Η “συνταγή” του ΟΟΣΑ για μείωση του χρέους και πρόσθετες μεταρρυθμίσεις

Η μείωση του ελληνικού χρέους από τα επίπεδα του 180% του ΑΕΠ που βρίσκεται σήμερα θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη δρομολόγηση πρόσθετων μεταρρυθμίσεων για την αύξηση του ΑΕΠ, από την επίτευξη μεγάλων αλλά ρεαλιστικών πρωτογενών πλεονασμάτων για παρατεταμένο χρονικό διάστημα και από την πρόσθετη αναδιάρθρωση του χρέους, με το κλείδωμα, σε χαμηλά επιτόκια των επιτοκίων των δανείων του επισήμου τομέα (GLF,EFSF και ESM) αναφέρει η έκθεση του ΟΟΣΑ που παρουσιάστηκε πριν από λίγη ώρα.

Ο ΟΟΣΑ θεωρεί πως η Ελλάδα βρίσκεται σε καλό δρόμο για να ανακάμψει από τη βαθιά ύφεση. Όπως αναφέρει οι μεταρρυθμίσεις έχουν επιταχυνθεί και η δημοσιονομική εξυγίανση έχει ενισχύσει την αξιοπιστία, μειώνοντας την αβεβαιότητα. «Οι εξαγωγές ανέκαμψαν και η μεταρρύθμισης της αγοράς εργασίας αύξησε την ανταγωνιστικότητα. Η απασχόληση αυξάνεται, ενώ αντιμετωπίζονται οι εξωτερικές και δημοσιονομικές ανισορροπίες. Η μεγάλη δημοσιονομική εξυγίανση οδήγησε σε πλεόνασμα το πρωτογενές ισοζύγιο», σημειώνεται στην έκθεση.

Όπως αναφέρει ,μόνο η κατάργηση των φοροαπαλλαγών και η αύξηση της εισπραξιμότητας του ΦΠΑ στο 90% του μέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ θα μπορούσε να αποφέρει έσοδα 0,8% του ΑΕΠ, όσο δηλαδή είναι περίπου η προσδοκώμενη δημοσιονομική επίπτωση από τη μείωση των συντάξεων (1% του ΑΕΠ το 2019) ή από τη μείωση του αφορολογήτου σε έως 5.700 ευρώ (το 2020 σύμφωνα με το πρόγραμμα).

Ο ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι ενώ οι φορολογικοί συντελεστές είναι υψηλοί, η απόδοση των φόρων και τα φορολογικά έσοδα είναι χαμηλά, ειδικά στο πεδίο του ΦΠΑ: η Ελλάδα κατατάσσεται στην τρίτη θέση από το τέλος σε εισπραξιμότητα, μετά το Μεξικό και την Ιταλία. Κάνει λόγο για ένα φορολογικό σύστημα το οποίο είναι περίπλοκο και αποθαρρύνει την προσαρμογή, ενθαρρύνει τον άτυπο τομέα της οικονομίας και μειώνει τα έσοδα.

Συστήνει επίσης να αυξηθεί η αποδοτικότητα των δημοσίων δαπανών με συνεχόμενες επισκοπήσεις αλλά και να υπάρξει αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα, ενώ καταγράφει το δημοσιονομικό όφελος μιας σειράς από μεταρρυθμίσεις τις οποίες και προτείνει.

Σε αυτές περιλαμβάνονται η κατάργηση διαφόρων εξαιρέσεων στον ΦΠΑ αλλά και σε άλλα πεδία φορολογικών εκπτώσεων/απαλλαγών. Προτείνει και την ενοποίηση των διαφορών προγραμμάτων κοινωνικής ασφάλισης και επιδομάτων, την ενίσχυση των έργων πολιτικών απασχόλησης, αλλά και παρεμβάσεις στο εκπαιδευτικό σύστημα.


