Νέα δεδομένα για τους εργαζόμενους που αμείβονται με κατώτατο μισθό.
Όπως αναφέρεται στο σχέδιο νόμου του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης που είναι σε δημόσια διαβούλευση έως τις 21 Νοεμβρίου, ο μισθός για τον νεοεισερχόμενο στο δημόσιο τομέα από την 1η Ιανουαρίου του 2026 θα αυξάνεται ισόποσα με τον κατώτατο μισθό στον ιδιωτικό τομέα.
Στο νομοσχέδιο αυτό ενσωματώνεται στο εθνικό δίκαιο η Οδηγία (Ε.Ε.) 2022/2041 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 2022 για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση – Αναπροσαρμογή μισθών προσωπικού δημοσίου τομέα – Ρυθμίσεις για τον καθορισμό κατώτατου μισθού για τα έτη 2025, 2026 και 2027.
Τι θα ισχύσει από το 2025
Απομειωμένη κατά την υφιστάμενη στις 31 Δεκεμβρίου του 2024 διαφορά μεταξύ του βασικού μισθού του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα θα καταβληθεί το 2025 η προσαύξηση στους δικαιούχους.
Υπενθυμίζεται πως σήμερα στον δημόσιο τομέα ο βασικός μισθός είναι αυξημένος κατά 20 ευρώ σε σχέση με τον ιδιωτικό τομέα. Δηλαδή ο βασικός μισθός στο δημόσιο σήμερα διαμορφώνεται στα 850 ευρώ μεικτά ενώ στον ιδιωτικό τομέα είναι στα 830 ευρώ μεικτά. Εάν λοιπόν επικρατήσει το σενάριο και αυξηθεί κατά 40 ευρώ ο κατώτατος μισθός του ιδιωτικού τομέα και διαμορφωθεί στα 870 ευρώ μεικτά από 830 ευρώ μεικτά που είναι σήμερα, τότε ο νεοεισερχόμενος θα πάρει τα 20 ευρώ προκειμένου ο μισθός να εξισωθεί και να ξεκινήσει από το 2026 η ισόποση αύξηση. Σημειώνεται δε πως ο στόχος της κυβέρνησης είναι να διαμορφωθεί ο κατώτατος μισθός στη χώρα μας στα 950 ευρώ έως το 2027.
Mάλιστα σύμφωνα με το σχέδιο νόμου, η διαδικασία με την οποία θα καθοριστεί ο κατώτατος μισθός την περίοδο 2025, 2026 και 2027 θα είναι η ίδια με αυτήν που ισχύει και σήμερα με τη διαφορά ότι εκτός από την επιστημονική επιτροπή θα συσταθεί και επιτροπή διαβούλευσης με ενισχυμένο ρόλο στην οποία θα λάβουν μέρος και οι κοινωνικοί εταίροι και φορείς της οικονομίας (πχ. ΕΛΣΤΑΤ, ΤτΕ). Συνεπώς η διαδικασία για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού τα έτη 2025, 2026 και 2027 θα αρχίσει στις 31 Ιανουαρίου και θα ολοκληρωθεί τέλος Μαρτίου προκειμένου ο νέος αυξημένος μισθός να ισχύσει από την 1η Απριλίου.
Τι θα ισχύσει από το 2028
Ωστόσο από την 1η Ιανουαρίου του 2028 αλλάζει η διαδικασία με την οποία θα καθοριστεί ο κατώτατος μισθός. Ουσιαστικά ο κατώτατος θα διαμορφώνεται με βάση τον μαθηματικό τύπο ο οποίος θα λαμβάνει υπόψη του το ποσοστό του πληθωρισμού, κυρίως για τα νοικοκυριά στο χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κλίμακας αλλά και την αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας. Σύμφωνα λοιπόν με το νέο σύστημα, από τις 31 Αυγούστου θα γίνει η έναρξη των εργασιών της επιτροπής διαβούλευσης και η σχετική διαδικασία θα ολοκληρώνεται στο τέλος του έτους προκειμένου ο νέος μισθός να ισχύει από την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους.
