Την ανάγκη να δοθεί άμεση προτεραιότητα για αξιοποίηση του «δημοσιονομικού χώρου» και σε μέτρα τόνωσης της εγχώριας αποταμίευσης, επισημαίνει μελέτη του ΙΟΒΕ με θέμα «Ενίσχυση της αποταμίευσης και ανάπτυξη με μοχλό την κεφαλαιαγορά», η οποία παρουσιάστηκε σήμερα σε εκδήλωση που διοργάνωσαν το Χρηματιστήριο Αθηνών, η Ένωση Θεσμικών Επενδυτών και το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών.
Σκοπός της μελέτης είναι η ανάδειξη των προοπτικών που δημιουργούνται για χρηματοδότηση εγχώριων επενδύσεων μέσα από πρωτοβουλίες για την ενδυνάμωση της εγχώριας κεφαλαιαγοράς. Ειδικότερα, εξετάζεται η ευρωπαϊκή εμπειρία για την παροχή φορολογικών κινήτρων για εγχώριες επενδύσεις ιδιωτών, αναπτύσσεται πρόταση για την παροχή κατάλληλων κινήτρων στην Ελλάδα και εκτιμώνται τα οφέλη για την ελληνική οικονομία από την εφαρμογή της.
Ο πρόεδρος του Χρηματιστηρίου Αθηνών, Γιώργος Χαντζηνικολάου, τόνισε ότι «μετά από αρκετά χρόνια δυσκολιών της ελληνικής οικονομίας, είναι πλέον η κατάλληλη στιγμή να ξαναξεκινήσει η ανάπτυξη της κεφαλαιαγοράς. Η έλλειψη επενδύσεων την τελευταία δεκαετία προκάλεσε μεγάλη ανάγκη χρηματοδότησης και η κεφαλαιαγορά μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο στην κάλυψη των αναγκών αυτών. Οι αποταμιεύσεις ωστόσο, αποτελούν προϋπόθεση αναγκαία αλλά όχι ικανή. Θα πρέπει παράλληλα να υπάρξουν εταιρείες υγιείς, με ενδιαφέρον για εισαγωγή στο χρηματιστήριο, ή χρήση κάποιου από τα πολλά επενδυτικά εργαλεία που ήδη διαθέτει το χρηματιστήριο».
Ο διευθύνων σύμβουλος του Χρηματιστηρίου Αθηνών, Σωκράτης Λαζαρίδης, υπογράμμισε: «Χώρες του ευρωπαϊκού νότου έχουν αναλάβει πρωτοβουλίες στήριξης της επενδυτικής δραστηριότητας. Πρόκειται για ένα μοντέλο που εντάσσεται στην ευρύτερη προσέγγιση για ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Κυρίαρχη στόχευση της μελέτης είναι να προσδιορίσει το περιβάλλον που διευκολύνει την αναζωογόνηση και δημιουργία ενός νέου παραγωγικού ιστού στις χώρες που επλήγησαν στα χρόνια της κρίσης».
Από τη πλευρά του ο πρόεδρος της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών, Κίμων Βολίκας, σημείωσε: «Η κεφαλαιαγορά αποτελεί ένα ζωτικό κομμάτι στο οποίο θα πρέπει να δώσει έμφαση η Πολιτεία. Όλοι οι συμμετέχοντες στην κεφαλαιαγορά είναι ανταγωνιστικοί σε διεθνές επίπεδο: το χρηματιστήριο με τα προϊόντα και τις άρτιες υπηρεσίες του, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς με το ισχυρό θεσμικό πλαίσιο και οι Έλληνες επαγγελματίες διαχειριστές με την τεχνογνωσία τους. Αυτό που λείπει είναι η ροή εγχώριων κεφαλαίων, η οποία σε όλες τις αναπτυγμένες οικονομίες έρχεται κυρίως μέσα από το θεσμό pension funds».