Στο μέτωπο των προβλέψεων ο ΟΟΣΑ θέτει τον πήχη της ανάπτυξης φέτος στο 2% (όπως και το ΔΝΤ) και στο 2,3% το επόμενο έτος, με παράλληλη αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 0,4% και 1,5% και της δημόσιας κατά 0,7% και 1,5%.

Στο μέτωπο του πρωτογενούς πλεονάσματος ο ΟΟΣΑ εκτιμά πως θα διαμορφωθεί φέτος στο 4% του ΑΕΠ και στο 3,6% το 2019 με το δημόσιο χρέος σε πτωτική τροχιά (172,5% του ΑΕΠ φέτος και 168,3% το 2020).

Παράλληλα διατυπώνει και μια σειρά συστάσεων για την πολιτική που θα πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια. Στη βάση αυτή αναφέρει πως πρέπει :

– Να διατηρηθεί η δυναμική των μεταρρυθμίσεων και να δοθεί βάρος στην εφαρμογή, να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης και να συνεχιστεί η καταπολέμηση της διαφθοράς.

– Να τηρηθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα που συμφωνήθηκαν με τους επίσημους πιστωτές ώστε να διευκολυνθεί η απαιτούμενη αναδιάρθρωση του χρέους.

– Να προχωρήσει η μείωση της φοροδιαφυγής μέσω της επιλογής υποθέσεων προς έλεγχο βάσει κριτηρίων ανάλυσης κινδύνων και ενίσχυσης των κινήτρων για εθελοντική φορολογική συμμόρφωση.

– Να δρομολογηθεί η επέκταση της υποχρέωσης κατοχής POS σε όλους τους αυτοαπασχολούμενους και εισαγωγή της ηλεκτρονικής τιμολόγησης.

– Να συνεχιστεί η διεξαγωγή τακτικών επισκοπήσεων δαπανών και η στήριξη ευπαθών ομάδων από τους πόρους που εξοικονομούνται.

– Να συνεχιστεί η εναρμόνιση των προτύπων διακυβέρνησης των τραπεζών με τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές.

– Να προχωρήσει η εξωδικαστική διαδικασία ρύθμισης οφειλών και οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί.

– Να εφαρμοστούν τα πρότυπα της ΕΕ για τη διάθεση των αποβλήτων και την επεξεργασία των αστικών λυμάτων.

– Να προχωρήσει η σταδιακή κατάργηση των μέτρων στήριξης των ορυκτών καυσίμων.

– Να εξεταστούν κίνητρα τόνωσης της απασχόλησης.

– Να θεσπιστούν κλαδικές διαπραγματεύσεις για τις συλλογικές συμβάσεις με μισθούς που θα καλύπτουν τις ευρείες συνθήκες εργασίας και χωρίς αυτόματες επεκτάσεις.

– Να εξασφαλιστεί πως οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας είναι επαρκώς ευέλικτες ώστε να μπορούν να προσαρμόζονται σε συγκεκριμένες συνθήκες σε επίπεδο επιχείρησης.

– Να δημιουργηθεί επιτροπή με τη συμμετοχή κοινωνικών εταίρων και ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων που θα προτείνουν τις μισθολογικές προσαρμογές στους κατώτατους μισθούς.

– Να εισαχθούν πλαίσια αξιολόγησης ώστε να δοθεί σταδιακά στα σχολεία και στους δασκάλους μεγαλύτερη παιδαγωγική και διαχειριστική αυτονομία.

– Να αναπτυχθεί η μετα-δευτεροβάθμια επαγγελματική εκπαίδευση και η εκπαίδευση ενηλίκων και να συνδεθούν με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας

– Να αξιολογηθούν τα προγράμματα επανακατάρτισης, να επεκταθούν αυτά που είναι επιτυχημένα και οικονομικά αποδοτικά και να ακυρωθούν αυτά που δεν είναι.

– Να απλοποιηθεί η αξιολόγηση των κανονιστικών επιπτώσεων και να δημιουργηθεί δίκτυο δημοσίων υπαλλήλων που θα έχουν ειδική γνώση στην ποιότητα των κανονιστικών ρυθμίσεων.