Επίσης επισημαίνεται πως η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης θα εκδώσει σχέδιο δράσης για την αύξηση του ποσοστού των εργαζομένων που καλύπτονται από Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας.
Υπενθυμίζεται πως η κοινοτική οδηγία που θα ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο αναφέρει πως στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να αυξηθεί στο 80% το ποσοστό κάλυψης των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις. Ενώ στην Ελλάδα μόνο το 25% με 30% των εργαζομένων καλύπτεται από συλλογική σύμβαση εργασίας.
Τα άρθρα του νομοσχεδίου
Αναλυτικά:
Στο άρθρο του 14 του νομοσχεδίου με τίτλο” Αναπροσαρμογή βασικών μισθών προσωπικού δημόσιου τομέα” επισημαίνονται τα εξής:
«1. Από το έτος 2026 και εξής, οι βασικοί μισθοί των μισθολογικών κλιμακίων του προσωπικού του δημόσιου τομέα, όπως αυτοί έχουν διαμορφωθεί την 31η.12.2025, βάσει των άρθρων 9
και 14 του Κεφαλαίου Β΄ του ν. 4354/2015 (Α΄ 176), του άρθρου 20 του ν. 5045/2023 (Α΄ 136) καθώς και της παρ. 3 του παρόντος, προσαυξάνονται ισόποσα με την εκάστοτε ονομαστική αύξηση του κατώτατου μισθού της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 134 του Κώδικα Ατομικού Εργατικού Δικαίου (π.δ. 80/2022, Α΄ 222) κατά τον χρόνο υλοποίησης αυτής. Δικαιούχοι της προσαύξησης είναι όσοι εμπίπτουν στις κατηγορίες προσωπικού των παρ. 1 και 2 του άρθρου 20 του ν. 5045/2023.
2. Η προσαύξηση της παρ. 1 είναι σταθερή και προστίθεται στους βασικούς μισθούς κάθε κατηγορίας προσωπικού, χωρίς να επηρεάζεται ο τρόπος με τον οποίο αυτοί διαμορφώνονται βάσει των εκάστοτε εφαρμοζόμενων διατάξεων.
3. Ειδικά για το έτος 2025, η προσαύξηση της παρ. 1 καταβάλλεται στους δικαιούχους, απομειωμένη κατά την υφιστάμενη στις 31.12.2024 διαφορά μεταξύ του βασικού μισθού του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4354/2015, όπως έχει διαμορφωθεί κατά την ανωτέρω ημερομηνία, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 20 του ν. 5045/2023, και του κατώτατου μισθού της περ. α της παρ. 1 του άρθρου 134 του Κώδικα Ατομικού Εργατικού Δικαίου.
4. Η ανωτέρω προσαύξηση δεν συμψηφίζεται με τυχόν καταβαλλόμενη προσωπική διαφορά »
Ενώ στο άρθρο 15 του νομοσχεδίου με τίτλο” Διαδικασία καθορισμού επαρκούς νομοθετημένου μισθού και ημερομισθίου για τα έτη 2025, 2026 και 2027 (άρθρα 5 και 6 Οδηγίας (ΕΕ) 2022/2041) – Προσθήκη άρθρου 134Γ στον Κώδικα Ατομικού Εργατικού Δικαίου”
Στον Κώδικα Ατομικού Εργατικού Δικαίου (π.δ. 80/2022, Α΄ 222), προστίθεται άρθρο 134 Γ, ως εξής:
«Άρθρο 134Γ Διαδικασία καθορισμού επαρκούς νομοθετημένου μισθού και ημερομισθίου για τα έτη 2025, 2026 και 2027
Ειδικά για τη διεξαγωγή της διαδικασίας καθορισμού επαρκούς νομοθετημένου μισθού και ημερομισθίου για τα έτη 2025,2026 και 2027, ισχύουν τα εξής:
1. α) Έπειτα από διαβούλευση, που διεξάγεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, καθορίζονται ο νομοθετημένος κατώτατος μισθός και το νομοθετημένο κατώτατο ημερομίσθιο για τα έτη 2025, 2026 και 2027.
