Έξι μήνες θα πρέπει να εργάζεται κάποιος για να μπορεί να πληρώνει φόρους και εισφορές. Η 21η Ιουνίου είναι η Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας και η έρευνα του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών αποκαλύπτει ότι τα χρήματα σχεδόν έξι μηνών δεν κατευθύνονται για την κάλυψη προσωπικών ή οικογενειακών αναγκών των εργαζομένων αλλά για το κράτος, δηλ. για φόρους και εισφορές.
Το 2022 οι Έλληνες φορολογούμενοι πλήρωσαν 2 φορές περισσότερα σε φόρους και εισφορές από όσα κατέβαλαν για τις βασικές τους ανάγκες. Συγκεκριμένα, τα νοικοκυριά ξόδεψαν 44,1 δισ. ευρώ το 2021 για στέγαση, διατροφή, ένδυση, μεταφορές, επικοινωνίες ενώ σε φόρους και εισφορές έδωσαν 88,5 δισ. ευρώ το 2022.
Αν στην Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας συνυπολογιστεί το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης, το οποίο αντιπροσωπεύει μελλοντικούς φόρους, τότε η Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας για το 2023 έρχεται την 28η Ιουνίου, 17 ημέρες νωρίτερα από ότι ήρθε το 2022 (15η Ιουλίου).
Σύμφωνα με την έρευνα:
- Οι 171 ημέρες εργασίας για το κράτος που προβλέπονται για το 2023 είναι η χαμηλότερη φορολογική επιβάρυνση από το 2011, όταν το αντίστοιχο μέγεθος ήταν 169 ημέρες. Αν συνυπολογιστεί το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης, τότε οι 178 ημέρες εργασίας για το κράτος που προβλέπονται για το 2023 είναι η χαμηλότερη φορολογική επιβάρυνση από το 2007, όταν το αντίστοιχο μέγεθος ήταν 177 ημέρες.
- Η ανταποδοτικότητα των φόρων στην Ελλάδα είναι χαμηλή. Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ η ικανοποίηση των Ελλήνων πολιτών στην πανδημία (2020) από τις υπηρεσίες του κράτους στο εκπαιδευτικό σύστημα είναι η μικρότερη και στις υπηρεσίες στο σύστημα υγείας η δεύτερη μικρότερη ανάμεσα σε 35 αναπτυγμένες οικονομίες.
- Το 2018 υπήρξε το έτος όπου οι ημέρες εργασίας για το κράτος έφτασαν τις 186 και ακολουθεί το 2022, για το οποίο εκτιμάται πως οι ημέρες εργασίας για το κράτος θα είναι 185. Οι 171 ημέρες που προβλέπονται για το 2023 αποτελούν ρεκόρ 12 ετών, καθώς είναι η χαμηλότερη επίδοση από το 2011, όταν το αντίστοιχο μέγεθος ήταν 169 ημέρες. Από το 2010 στο 2020 προστέθηκαν 25 επιπλέον ημέρες εργασίας για το κράτος, μία αύξηση που είναι η δεύτερη μεγαλύτερη ανάμεσα σε 28 ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες.
Σύμφωνα με έρευνα του ΟΟΣΑ, η ικανοποίηση των Ελλήνων πολιτών από τις δημόσιες υπηρεσίες την εποχή της πανδημίας είναι από τις χαμηλότερες ανάμεσα στις αναπτυγμένες οικονομίες, ιδιαίτερα την στιγμή που η φορολογική επιβάρυνση στην Ελλάδα παρέμεινε υψηλή.
Συγκεκριμένα, οι Έλληνες πολίτες είχαν το χαμηλότερο ποσοστό ικανοποίησης από τις υπηρεσίες του κράτους στο εκπαιδευτικό σύστημα (36%) ανάμεσα σε 35 αναπτυγμένες οικονομίες. Η ίδια δυσαρέσκεια επικρατεί και από την παροχή υπηρεσιών από το σύστημα υγείας, καθώς οι Έλληνες πολίτες είχαν το δεύτερο χαμηλότερο ποσοστό ικανοποίησης (38%) ανάμεσα σε 36 αναπτυγμένες οικονομίες, με την χειρότερη επίδοση να καταγράφεται στην Πολωνία.
Δείτε εδώ ολόκληρη την έρευνα
Σύμφωνα με τις προβλέψεις του Προγράμματος Σταθερότητας 2023, που κατέθεσε η κυβέρνηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Απρίλιο του 2023, τα συνολικά έσοδα από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές το 2023 αναμένεται να ανέλθουν στα 86,8 δισ. ευρώ, τα οποία κατανέμονται ως εξής:
37,4 δισ. ευρώ από έμμεσους φόρους (το 43,1% των συνολικών εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές),
21,3 δισ. ευρώ από άμεσους φόρους (το 24,5% των συνολικών εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές),
27,9 δισ. ευρώ από ασφαλιστικές εισφορές (το 32,1% των συνολικών εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές), και
222 εκατ. ευρώ από φόρους επί του κεφαλαίου (το 0,3% των συνολικών εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές).
Το Καθαρό Εθνικό Εισόδημα για το 2023 προβλέπεται να ανέλθει στα 186,4 δισ. ευρώ.
Σχολιάζοντας τα φετινά αποτελέσματα, ο Εκτελεστικός Διευθυντής του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών Νίκος Ρώμπαπας δήλωσε: «Η σημαντική φετινή μείωση της φορολογικής ελάφρυνσης στη χώρα μας, εφόσον βεβαίως οι σχετικές προβλέψεις επιβεβαιωθούν από τα τελικά δεδομένα, είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση καθώς οδηγεί σε αύξηση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών και ενθαρρύνει τις επενδύσεις και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Η πρόκληση πλέον είναι η μείωση των φορολογικών βαρών να συνεχιστεί και ταυτόχρονα να βελτιωθεί ουσιαστικά η ποιότητα των παρεχόμενων από το κράτος υπηρεσιών στους πολίτες, μέσα από την εισαγωγή νέων τεχνολογιών και πρακτικών και την ενίσχυση του θεσμού της αξιολόγησης».