– Ολοκλήρωση και εφαρμογή της στρατηγικής διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων του κράτους και σύνδεση με το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων.

– Να ολοκληρωθεί το κτηματολόγιο.

– Να υπάρξει πλήρης εφαρμογή των νομοθετικών ρυθμίσεων που σχετίζονται με το πλαίσιο περί αφερεγγυότητας και η εξασφάλιση επαρκούς αριθμού καλά εκπαιδευμένων επαγγελματιών ειδικών στο ζήτημα της αφερεγγυότητας.


Η ανεργία και οι επενδύσεις


Για την ανεργία ο ΟΟΣΑ προβλέπει περαιτέρω μείωση από το 21,5% πέρυσι στο 20,4% φέτος και το 19,4% το 2019.

Ο νέος επενδυτικός νόμος αρχίζει να έχει αποτελέσματα και οι χρηματοδοτικές συνθήκες, όπως και η εμπιστοσύνη, βελτιώνονται, οδηγώντας στην αύξηση των επενδύσεων, αναφέρει η έκθεση. Το αποτέλεσμα των μεταρρυθμίσεων στις αγορές προϊόντων και εργασίας θα στηρίξει την ανταγωνιστικότητα και η αύξηση της απασχόλησης μαζί με τον χαμηλό πληθωρισμό θα ενισχύσουν την ιδιωτική κατανάλωση, προσθέτει.

Παρά αυτές τις θετικές εξελίξεις, αναφέρει ο ΟΟΣΑ, η ανεργία, η φτώχεια και η ανισότητα παραμένουν υψηλές, οι μισθοί είναι χαμηλοί, οι επενδύσεις παραμένουν συμπιεσμένες και η παραγωγικότητα συνεχίζει να μειώνεται. Ταυτόχρονα, προσθέτει, η δημόσια διοίκηση εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα αποδοτικότητας, και ενώ η συλλογή φόρων έχει βελτιωθεί, η αποφυγή είναι εκτεταμένη, κάτι που οδηγεί σε υψηλότερους συντελεστές και στενότερη φορολογική βάση. «Η αντιμετώπιση αυτών και άλλων προκλήσεων θα εξαρτηθεί κυρίως από τη συνέχιση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας και την ενίσχυση της ιδιοκτησίας των μεταρρυθμίσεων», σημειώνεται.

Τα κόκκινα δάνεια

Ο ΟΟΣΑ τονίζει επίσης την ανάγκη να υπάρξει νέα αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους και να μειωθεί το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων τραπεζικών δανείων. «Τα υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους και μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) καθιστούν τις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας πολύ ευαίσθητες σε ενδεχόμενη αποτυχία επίτευξης στόχων της πολιτικής. Μία μικρότερη από την αναμενόμενη πρόοδο στην αντιμετώπιση των NPLs θα μείωνε την εμπιστοσύνη και τις επενδύσεις, Ένα εξωγενές σοκ στο κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους μετά τη λήξη του προγράμματος στήριξης του ESM, που ολοκληρώνεται το 2018, θα μπορούσε να πιέσει τα δημόσια οικονομικά και την εμπιστοσύνη και να οδηγήσει σε σύρσιμο της ανάπτυξης. Μία βραδύτερη ανάπτυξη των εμπορικών εταίρων της ή ένα μη συντεταγμένο Brexit θα μπορούσε να μειώσει την εμπιστοσύνη και να οδηγήσει σε χαμηλότερες εξαγωγές». Μία περαιτέρω αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους θα μείωνε τις αδυναμίες και θα επιτάχυνε τα κέρδη όσον αφορά τη χρηματοδότηση της Ελλάδας από τις αγορές και την οικονομική δραστηριότητα. «Μία ισχυρότερη πρόοδος τους προγράμματος μεταρρυθμίσεων θα αύξανε την παραγωγικότητα, τις επενδύσεις και τις εξαγωγές ταχύτερα του αναμενόμενου», αναφέρει η έκθεση.

Exit mobile version