Το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης θέτει στη δημοσιότητα την πρόταση του για τις εισφορές των Συλλόγων των ελεύθερων επαγγελματιών, ενόψει της άρνησης τους να προσέλθουν την προηγούμενη Παρασκευή στην ορισθείσα συνάντηση.
Α- Σημερινή κατάσταση και βιωσιμότητα του ΕΤΑΑ, ταμείου των επιστημόνων ελευθέρων επαγγελματιών
Μολονότι όσοι έχουν παράλληλα με την άσκηση ελεύθερου επαγγέλματος και μια παράλληλη έμμισθη δραστηριότητα είναι πολύ λιγότεροι από τους αποκλειστικά αυτοαπασχολούμενους, καλύπτουν σχεδόν τα δύο τρίτα των εισφορών προς το Ταμείο (με εξαίρεση το Ταμείο Νομικών). Αυτό δείχνει, προφανώς, την αδυναμία καταβολής εισφορών που υπολογίζονται στη βάση εικονικού και όχι πραγματικού εισοδήματος. Ως αποτέλεσμα, οι δύο από τους τρεις κλάδους του Ταμείου είναι βαρύτατα ελλειμματικοί: Ο κλάδος σύνταξης του ταμείου Νομικών το 2015 παρουσίασε έλλειμμα 68 εκατομμύρια ευρώ, το οποίο καλύφθηκε με επιχορήγηση από τον ΑΚΑΓΕ κατά 40 εκατομμύρια ευρώ και το υπόλοιπο ποσό 28 εκατομμύρια ευρώ από τα αποθεματικά του. Ο κλάδος σύνταξης του ΤΣΑΥ είχε 53 εκατομμύρια έλλειμμα που καλύφθηκε από τα αποθεματικά του.
Και στους τρεις κλάδους, ο μέσος όρος των εισφορών για την κύρια σύνταξη αντιστοιχεί σε εισοδήματα εικονικών κλάσεων μέσου ύψους των 830 ευρώ, ενώ οι καταβαλλόμενες συντάξεις ήταν αρκετά υψηλότερες από το ύψος αυτό. Αυτό οφειλόταν στο ότι τα έσοδα των Ταμείων συμπληρώνονταν από κοινωνικούς ή άλλους πόρους που σήμερα έχουν περιοριστεί δραστικά ή και καταργηθεί.
Β- Κατανομή των ελεύθερων επαγγελματιών με βάση τα έσοδα από ελεύθερο επάγγελμα και οι εισφορές που αναλογούν
Το νέο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης προβλέπει σχετικά με τις εισφορές των ελευθέρων επαγγελματιών ότι από 1.1.2017 οι ελεύθεροι επαγγελματίες καταβάλλουν, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης, ύψους 20% επί του μηνιαίου εισοδήματός τους, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα, από την ασκούμενη δραστηριότητά τους κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος. Η κατώτατη μηνιαία ασφαλιστική εισφορά αντιστοιχεί στο 20% του μισθού του ανειδίκευτου εργάτη.
Η βασική διαφοροποίηση του νέου συστήματος έγκειται, συνεπώς, όχι στα ποσοστά των ασφαλιστικών επιβαρύνσεων, αλλά στη βάση υπολογισμού τους που δεν είναι πλέον εισόδημα εικονικών κλάσεων, που αυξανόταν ανάλογα με τα έτη στο επάγγελμα, αλλά το πραγματικό. Τα ποσοστά δε αυτά είναι τα ίδια με τα ποσοστά των μισθωτών, όπως πρέπει να γίνεται σε ένα ενιαίο φορέα κοινωνικής ασφάλισης. Σε διαφορετική περίπτωση, θα υπάρχουν μεταβιβάσεις από τον κλάδο που έχει μεγαλύτερο συντελεστή σε αυτόν που έχει μικρότερο, με άλλα λόγια επιχορήγηση της σύνταξης των αυτοαπασχολούμενων από τους μισθωτούς.
Όπου δεν υπάρχει άλλη ασφαλιστική επιβάρυνση, δηλαδή εισφορά για επικουρική σύνταξη ή εφάπαξ, ο νέος τρόπος υπολογισμού καταλήγει σε μικρότερες εισφορές για όλους όσοι έχουν εισόδημα κάτω από 12.000 Ευρώ το χρόνο, που είναι η μεγάλη πλειονότητα., Μόνο το 11% των ελεύθερων επαγγελματιών δήλωσε εισόδημα άνω των 40.000 ευρώ.