β) Ατομικές συμβάσεις εργασίας και συλλογικές συμβάσεις εργασίας κάθε είδους δεν επιτρέπεται να ορίζουν μηνιαίες τακτικές αποδοχές πλήρους απασχόλησης υπολειπόμενες από τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό, ή ημερομίσθιο πλήρους απασχόλησης υπολειπόμενο από το νομοθετημένο κατώτατο ημερομίσθιο, ή την αντίστοιχη προκύπτουσα αναλογία για τις συμβάσεις μερικής απασχόλησης.
2. Το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου καθορίζεται λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και
τις προοπτικές της για ανάπτυξη από την άποψη της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας, των τιμών, των εισοδημάτων και των μισθών, της απασχόλησης και του ποσοστού της ανεργίας, καθώς και την αγοραστική δύναμη του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου και την επάρκειά τους, λαμβανομένου υπόψη του κόστους διαβίωσης, του γενικού επιπέδου των μισθών, της κατανομής και του ρυθμού αύξησής τους. Σε κάθε περίπτωση, η εφαρμογή του παρόντος δεν επιτρέπεται να καταλήγει σε μείωση του νομοθετημένου κατώτατου μισθού ή του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου.
3. α) Συστήνεται Επιστημονική Επιτροπή για τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό, με τριετή θητεία, που αποτελείται από πέντε (5) ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες σε θέματα οικονομίας, συμπεριλαμβανομένων θεμάτων οικονομίας της εργασίας. Η Επιτροπή συγκροτείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και αποτελείται από:
αα) δύο (2) εμπειρογνώμονες, που υποδεικνύει ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, από τους οποίους ο ένας (1) ορίζεται ως Πρόεδρος,
αβ) έναν (1) εμπειρογνώμονα, που υποδεικνύει ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών,
αγ) έναν (1) εμπειρογνώμονα, που υποδεικνύεται από την Τράπεζα της Ελλάδος, που ορίζεται ως Αντιπρόεδρος, και
αδ) έναν (1) εμπειρογνώμονα, που ορίζεται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή.
Η γραμματειακή και διοικητική υποστήριξη της Επιτροπής ανατίθεται στις υπηρεσίες του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (Ο.ΜΕ.Δ.).
β) Τα μέλη της Επιτροπής απολαμβάνουν πλήρους λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας και αποφασίζουν με βάση τον νόμο και τη συνείδησή τους.
γ) Έργο της Επιστημονικής Επιτροπής είναι η διατύπωση πλήρως αιτιολογημένης και τεκμηριωμένης γνώμης ομόφωνα ή κατά πλειοψηφία με αναφορά και της θέσης της μειοψηφίας, σχετικά με:
γα) το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου, το οποίο καθορίζεται λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια της παρ. 2,
γβ) την επιλογή και την εφαρμογή των κριτηρίων για τον καθορισμό και την επικαιροποίηση του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου που προβλέπονται στην παρ. 2,
γγ) την επιλογή και την εφαρμογή ενδεικτικών τιμών αναφοράς για την αξιολόγηση της επάρκειας του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου,
γδ) τη θέσπιση των διαφοροποιήσεων στον νομοθετημένο κατώτατο μισθό και στο νομοθετημένο κατώτατο ημερομίσθιο και των κρατήσεων από αυτούς, που αναφέρονται
στην παρ. 9,
γε) τη συλλογή δεδομένων και την εκπόνηση μελετών και αναλύσεων για την παροχή πληροφοριών στις αρχές και σε άλλα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό και το νομοθετημένο κατώτατο ημερομίσθιο.
