Μια ανάλυση που φέρει τον τίτλο «γιατί η λιτότητα είναι
ευκολότερο να εφαρμοστεί σε ορισμένες χώρες σε σύγκριση με άλλες- και γιατί
αυτή δεν είναι η περίπτωση της Ελλάδας» υπογράφει η Stefanie Walter και δημοσιεύεται στο blog του LSE.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, «σαν μια ιστορία δίχως τέλος,
η ελληνική κρίση μονοπωλεί και πάλι την ειδησεογραφία. Μετά από επτά χρόνια, η
κρίση ακόμα περιμένει τη λύση. Η ελληνική οικονομία δεν έχει μπει ακόμα σε
τροχιά ανάκαμψης, το ΔΝΤ επιμένει ότι η Ελλάδα χρειάζεται ελάφρυνση του χρέους
και η πιθανότητα ενός Grexit
δεν μπορεί να αποκλεισθεί, αν και η άμεση απειλή για κάτι τέτοιο υπήρχε έντονη
πέρυσι. Γιατί είναι τόσο δύσκολο να επιλυθεί η κρίση στην Ελλάδα;» αναρωτιέται
στην ανάλυσή της.
Υποστηρίζει πως η ελληνική κρίση προκλήθηκε από τεράστια
ελλείμματα στον προϋπολογισμό της χώρας και από το ότι για μεγάλο χρονικό
διάστημα κατανάλωνε περισσότερα από όσα παρήγε. Αντιμέτωπη με την επιλογή μιας
χρεοκοπίας, μιας εξόδου από την Ευρωζώνη ή μιας εφαρμογής σκληρών μέτρων
λιτότητας και μεταρρυθμίσεων με αντάλλαγμα την οικονομική στήριξη από το
εξωτερικό, η Ελλάδα επέλεξε τη δεύτερη. Αλλά αντί να εφαρμόσει σοβαρές δομικές
μεταρρυθμίσεις που θα έβαζαν τέλος στα προνόμια για τις ομάδες που συνδέονται
με τα πολιτικά κόμματα και που θα καθιστούσαν ανταγωνιστική την οικονομία, οι
βουλευτές προτίμησαν τα μέτρα λιτότητας που «χτυπούν» τους πιο αδύναμους, όπως τους
νέους και τους φτωχούς. Μάλιστα, έχει εφαρμοστεί το ελάχιστο των μέτρων που
απαιτούνται για την οικονομική στήριξη από τους δανειστές».
Όπως προσθέτει η διαχείριση κρίσης σε αυτές τις χώρες είναι
δύσκολη: πολιτική αναταραχή και διαμαρτυρίες των πολιτών είναι συχνές. Οι
μεταρρυθμίσεις καθυστερούν. Η υποστήριξη από το εξωτερικό, χαρακτηριστικά από
το ΔΝΤ, γίνεται προκειμένου να καλυφθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες που η
έλλειψη της διαχείρισης κρίσης δημιουργεί. Και όταν οι νομοθέτες δεν μπορούν να
αποφύγουν την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων για να λάβουν την οικονομική στήριξη,
συνήθως σχεδιάζουν αυτές με έναν τρόπο που να ικανοποιεί τους ψηφοφόρους τους και
στοχεύουν σε αυτούς που στερούνται πολιτικής επιρροής.
Μεταξύ άλλων, αναφέρει η ανάλυση της Walter πως σε αντίθεση με τις χώρες της Βαλτικής,
τόσο οι εξωτερικές όσο και οι εσωτερικές στρατηγικές συνδέονται με τα υψηλά
κόστη στην Ελλάδα. Δεδομένων των ελλειμμάτων στον προϋπολογισμό, η απαιτούμενη
λιτότητα για την Ελλάδα παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Η εναλλακτική μιας εξόδου
από την Ευρωζώνη ενέχει υψηλό ρίσκο και κοστοβόρος επιλογή και δεν τυγχάνει
αποδοχής από τους Έλληνες.
Σε έρευνα που είχε γίνει τον Δεκέμβριο του 2015, οι
περισσότεροι Έλληνες συμμετέχοντας, το 59,7% δήλωσαν πως ανέμεναν περικοπές
εισοδημάτων τόσο αν η κυβέρνηση εφάρμοζε τα μέτρα λιτότητας, όσο και αν η χώρα
έβγαινε από την Ευρωζώνη. Αυτό σημαίνει πως ανεξαρτήτως αν η κυβέρνηση
προσπαθεί να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις, κατανοούν πως θα δεχτούν πλήγμα.
Έτσι εξηγείται και το γιατί η κυβέρνηση προσπαθεί να εφαρμόσει μόνο το αναγκαίο
ελάχιστο για να συνεχίσει να λαμβάνει την οικονομική στήριξη από το εξωτερικό
και ελπίζοντας σε μια μερική ελάφρυνση του χρέους.
Γιατί η Ελλάδα συνεχίζει
να λαμβάνει οικονομική στήριξη από το εξωτερικό; Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί
αγωνίζονται για να πετύχουν δύο στόχους: να εξασφαλίσουν τη σταθερότητα στην
Ευρωζώνη αλλά και να προστατέψουν τις δικές τους τράπεζες και τα χρήματα των
φορολογουμένων τους. Έτσι, δανείζουν την Ελλάδα με υψηλά ποσά χρημάτων και
απαιτούν λιτότητα και βαθιές μεταρρυθμίσεις σε αντάλλαγμα.