, γιατί κανένας δεν παρακολουθεί την υλοποίηση των πολιτικών. Σε κανένα υπουργείο ή οργανισμό, σε κανένα δημόσιο νοσοκομείο, δεν υπάρχει σύστημα παρακολούθησης της υλοποίησης πολιτικών». «Αν όμως δεν το παρακολουθείς και δεν το αξιολογείς, δεν μπορείς να το επανασχεδιάσεις ή να διορθώσεις τα κακώς κείμενα και οποιαδήποτε αναπτυξιακή σύμπραξη κι αν γίνει, αυτή θα πάει στον αέρα. Αν ήταν να ξεκινούσα από κάπου (σ.σ. για την επίτευξη της ανάπτυξης), το πρώτο πράγμα που θα έκανα θα ήταν η ίδρυση του παρατηρητηρίου» είπε χαρακτηριστικά η κα Κατσέλη. Βασικό ζητούμενο είναι η αναπτυξιακή σύμπραξη των επιχειρήσεων, των τραπεζών και ενός κράτους που θα θέλει να προωθήσει την ανάπτυξη. «Τη σύμπραξη αυτή όμως, πρέπει να τη δομήσουμε. Στεναχωριέμαι που δεν υπάρχει ένα φόρουμ συνεχούς διαλόγου μεταξύ αυτών των τριών πόλων, που είναι καθοριστικοί για την ανάπτυξη. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί δεν μπορούμε να το πετύχουμε, να φέρουμε μαζί τους φορείς σε τοπικό, περιφερειακό κι εθνικό επίπεδο, όχι όμως για ένα συνέδριο, όπου θα γίνονται παράλληλοι μονόλογοι, αλλά για μια συνεργασία με συνέχεια, που παράγει αποτελέσματα» είπε χαρακτηριστικά.
Νωρίτερα η ίδια, διατύπωσε σύμφωνα με τον Αθηναϊκό Πρακτορείο, την εκτίμηση ότι η βιώσιμη ανάπτυξη και ο οικονομικός και παραγωγικός μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας, «δεν μπορούν να γίνουν πράξη με ένα μόνο μέτρο, όπως για παράδειγμα τη μείωση της φορολογίας, ή μόνο με μια πολιτική […] Πουθενά στον κόσμο δεν έχει επιτευχθεί κάτι τέτοιο από ένα μέτρο. Ακούω συχνά ότι πρέπει να μειωθούν οι φόροι. Αν δεν γίνουν όλα τα άλλα όμως, με το να μειώσεις τους φόρους […] δεν θα γίνει τίποτα, γιατί δεν συντρέχουν όλες οι άλλες προϋποθέσεις” σημείωσε η κα Κατσέλη και πρόσθεσε ότι για να επιτευχθεί ο επιθυμητός μετασχηματισμός, χρειάζεται πολύ προσεκτικός συνδυασμός μέτρων οικονομικής πολιτικής, θεσμικών αλλαγών και κοινωνικής πολιτικής.
“Με εξαθλιωμένους πολίτες, η παραγωγικότητα είναι πολύ χαμηλή”
«Η κοινωνική πολιτική είναι αναπόσπαστο κομμάτι της αναπτυξιακής πολιτικής για τον οικονομικό και παραγωγικό μετασχηματισμό. Η μείωση των ανισοτήτων είναι πολύ σημαντικός παράγων αναπτυξιακής πολιτικής, γιατί παίζει σημαντικό ρόλο στην αποταμίευση και στην παραγωγικότητα. Με εξαθλιωμένους πολίτες η παραγωγικότητα είναι πάρα πολύ χαμηλή» σημείωσε η κ. Κατσέλη.
Κατά την ίδια, το αν λεφτά υπάρχουν ή δεν υπάρχουν, «εξαρτάται από το αν έχεις πολιτικές για να υπάρχουν λεφτά». Το θέμα της αναπτυξιακής πολιτικής, πρόσθεσε, είναι πολυδιάστατο – και θα πρέπει τόσο οι διαμορφωτές πολιτικής, όσο και οι πολίτες, να καταλάβουν ότι δεν αρκούν ένα ή δύο μέτρα (σ.σ. για την ανάπτυξη), αλλά «χρειάζεται συνδυασμός μέτρων και πολιτικών για να στηριχθεί ο οικονομικός και παραγωγικός μετασχηματισμός και να υπάρχει συνέχεια, αντί του μπρος πίσω».
Το παράδειγμα των συγχωνεύσεων στα δικαστήρια
Για το κομμάτι των θεσμικών αλλαγών, η κ. Κατσέλη ανέφερε χαρακτηριστικά το παράδειγμα των συγχωνεύσεων των δικαστηρίων και των εφοριών, σημειώνοντας ότι στα πρώτα σημειώθηκε μείωση αποδοτικότητας και αύξηση κόστους. Για παράδειγμα, ο χρόνος για την εκδίκαση αστικών και εμπορικών διαφορών πρωτοβάθμια, αυξήθηκε στις 460 ημέρες το 2012 από 190 το 2010, ενώ ο αριθμός των αστικών και εμπορικών υποθέσεων που εκκρεμούσαν ανά κάτοικο, έφτασαν τις 4,3 από 1,7 το 2010, πριν από τις συγχωνεύσεις.
Την ίδια ώρα, το παράβολο για την άσκηση έφεσης αυξήθηκε στα 200 ευρώ το 2012 από μηδενικό το 2010, ενώ εκείνο για την άσκηση αναίρεσης έφτασε από το μηδέν στα 300 ευρώ σε δύο χρόνια.
«Όταν έχεις μια θεσμική πολιτική, αυτό που πρέπει να σε ενδιαφέρει κυρίως είναι να μετρήσεις την αποτελεσματικότητα […] Αν θέλουμε να προωθήσουμε έναν οικονομικό και παραγωγικό μετασχηματισμό, τα κριτήριά μας πρέπει να έχουν σχέση με την αποδοτικότητα της πολιτικής» σημείωσε η κ. Κατσέλη, και κατέληξε: «Αν συνειδητοποιήσουμε ότι χρηματοδότηση και πολιτικές πάνε μαζί, ότι υπάρχει αμφίδρομη διαδικασία, αν μπορέσουμε για κάθε κύρια εμπλοκή που αντιμετωπίζουμε να επικεντρώσουμε το ενδιαφέρον μας σε κάποια έργα και να συνεννοηθούμε μεταξύ μας, το στοίχημα της ανάπτυξης μπορεί να κερδηθεί».