4. α) Συστήνεται Επιτροπή Διαβούλευσης για τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό, με τριετή θητεία, η οποία λειτουργεί στον Ο.ΜΕ.Δ.. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του
Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και αποτελείται από:
αα) τον Πρόεδρο του Ο.ΜΕ.Δ ως Πρόεδρο,
αβ) τέσσερις (4) εκπροσώπους της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος (Γ.Σ.Ε.Ε.) και λοιπών δευτεροβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων, κλαδικών ή ομοιοεπαγγελματικών,
που εκπροσωπούν εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα σε εθνικό επίπεδο που προτείνονται από τη Γ.Σ.Ε.Ε.,
αγ) έναν (1) εκπρόσωπο της Ανώτατης Διοίκησης Ενώσεων Δημοσίων Υπαλλήλων (Α.Δ.Ε.Δ.Υ.),
αδ) έναν (1) εκπρόσωπο του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (Σ.Ε.Β.),
αε) έναν (1) εκπρόσωπο της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών, Βιοτεχνών, Εμπόρων Ελλάδος (Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε.),
αστ) έναν (1) εκπρόσωπο της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας
(Ε.Σ.Ε.Ε.),
αζ) έναν (1) εκπρόσωπο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (Σ.Ε.Τ.Ε.) και
αη) έναν (1) εκπρόσωπο του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (Σ.Β.Ε.).
Η γραμματειακή και διοικητική υποστήριξη της Επιτροπής ανατίθεται στις υπηρεσίες του Ο.ΜΕ.Δ..
β) Οι φορείς που εκπροσωπούνται στην Επιτροπή Διαβούλευσης υποδεικνύουν τους εκπροσώπους τους μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από τη σχετική έγγραφη πρόσκληση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Αν δεν υποδειχθούν μέσα στην προθεσμία αυτή, η Επιτροπή συγκροτείται και συνεδριάζει νόμιμα με τα λοιπά μέλη έως την υπόδειξη και τον διορισμό εκπροσώπων.
γ) Έργο της Επιτροπής Διαβούλευσης είναι να διατυπώνει πλήρως αιτιολογημένη και τεκμηριωμένη γνώμη, ομόφωνα ή κατά πλειοψηφία, με αναφορά και της θέσης της μειοψηφίας για τα θέματα που αναφέρονται στην περ. γ της παρ. 3.
5. Οι γνώμες της Επιστημονικής Επιτροπής και της Επιτροπής Διαβούλευσης για τα θέματα των υποπερ. γβ), γγ), γδ) και γε) της περ. γ της παρ. 3, διαβιβάζονται από τον Πρόεδρο του Ο.ΜΕ.Δ. στους Υπουργούς Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών. Ως προς τις γνώμες που αφορούν την υποπερ. γα) της περ. γ’ της παρ. 3 ακολουθείται η διαδικασία των παρ. 6, 7 και 8.
