Η δυσμενής δημογραφική εξέλιξη και το ιστορικό χαμηλής
παραγωγικότητας της Ελλάδας καθιστούν αναγκαίες τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις
ως μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας της μακροπρόθεσμα, σύμφωνα με το ΔΝΤ.
Το εντυπωσιακό είναι ότι το Ταμείο θεωρεί πως οι
διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι αναγκαίες απλά για να επιτευχθεί ένας «πενιχρός»
μέσος ρυθμός ανάπτυξης 1% τα επόμενα 50 χρόνια.
Όπως είναι γνωστό, η επιμονή του Ταμείου σε αυτό τον χαμηλό
ρυθμό ανάπτυξης αποτελεί και μία βασική διαφωνία με τους Ευρωπαίους εταίρους όσον
αφορά στην ανάλυση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους και τα επιπλέον μέτρα
ελάφρυνσής του.
«Η επίτευξη ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης 1% τον επόμενο μισό αιώνα
– όπως είναι η υπόθεση που κάνει το ΔΝΤ στην ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους –
θα απαιτήσει μεταρρυθμίσεις με μεγαλύτερα αποτελέσματα σε σχέση με την εμπειρία
άλλων χωρών αναφορικά με την απασχόληση, τη συμμετοχή του εργατικού δυναμικού
και την αύξηση της παραγωγικότητας. Θα απαιτήσει, επίσης, μία μεταρρυθμιστική
προσπάθεια, ο ρυθμός και η έκταση της οποίας υπερβαίνει αυτή που έχει επιτύχει
η Ελλάδα στο παρελθόν», αναφέρει η έκθεση.
Το Ταμείο αναφέρει τους παρακάτω λόγους, για τους οποίους
θεωρεί ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα είναι μόλις 1%:
- Η Ελλάδα θα υποστεί μία δραματική γήρανση του
πληθυσμού τις επόμενες δεκαετίες. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ότι ο
πληθυσμός σε εργάσιμη ηλικία της θα μειωθεί περίπου 30% από το 2020 έως το
20260 λόγω της συρρίκνωσης και ταχείας γήρανσης του πληθυσμού της. Πρόκειται
για μία από τις μεγαλύτερες μειώσεις στην Ευρωζώνη και τριπλάσια από τον μέσο
όρο της Ευρωζώνης. - Η αύξηση της παραγωγικότητας της Ελλάδας είναι
ιστορικά χαμηλή. Η συνολική παραγωγικότητά της στα τελευταία 45 χρόνια
αυξανόταν κατά μέσο όρο μόνο 0,2% ετησίως, με διαφορά η χαμηλότερη αύξηση
μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης. - Μία αύξηση των επενδύσεων μπορεί να δώσει ώθηση
στην ανάπτυξη βραχυπρόθεσμα, αλλά η παραγωγικότητα και τα δημογραφικά θα
κυριαρχήσουν μακροπρόθεσμα .