Ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας της τάξεως του 1,9% βλέπει για φέτος η ετήσια έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας πολύ χαμηλότερα από την προηγούμενη πρόβλεψη της κεντρικής Τράπεζας και παραμένοντας στα περσινά επίπεδα. Βασικοί μοχλοί ανάπτυξης σύμφωνα με την έκθεση θα παραμείνουν οι εξαγωγές και η ιδιωτική κατανάλωση.
Ωστόσο, προκειμένου να καλυφθούν οι μεγάλες απώλειες που υπέστη η ελληνική οικονομία σε όρους προϊόντος και απασχόλησης κατά τη μακρά περίοδο της ύφεσης, απαιτούνται ταχύτεροι ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης.
Προειδοποίηση απευθύνει η ΤτΕ και για «ενδεχόμενη εφαρμογή των αποφάσεων της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι οποίες έκριναν αντισυνταγματικές προγενέστερες περικοπές των συντάξεων και την κατάργηση των δώρων των συνταξιούχων, αποτελεί το σημαντικότερο δημοσιονομικό κίνδυνο στο άμεσο μέλλον. Καθώς μάλιστα η χώρα εισέρχεται στον εκλογικό κύκλο, ενισχύονται οι κίνδυνοι επιβράδυνσης της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας και δημοσιονομικής χαλάρωσης, με αποτέλεσμα να επιτείνεται η οικονομική αβεβαιότητα. Ελλοχεύει συνεπώς ο κίνδυνος ανατροπής της σημαντικής προόδου που έχει συντελεστεί μέχρι σήμερα”.
Σύμφωνα με τα όσα δήλωσε ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας “το 2019 σηματοδοτεί την απαρχή μιας νέας πορείας της ελληνικής οικονομίας”, ωστόσο υπογράμμισε στη γενική συνέλευση ότι οι προκλήσεις παραμένουν.
Όσον αφορά στις προκλήσεις, τις εντοπίζει και στο διεθνές περιβάλλον λόγω της επιβράδυνσης του παγκοσμίου εμπορίου λόγω του εντεινόμενου εμπορικού προστατευτισμού ενδέχεται να επιδράσει αρνητικά στην άνοδο των ελληνικών εξαγωγών. Στο εγχώριο περιβάλλον, η αυξημένη αβεβαιότητα για την πορεία των μεταρρυθμίσεων και οι περιορισμοί από την πλευρά της χρηματοδότησης επηρεάζουν αρνητικά τις επενδύσεις. Η υψηλή φορολόγηση τα τελευταία χρόνια περιορίζει την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας, μειώνει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, αναφέρει μεταξύ άλλων.