6. α) Ο Πρόεδρος του Ο.ΜΕ.Δ, ως Πρόεδρος της Επιτροπής Διαβούλευσης:
αα) εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου του μηνός Ιανουαρίου κάθε έτους, αποστέλλει έγγραφη πρόσκληση προς εξειδικευμένους επιστημονικούς και ερευνητικούς φορείς, όπως η Τράπεζα της Ελλάδος (Τ.τ.Ε.), η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ), η Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης (Δ.ΥΠ.Α.), το Ινστιτούτο Εργασίας της Γ.Σ.Ε.Ε./Α.Δ.Ε.Δ.Υ. (ΙΝΕ Γ.Σ.Ε.Ε./Α.Δ.Ε.Δ.Υ.),
το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε., το Ίδρυμα Βιομηχανικών και Οικονομικών Ερευνών (Ι.Ο.Β.Ε), το Ινστιτούτο του Σ.Ε.Τ.Ε (ΙΝ.ΣΕΤΕ), το Κέντρο Προγραμματισμού και
Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας (Ο.ΜΕ.Δ.), το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (IN. ΕΜ.Υ.-ΕΣΕΕ), να συντάξουν έκθεση προς υποβολή έως την 25η Ιανουαρίου κάθε έτους, για την αξιολόγηση του ισχύοντος νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου με προτάσεις για την αναπροσαρμογή τους, με βάση τα κριτήρια της παρ. 2 και με πλήρη τεκμηρίωση αυτών,
αβ) έως την 31η Ιανουαρίου κάθε έτους, σχηματίζει φάκελο με τις ανωτέρω εκθέσεις των εξειδικευμένων επιστημονικών και ερευνητικών φορέων και τον αποστέλλει προς την Επιστημονική Επιτροπή και την Επιτροπή Διαβούλευσης για την έκφραση γνώμης σε σχέση με την αναπροσαρμογή των εκάστοτε ισχυόντων νομοθετημένων κατώτατων μισθών και ημερομισθίων, με βάση τα κριτήρια της παρ. 2 και με πλήρη τεκμηρίωση αυτών,
αγ) έως τη 15η Φεβρουαρίου κάθε έτους, διαβιβάζει τις γνώμες της Επιστημονικής Επιτροπής και της Επιτροπής Διαβούλευσης, καθώς και όλες τις εκθέσεις των εξειδικευμένων
επιστημονικών και ερευνητικών φορέων, στο Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕ.Π.Ε.), προς σύνταξη του πορίσματος διαβούλευσης από αυτό, σε συνεργασία με την Επιστημονική Επιτροπή. Το πόρισμα διαβούλευσης σχετικά με τις δυνατότητες αναπροσαρμογής του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου περιέχει ιδίως τεκμηρίωση ως προς τα κριτήρια της παρ. 2, τη συστηματική καταγραφή των απόψεων των κοινωνικών εταίρων, όπως διατυπώνονται στη γνώμη της Επιτροπής Διαβούλευσης, τα σημεία συμφωνίας και διαφωνίας τους. Η γνώμη που διατυπώνεται στο Πόρισμα Διαβούλευσης μπορεί να αποκλίνει από τις γνώμες της Επιστημονικής Επιτροπής και της Επιτροπής Διαβούλευσης και τις εκθέσεις που υποβάλλονται από τους λοιπούς φορείς,
β) έως την 28η Φεβρουαρίου κάθε έτους, ολοκληρώνεται το πόρισμα διαβούλευσης και διαβιβάζεται αμελλητί στον Πρόεδρο του Ο.ΜΕ.Δ., προς διαπίστωση της ολοκλήρωσης της διαδικασίας,
γ) έως την 5 η Μαρτίου κάθε έτους, ο Πρόεδρος του Ο.ΜΕ.Δ. υποβάλλει το πόρισμα διαβούλευσης στους Υπουργούς Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.
7. Το πόρισμα διαβούλευσης, καθώς και όλες οι εκθέσεις, οι γνώμες της Επιστημονικής Επιτροπής και της Επιτροπής Διαβούλευσης, τα υπομνήματα και κάθε άλλο έγγραφο τεκμηρίωσης που αφορά την ανωτέρω διαδικασία, δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.
8. α) Έως τη 15η Μαρτίου κάθε έτους οι Υπουργοί Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών εισηγούνται στο Υπουργικό Συμβούλιο τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό και το νομοθετημένο κατώτατο ημερομίσθιο.
β) Έως το τέλος Μαρτίου, οι Υπουργοί Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, μετά από τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργικού Συμβουλίου, εκδίδουν κοινή απόφαση καθορισμού του νομοθετημένου κατωτάτου μισθού και του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου.
9. Όταν προβλέπονται διαφορετικά επίπεδα νομοθετημένου κατώτατου μισθού και νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου, καθώς και διαφορετικά επίπεδα κρατήσεων επ’ αυτών για συγκεκριμένες ομάδες εργαζομένων, τηρούνται οι αρχές της απαγόρευσης των διακρίσεων και της αναλογικότητας.».
Διαβάστε ολόκληρο το νομοσχέδιο εδώ