Τα βασικά ευρήματα της μελέτης
Την παρουσίαση της μελέτης του ΙΟΒΕ έκαναν ο γενικός διευθυντής του ιδρύματος και καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Νίκος Βέττας και ο επικεφαλής χρηματοοικονομικών ερευνών του ΙΟΒΕ, Γιώργος Γατόπουλος.
Τα βασικά ευρήματα της μελέτης συνοψίζονται ως εξής:
– Για την ανάκαμψη του βιοτικού επιπέδου στην Ελλάδα απαιτούνται σημαντικές νέες επενδύσεις.
– Τα ελληνικά νοικοκυριά καταγράφουν αρνητική αποταμίευση επί σειρά ετών.
– Το «κενό» παραγωγικών επενδύσεων στην Ελλάδα την περίοδο 2000-2018 κυμάνθηκε κατά μέσον όρο σε 2,6% του ετήσιου ΑΕΠ, σωρευτικά περί τα 94 δισεκ. ευρώ.
Σύμφωνα με την μελέτη, είναι κρίσιμο να αναπτυχθεί η αγορά κεφαλαίων και να αξιοποιηθούν περαιτέρω τα εργαλεία της γιατί:
– Η χρηματοδότηση της οικονομίας ήταν παραδοσιακά τραπεζικοκεντρική, αλλά το υψηλό ποσοστό κόκκινων δανείων θέτει περιορισμούς σε νέες δανειοδοτήσεις.
– Το μέγεθος των ελληνικών επενδύσεων σε κινητές αξίες μέσα από θεσμικούς επενδυτές είναι από τα χαμηλότερα στην ΕΕ.
– Τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων που είναι επενδεδυμένα στην κεφαλαιαγορά αντιστοιχούν σε μόλις 8% του ΑΕΠ, το δεύτερο χαμηλότερο ποσοστό στην ΕΕ.
– Η αποταμίευση των νοικοκυριών θα ανακάμψει μέσα από μια ασφαλιστική μεταρρύθμιση μαζί και με στοχευμένα φορολογικά κίνητρα στη βάση καλών πρακτικών της ΕΕ.
Σύμφωνα με τη μελέτη απαιτείται ενίσχυση των κεφαλαιοποιητικών πυλώνων ασφάλισης με:
– Νέα πλήρως κεφαλαιοποιητική επικουρική ασφάλιση.
– Μείωση των ασφαλιστικών εισφορών μεσοσταθμικά κατά 3 π.μ..
– Κίνητρα για προαιρετική κεφαλαιοποιητική ασφάλιση.
Σύμφωνα με την μελέτη τα προτεινόμενα μέτρα ενέχουν διαχειρίσιμο δημοσιονομικό κόστος:
– Μέσο ετήσιο δημοσιονομικό κόστος έως 1,8% του ΑΕΠ κατά την πρώτη πενταετία, μειούμενο στο χρόνο.
– Το ετήσιο κόστος των κινήτρων Α/Κ είναι μικρότερο από 0,05% του ΑΕΠ.
Τα οφέλη
Η ενίσχυση της αποταμίευσης και των επενδύσεων μέσω της κεφαλαιαγοράς δημιουργεί σημαντικά οικονομικά οφέλη:
– Νέα αποθεματικά προς επένδυση έως και 99 δισεκ. μέσα σε 40 χρόνια
– Αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά μ.ο. 6,9 δισεκ. κατ’έτος για τα επόμενα 40 χρόνια. Περισσότεροι πλήρως απασχολούμενοι κατά μ.ο. 81 χιλιάδες άτομα κάθε έτος και μεγαλύτερη συμμετοχή στην αγορά εργασίας κατά 1,5 π.μ..
– Αύξηση της ρευστότητας στην αγορά κεφαλαίου, η οποία την καθιστά περισσότερο ελκυστική στη ξένη αποταμίευση.
– Τα νοικοκυριά γίνονται «συμμέτοχοι» στο εγχείρημα ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας.