To νέο δημοσιονομικό πακέτο της Ελλάδας αυξάνει την αβεβαιότητα για
τη μεσοπρόθεσμη στάση πολιτικής της χώρας και αναμένεται να προκαλέσει εντάσεις
με τους Ευρωπαίους πιστωτές της Ελλάδας, αναφέρει ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Fitch σε
ανάλυσή του.
Ο οίκος σημειώνει ότι το κόστος των μέτρων αυτών θα μπορούσε
να φτάσει τα 1,1 δισ. ευρώ (0,6% του ΑΕΠ) το 2019 και σε 3,4 δισ. ευρώ (1,9%
του ΑΕΠ) το 2020, επικαλούμενος δημοσίευμα του ελληνικού Τύπου.
«Ένα δεύτερο δημοσιονομικό πακέτο θα μπορούσε να πέσει στο
τραπέζι, το πιθανότερο μετά τις εκλογές που αναμένονται στις 20 Οκτωβρίου. Θα
περιλαμβάνει την κατάργηση της μείωσης του αφορολόγητου ορίου για τον φόρο εισοδήματος
που θα ίσχυε από τον Ιανουάριο του 2020», προσθέτει.
Ο Fitch τονίζει ότι η
ανακοίνωση του νέου πακέτου έγινε ενόψει των τοπικών/ περιφερειακών εκλογών και
των ευρωεκλογών. «Το θεωρούμε, τουλάχιστον εν μέρει, ως μία προσπάθεια της
κυβέρνησης του Σύριζα να ενισχύσει τη δημοτικότητά της μετά από τρία χρόνια δημοσιονομικής
σύσφιγξης», σημειώνει, προσθέτοντας: «Αν το πακέτο θα οδηγήσει σε μία διαρκή
αλλαγή της δημοσιονομικής στάσης θα εξαρτηθεί εν μέρει από το πώς θα επηρεάσει τις
σχέσεις με τους επίσημους πιστωτές και επίσης από τη σύνθεση του κοινοβουλίου
μετά τις εθνικές εκλογές του Οκτωβρίου».
«Είχαμε υποθέσει ότι είναι πιθανές οι μερικές αναστροφές
πολιτικών, στο πλαίσιο του διαλόγου της Ελλάδας με τους επίσημους πιστωτές της μετά
την ολοκλήρωση του προγράμματος βοήθειας τον Αύγουστο του 2018», σημειώνει ο
οίκος, προσθέτοντας: «Πράγματι, ο προϋπολογισμός του 2019 αντέστρεψε ήδη εν
μέρει ορισμένα μέτρα του προγράμματος, περιλαμβανομένων των μειώσεων στις συντάξεις,
με την έγκριση των πιστωτών. Ωστόσο, οι νέες ανακοινώσεις αποτελούν μία
μεγαλύτερη, ταχύτερη αναστροφή από αυτή που προβλέπαμε».
Ο Fitch σημειώνει ειδικότερα ότι η άρση της μείωσης του αφορολόγητου
ορίου στη φορολογία εισοδήματος θα μπορούσε να κάνει δυσκολότερη για τις μελλοντικές
ελληνικές κυβερνήσεις την αναδιάταξη του μείγματος της δημοσιονομικής πολιτικής
χωρίς να παρεμποδιστεί η δέσμευση για τους δημοσιονομικούς στόχους.
«Τα μέτρα αυξάνουν την αβεβαιότητα για τις βραχυπρόθεσμες
δημοσιονομικές επιδόσεις. Η ισχυρή υπεραπόδοση 4,4% του ΑΕΠ του πρωτογενούς
πλεονάσματος της Ελλάδας το 2018. που ήταν σημαντική υψηλότερη από τον στόχο
του 3,5%, δημιούργησε χώρο για κάποια δημοσιονομική χαλάρωση. Η επίπτωση θα
εξαρτηθεί, επίσης, από τη βραχυπρόθεσμη ώθηση στην αύξηση του ΑΕΠ, η οποία θα
μπορούσε να υπερβεί τις προβλέψεις μας 2,3% για φέτος και 2,2% για το επόμενο
έτος», σημειώνεται.
«Οι εντάσεις μεταξύ της Ελλάδας και των πιστωτών της είναι
πιθανόν να αυξηθούν. Οι συνέπειες δεν είναι ξεκάθαρες, αλλά μία μεγάλη
κλιμάκωση θα μπορούσε να έχει επίπτωση στα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας. Για
παράδειγμα, τα κράτη – μέλη του ESM
(Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας) μπορεί να θέσουν βέτο στα σχέδια της Ελλάδας
για την πρόωρη αποπληρωμή των πιο ακριβών δανείων της από το ΔΝΤ. Θα μπορούσαν,
επίσης, να μπλοκάρουν περαιτέρω εκταμιεύσεις κερδών από τα ελληνικά ομόλογα που
είχαν αγοραστεί στο πλαίσιο προγράμματος της ΕΚΤ, τα οποία προϋποθέτουν τη
συμμόρφωση με δεσμεύσεις πολιτικής», αναφέρει ο οίκος.
«Τέτοια μέτρα θα υπονόμευαν τη βελτίωση της βιωσιμότητας των
δημόσιων οικονομικών, που αντανακλάται στην αναβάθμιση της Ελλάδας από εμάς στο
ΒΒ- με σταθερή προοπτική τον Αύγουστο του 2018. Θα μπορούσαν, όμως, να
εξασθενίσουν το κλίμα στις χρηματοπιστωτικές αγορές και να αυξήσουν το κόστος
χρηματοδότησης, αν και αυτό περιορίζεται από το μεγάλο ταμειακό μαξιλάρι της Ελλάδας
(27 δις. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2018) και τις χαμηλές ακαθάριστες
χρηματοδοτικές ανάγκες», καταλήγει ο Fitch.