Γ- Βελτιωτικές και μεταβατικές προτάσεις του Υπουργείου
Για τις ευάλωτες κατηγορίες από την αρχή ο νόμος προέβλεπε ιδιαίτερα ευνοϊκές ρυθμίσεις. Για παράδειγμα, όσοι εργάζονται με μπλοκάκια θα καταβάλλουν το 6,5% των εισφορών και οι εργοδότες τους το υπόλοιπο. Ειδικά για τους νέους επιστήμονες, ο Πρωθυπουργός, μετά τη συνάντηση με τους επιστημονικούς συλλόγους, ανακοίνωσε πρόσθετα μέτρα, γιατί αποτελεί εθνικό σκοπό να σταματήσει το brain drain και να κρατήσουμε τα παιδιά μας στον τόπο τους.
Για αυτούς, λοιπόν, για τα πρώτα πέντε χρόνια από την έναρξη του επαγγέλματος, θα ισχύει ειδική ασφαλιστική κλάση, ίδια για αυτή των αγροτών: θα καταβάλλουν 786 Ευρώ το χρόνο για τα πρώτα δύο έτη και 954 για τα άλλα τρία για την κύρια σύνταξη. Όσοι από αυτούς είναι σε αναστολή άσκησης του επαγγέλματος θα μπορούν, με αίτηση τους, να εξαιρούνται από την υποχρέωση καταβολής κάθε εισφοράς.
Για τους υπόλοιπους ελεύθερους επαγγελματίες-επιστήμονες, όπως έχει ήδη ανακοινωθεί στους εκπροσώπους τους, το Υπουργείο προτείνει μια μεταβατική περίοδο τριών ετών κατά την οποία οι νέες εισφορές θα έχουν μια σημαντική μείωση, που ξεκινά από 50% για όσους έχουν εισόδημα έως 10.000 Ευρώ και αναπροσαρμόζεται κλιμακωτά ανά 1% για κάθε πρόσθετα 1000 Ευρώ εισοδήματος, ώστε να είναι, π.χ. 40% για όσους έχουν εισόδημα 20.000, 30% για όσους έχουν εισόδημα 30.000 κ.οκ. Στο τέλος της μεταβατικής αυτής περιόδου θα επανεξετασθούν συνολικά οι συντελεστές, ενόψει της απόδοσης τους και του κατά πόσο συνεισέφεραν στην αύξηση της εισφοροδοτικής βάσης.
Με αυτόν τον τρόπο, όπως προκύπτει από τους αναλυτικούς πίνακες που επισυνάπτονται στο τέλος, το 66% των ελεύθερων επαγγελματιών θα έχουν αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος τους μετά από την καταβολή των φορολογικών και ασφαλιστικών τους υποχρεώσεων σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση.
Άλλες προτάσεις που είχαν κατατεθεί από τους συλλόγους των ελεύθερων επαγγελματιών εξετάζονται θετικά, όπως, π.χ. η πρόταση όσοι έχουν συμπληρώσει δικαίωμα πλήρους σύνταξης να μπορούν, με αίτηση τους, να παραμένουν ασφαλισμένοι καταβάλλοντας μειωμένες εισφορές που δεν θα προσαυξάνουν το ποσοστό αναπλήρωσης της μελλοντικής τους σύνταξης, ή η πρόταση εφάπαξ και επικουρική να χορηγούνται από επαγγελματικά ή αλληλοβοηθητικά ταμεία ανά κλάδο, ώστε να μειωθεί η σχετική υποχρεωτική ασφαλιστική επιβάρυνση (προφανώς λαμβάνοντας πλήρη μέριμνα για την καταβολή των συντάξεων των νυν επικουρικών συνταξιούχων).
Το Υπουργείο είναι ανοικτό σε κάθε άλλη δημιουργική πρόταση. Δεν υπάρχουν όροι για τον διάλογο, εκτός από τον προφανή: να γίνουν σεβαστές οι θεμελιώδεις αρχές της μεταρρύθμισης, η ισονομία και η κοινωνική δικαιοσύνη.