Πληροφορίες για λογαριασμούς
που τηρούν Έλληνες σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του εξωτερικού θα λάβει η ΑΑΔΕέως το τέλος του Σεπτεμβρίου, στο πλαίσιο της αυτόματης ανταλλαγής
πληροφοριών μεταξύ της Ελλάδας και
μεγάλου αριθμού άλλων χωρών.
Όπως αναφέρει η ΑΑΔΕ,
το γεγονός αυτό «αναμένεται να συμβάλλει στο εντοπισμό τυχόν αδήλωτων στην
Ελλάδα εισοδημάτων και επομένως, στην ενίσχυση της καταπολέμησης της
φοροδιαφυγής και την απόδοση φορολογικής δικαιοσύνης».
Η ανακοίνωση της ΑΑΔΕ
Σε εξέλιξη βρίσκεται η διαδικασία υποβολής από τα
Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα της χώρας προς την ΑΑΔΕ στοιχείων χρηματοοικονομικών
λογαριασμών που τηρούν φορολογικοί κάτοικοι αλλοδαπής (κάτοικοι ή πολίτες, στην
περίπτωση των ΗΠΑ), στο πλαίσιο της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ της
Ελλάδας και ευρέος δικτύου δικαιοδοσιών (κράτη μέλη της ΕΕ και τρίτες χώρες),
κατ’ εφαρμογή των οικείων νομοθετικών
διατάξεων και των σχετικών κανονιστικών πράξεων. Ήδη κατά το προηγούμενο έτος
διενεργήθηκε επιτυχώς από την ΑΑΔΕ η πρώτη ανταλλαγή αυτών των πληροφοριών με
όσες δικαιοδοσίες είχε τεθεί σε ισχύ και εφαρμογή το σχετικό νομικό
πλαίσιο.
Η εν λόγω διαδικασία, που υλοποιείται υπό αυστηρούς όρους
εμπιστευτικότητας των πληροφοριών και διασφάλισης των προσωπικών δεδομένων μέσω
ειδικού πληροφοριακού συστήματος της ΑΑΔΕ, αναμένεται να ολοκληρωθεί έως τις
15/6/2018, στην περίπτωση κρατών μελών της ΕΕ και τρίτων χωρών (πλην των ΗΠΑ)
και έως τις 20/6/2018, στην περίπτωση των ΗΠΑ.
Η ΑΑΔΕ πρόκειται να αποστείλει αυτές τις πληροφορίες στις
ενδιαφερόμενες δικαιοδοσίες έως το τέλος Σεπτεμβρίου 2018, ανταποκρινόμενη στις
διεθνείς της υποχρεώσεις εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας.
Στο πλαίσιο της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών
χρηματοοικονομικών λογαριασμών, η ΑΑΔΕ λαμβάνει εντός του ίδιου διαστήματος
αντίστοιχες πληροφορίες από δεκάδες δικαιοδοσίες (κράτη μέλη της ΕΕ και τρίτες
χώρες) για φορολογικούς κατοίκους Ελλάδας (φυσικά πρόσωπα, νομικά πρόσωπα και
νομικές οντότητες), γεγονός που αναμένεται να συμβάλλει στο εντοπισμό τυχόν
αδήλωτων στην Ελλάδα εισοδημάτων και επομένως, στην ενίσχυση της καταπολέμησης
της φοροδιαφυγής και την απόδοση φορολογικής δικαιοσύνης.