IOBE: Αύξηση του ΑΕΠ κατά 754 εκατ. ευρώ θα φέρει η μείωση του ΕΦΚ στο φυσικό αέριο

Η μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο φυσικό αέριο εκτιμάται ότι θα μπορούσε να αυξήσει το ΑΕΠ κατά 754 εκατ. ευρώ και την απασχόληση κατά 12.500 θέσεις εργασίας, σύμφωνα με μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) για την επίδραση από τη μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο φυσικό αέριο στην ελληνική οικονομία.

Όπως προκύπτει από τη μελέτη, σημαντικό μέρος της επίδρασης προέρχεται από την κατάργηση του ΕΦΚ φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή, επειδή το κόστος προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας επηρεάζει το σύνολο των κλάδων οικονομικής δραστηριότητας.

Η συνεισφορά από τη μείωση του ΕΦΚ φυσικού αερίου στη βιομηχανία (ενεργειακή και μη ενεργειακή χρήση) είναι επίσης σημαντική, καθώς παρά το γεγονός ότι η μείωση είναι μικρότερη, ο τομέας της βιομηχανίας εμφανίζει ισχυρά πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που παρουσιάζονται στη μελέτη, η μείωση του συντελεστή θα οδηγήσει σε μείωση των εσόδων από τον ΕΦΚ.

Ωστόσο, τα συνολικά καθαρά έσοδα από φόρους και εισφορές κοινωνικής ασφάλισης θα έχουν τελικά θετικό πρόσημο, λόγω της ανόδου της οικονομικής δραστηριότητας.

Η προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας σε ένα πρότυπο εξωστρεφούς και βιώσιμης ανάπτυξης απαιτεί, μεταξύ άλλων, στοχευμένες παρεμβάσεις στη φορολογία των επιχειρήσεων.

Η μείωση του ΕΦΚ στο φυσικό αέριο, ενδεχομένως μαζί με άλλες παρεμβάσεις στην κατεύθυνση ελάφρυνσης του ενεργειακού κόστους για τις ελληνικές επιχειρήσεις, εντάσσεται στο πλαίσιο αυτό και εκτιμάται ότι θα τονώσει σημαντικά την ελληνική οικονομία, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την προσπάθεια διατήρησης της δημοσιονομικής ισορροπίας, αναφέρεται στη μελέτη.

Εξάλλου, όπως αναφέρεται, ο ΕΦΚ στο φυσικό αέριο εφαρμόστηκε στην Ελλάδα από την 1.9.2011.

Ο συντελεστής του καθορίστηκε σε 1,5 ευρώ ανά GJ Μικτής Θερμογόνου Δύναμης (5,4 €/MWh) για όλες τις χρήσεις.

Το επίπεδο του συντελεστή είναι δεκαπλάσιο από το ελάχιστο που ορίζει η Οδηγία 2003/96/ΕΚ για τη θερμική επιχειρηματική χρήση και πενταπλάσιο έναντι του ελάχιστου συντελεστή για τη μη επιχειρηματική χρήση.

Στη φορολογική βάση υπολογισμού του φόρου εντάσσεται και η κατανάλωση φυσικού αερίου για μη ενεργειακούς σκοπούς (ως πρώτη ύλη στη βιομηχανία), κάτι που δεν προβλέπεται στην Οδηγία 2003/96, όπως και οι καταναλώσεις φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή, οι οποίες σύμφωνα με την Οδηγία δεν υποχρεούνται σε επιβολή ΕΦΚ και απαλλάσσονται στην πλειονότητα των κρατών μελών της ΕΕ.

Η Ελλάδα μετά το συνυπολογισμό των απαλλαγών, μειώσεων και επιστροφών φόρου που ισχύουν σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ έχει έναν από τους υψηλότερους συντελεστές ΕΦΚ στο φυσικό αέριο για επιχειρηματική θερμική χρήση στην ΕΕ-28.

Ο ΕΦΚ αποτελεί περίπου το 12% της τιμής που πληρώνουν οι ελληνικές επιχειρήσεις με μεγάλη κατανάλωση φυσικού αερίου.

Επιπλέον, το κόστος εισαγωγής φυσικού αερίου στην Ελλάδα είναι από τα υψηλότερα στην ΕΕ και μαζί με τον ΕΦΚ συμπαρασύρει τις τελικές τιμές προμήθειας από τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα σε υψηλό επίπεδο σε όλες τις κατηγορίες κατανάλωσης.

Συγκριτικά με το μέσο όρο στην ΕΕ-28, η τιμή προ φόρων για τους μεγάλους καταναλωτές στην Ελλάδα ήταν κατά 24% υψηλότερη, ενώ η τελική τιμή χωρίς ΦΠΑ και άλλους ανακτώμενους φόρους και τέλη ήταν υψηλότερη κατά 33%, λόγω της επίπτωσης που έχει ο ΕΦΚ στις τιμές.

Σε σχέση με τη γειτονική Βουλγαρία οι τιμές στην Ελλάδα για τις επιχειρήσεις είναι κατά 42% υψηλότερες, ενώ η διαφορά έναντι της Τουρκίας φτάνει στο 72%.

 

Exit mobile version