Η ακρίβεια δεν «περιορίζεται» στις τιμές ενέργειας, των πρώτων υλών ή των ειδών super market, αλλά επεκτείνεται και στις δόσεις των δανείων νοικοκυριών και επιχειρήσεων! Η Κριστίν Λαγκάρντ είναι έτοιμη να πυροδοτήσει μια νέα αύξηση των βασικών επιτοκίων του ευρώ, εξέλιξη που θα ανεβάσει ψηλότερα το κόστος αποπληρωμής παλαιών και νέων δανείων. Η απόφαση θα ληφθεί την Πέμπτη, με την πρόεδρο της ΕΚΤ να είναι σε δίλημμα για το μέγεθος της αύξησης με «φόντο» τα σαρωτικό κύμα ακρίβειας που πλήττει την Ευρώπη.
Γράφει ο Βαγγέλης Δουράκης
Ουσιαστικά έχουν πέσει στο τραπέζι δύο επιλογές: Εάν η επιτοκιακή αύξηση θα είναι των 50 ή των 75 μονάδων βάσης.
Κάτι που καθιστά δύσκολο το έργο της προέδρου Κριστίν Λαγκάρντ και των συναδέλφων της στη Φραγκφούρτη, καθώς προσπαθούν να επιτύχουν μία λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην ευάλωτη κατάσταση της οικονομίας της Ευρωζώνης και στην αντιμετώπιση του πληθωρισμού.
Ποιους επηρεάζει η νέα απόφαση για τα επιτόκια
Η ανισομερής ανάπτυξη της οικονομίας της έχει συν τοις άλλοις να αντιμετωπίσει και μία ενεργειακή κρίση, ένα άνευ προηγουμένου πληθωριστικό σοκ και τον επικείμενο κίνδυνο μιας επικείμενης ύφεσης.
Οι κεντρικοί τραπεζίτες έχουν να αντιμετωπίσουν και την εξασθένηση του ευρώ, που τροφοδοτείται από την επιθετική πολιτική της FED, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι οιαδήποτε κίνηση της ΕΚΤ να καλύψει το κενό αυξάνοντας επιθετικά το κόστος δανεισμού υπονομεύει τη δημοσιονομική σταθερότητα των ασθενέστερων μελών της, όπως η Ιταλία, όπου η απόδοση του 10ετούς ομολόγου της ξεπέρασε το 4%. Αυτό σημαίνει ότι μεταξύ άλλων διακυβεύεται και η ενότητα της Ευρωζώνης.
«Η ΕΚΤ κινείται πάνω σε μία υπερβολικά εύθραυστη ισορροπία. Η Fed θα πρέπει να επιβραδύνει την οικονομία της προκειμένου να θέσει υπό έλεγχο τον πληθωρισμό. Πιστεύω ότι το έργο της ΕΚΤ είναι πολύ πιο περίπλοκο, επειδή ουσιαστικά δεν υπάρχουν και πολλά που μπορεί να κάνει για να αντιμετωπίσει την ενεργειακή κρίση», ανέφερε ο Εμανουέλ Κάου, στρατηγικός αναλυτής της Barclays Bank.
Περισσότερες συνέπειες από τη νέα αύξηση επιτοκίου
Η απόφαση της Πέμπτης είναι λιγότερο περίπλοκη από αυτή τη Ιουλίου, όμως θα έχει μεγαλύτερες συνέπειες. Τότε, η ΕΚΤ τερμάτισε την οκταετή πολιτική των αρνητικών επιτοκίων με μία απρόσμενη επιτοκιακή αύξηση των 50 μονάδων βάσης και ένα νέο εργαλείο για την προστασία των υπερχρεωμένων χωρών, όπως η Ιταλία και η Ελλάδα. Τώρα, μία αύξηση των 75 μονάδων βάσης θα έστελνε στους επενδυτές το μήνυμα ότι η μάχη κατά του πληθωρισμού λαμβάνει ακόμη πιο επείγοντα χαρακτήρα, όπως αναφέρουν αναλυτές στο Bloomberg.
Μία αύξηση των επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης θα ευθυγράμμιζε την ΕΚΤ με τον μέχρι τώρα ρυθμό της FED, όμως η φύση της ευρωπαϊκής κρίσης είναι διαφορετική. Παρά τις αντίστοιχα μεγάλες αυξήσεις των τιμών, η βασική κατευθυντήρια δύναμη της Ε.Ε. είναι η κρίση προσφοράς, την ώρα που η ζήτηση είναι υψηλότερη σε σχέση με τις ΗΠΑ.
Ο λόγος της αύξησης των επιτοκίων
Από τον Ιανουάριο του 2021, περισσότερο από 6% της αύξησης του πληθωρισμού της Ευρωζώνης αντανακλά την άνοδο των τιμών σε τρόφιμα και ενέργεια. Στις ΗΠΑ, το ποσοστό αυτό κυμαίνεται μόλις στο ήμισυ, σύμφωνα με υπολογισμούς του Bloomberg Economics.
Κάτι που επηρεάζει και όσους έχουν πάρει και αποπληρώνουν δάνεια.
Αυτή η εξέλιξη όχι μόνο καθιστά ακριβότερο το κόστος χρήματος για όσους το σκέφτονται να δανειστούν, αλλά επηρεάζει και εκείνους που ήδη έχουν πάρει δάνειο και εξυπηρετούν κανονικά τις δόσεις τους στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Γιατί όμως θα πάρει την συγκεκριμένη απόφαση η πρόεδρος της ΕΚΤ; Η άνοδος των επιτοκίων επηρεάζει αρνητικά την ανάπτυξη, καθώς κάνει πιο ακριβή τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων που θέλουν να επενδύσουν. Αυτό με τη σειρά του επηρεάζει αρνητικά την απασχόληση και την κατανάλωση. Έτσι, περιορίζεται η ζήτηση και άρα και ο πληθωρισμός.
Τι αλλάζει στα δάνεια νοικοκυριών –επιχειρήσεων
Τι σημαίνουν όμως οι αποφάσεις της ΕΚΤ για επιχειρήσεις, νοικοκυριά και το ελληνικό Δημόσιο; Ουσιαστικά καθιστούν ακριβότερα τα νέα δάνεια και αυξάνουν τα ποσά των μηνιαίων δόσεων για όσα «παλιά» συνδέονται με κυμαινόμενο επιτόκιο.
Πάντως, η πλειονότητα των δανείων στην Ελλάδα είναι τοκοχρεολυτικά. Αυτό σημαίνει ότι όσο παλαιότερα είναι, τόσο μικρότερο κομμάτι των τόκων αποπληρώνεται. Άρα, η συνέπεια από την άνοδο των επιτοκίων θα είναι σχετικά περιορισμένη. Μεγαλύτερη θα είναι στα νέα δάνεια.