Λιγότερο εξαρτημένη από το ρωσικό φυσικό αέριο ήταν η Ελλάδα το δεκάμηνο του 2022 σε σχέση με τον μέσο όρο της Ε.Ε., όπως έδειξαν τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ. Δηλαδή η Ελλάδα κατάφερε να μειώσει τις εισαγωγές ρωσικού αερίου που χρησιμοποιήθηκαν για κάλυψη της εγχώριας κατανάλωσης σε σχέση με τον ίδιο μήνα του 2021, πολύ περισσότερο από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο. Έτσι αθροιστικά έως και τον Οκτώβριο, η Ελλάδα μείωσε τις εισαγωγές ρωσικού αερίου κατά 65,6% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος της ΕΕ-27 ήταν 24.2%.
Η κατανάλωση φυσικού αερίου στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο
Επίσης τα ίδια στοιχεία έδειξαν ότι η κατανάλωση φυσικού αερίου στην Ελλάδα ήταν μειωμένη τον Δεκέμβριο καθώς διαμορφώθηκε στις 5.05 TWh, ήτοι, η δεύτερη χαμηλότερη μετά το 2019 για τον αντίστοιχο μήνα τα τελευταία 6 χρόνια. Παράλληλα, η κατανάλωση για το σύνολο του έτους έφτασε τις 56.5 TWh, μειωμένη κατά 19,2% σε σχέση με το 2021. Παράλληλα επισημαίνεται πως οι εισαγωγές LNG μέσω της Ρεβυθούσας αυξήθηκαν κατά 54% σε σχέση με το 2021, ενώ τον Δεκέμβριο κατέλαβαν την πρώτη θέση στις συνολικές εισαγωγές αερίου, με μερίδιο 72%.
Γενικότερα, όπως προκύπτει από το «παρατηρητήριο» για τις τάσεις στην κατανάλωση και τις εισαγωγές αερίου – Δεκέμβριος 2022 με βάση τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα του ΔΕΣΦΑ (https://thegreentank.gr/2023/01/11/gaswatch-dec-el/) στους πέντε πρώτους μήνες (Αυγούστου-Δεκεμβρίου) της οκτάμηνης περιόδου μείωσης της κατανάλωσης ορυκτού αερίου που έθεσε η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ελλάδα βρίσκεται στο -18.2% σε σχέση με τον μέσο όρο πενταετίας, υπερβαίνοντας έτσι τον ευρωπαϊκό στόχο του -15%, και στο -31% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021. Παρά τη μικρή αύξηση των εισαγωγών ρωσικού αερίου τον Δεκέμβριο, το 2022 έκλεισε με μείωση κατά 68.3% των ρωσικών εισαγωγών σε σχέση με το 2021
Τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ
Αναλυτικά, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ (έως τον Δεκέμβριο 2022):
Τον Δεκέμβριο του 2022, 5ο μήνα της οκτάμηνης περιόδου όπου η χώρα πρέπει να μειώσει τη χρήση αερίου σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές της υποχρεώσεις, η συνολική εγχώρια κατανάλωση ήταν 5.05 TWh, η δεύτερη χαμηλότερη μετά το 2019 για τον μήνα Δεκέμβριο τα τελευταία 6 χρόνια. Η συνολική μείωση κατά σχεδόν 1.5 TWh τον Δεκέμβριο σε σχέση με τον ίδιο μήνα του 2021 προήλθε σχεδόν ισόποσα από την ηλεκτροπαραγωγή (-0.73 TWh) και τα δίκτυα διανομής (-0.71 TWh) και πολύ λιγότερο από τη βιομηχανία (-0.06 TWh).
Αθροιστική επίδοση και ο ευρωπαϊκός στόχος του -15%
Λόγω της συνεχιζόμενης μείωσης στην κατανάλωση και τον Δεκέμβριο, αθροιστικά στο πρώτο πεντάμηνο της οκτάμηνης περιόδου μείωσης που αποφασίστηκε από την ΕΕ-27, η Ελλάδα με συνολική κατανάλωση 20.4 TWh «έπιασε» και ξεπέρασε τον στόχο μείωσης του -15% όχι μόνο σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι αλλά και σε σχέση με τον μέσο όρο πενταετίας (21.2 TWh).
Πιο συγκεκριμένα, η αθροιστική κατανάλωση του πενταμήνου Αυγούστου-Δεκεμβρίου ήταν 4.55 TWh χαμηλότερη από τον μέσο όρο των ίδιων πενταμήνων της πενταετίας και προέκυψε κατά κύριο λόγο από τoν δραστικό περιορισμό της χρήσης αερίου στη βιομηχανία (-2.2 TWh) και την ηλεκτροπαραγωγή (-1.6 TWh).
Σε όρους ποσοστιαίων μεταβολών, η χώρα το πεντάμηνο Αυγούστου-Δεκεμβρίου 2022 μείωσε τη συνολική κατανάλωση αερίου κατά 30.8% συγκριτικά με την ίδια περίοδο του 2021, ξεπερνώντας κατά πολύ τον στόχο μείωσης που αντιστοιχεί στην εξαίρεση που πήρε η Ελλάδα στη σχετική ευρωπαϊκή συμφωνία. Για τρίτο συνεχόμενο μήνα από την έναρξη της περιόδου μείωσης τον Αύγουστο, η Ελλάδα βρίσκεται σε τροχιά επίτευξης του στόχου του -15%, σημειώνοντας αθροιστικά ποσοστιαία μείωση κατά 18.2% σε σχέση με τον μέσο όρο των αντίστοιχων πενταμήνων της πενταετίας 2017-2021.
Επιπλέον, όλες οι τελικές χρήσεις παρουσιάζουν σημαντικές μειώσεις συγκριτικά με την ίδια περίοδο του 2021. Πρωτοστατεί η βιομηχανία (-59.7%) και ακολουθούν τα δίκτυα διανομής (-31.9%) και η ηλεκτροπαραγωγή (-27.6%). Oι τάσεις στις τελικές χρήσεις είναι αντίστοιχες και ως προς τον μέσο όρο πενταετίας, με τη βιομηχανία, τα δίκτυα διανομής και την ηλεκτροπαραγωγή να εμφανίζουν μειώσεις κατά 71.1%, 18.2% και 8.9%, αντίστοιχα.
Η κατανάλωση μέσα στο 2022
Αθροιστικά για ολόκληρο το 2022, η κατανάλωση ορυκτού αερίου ήταν 56.5 TWh, κατά 13.4 ΤWh χαμηλότερη από αυτήν του 2021 (-19.2%), επιστρέφοντας ουσιαστικά στα επίπεδα του 2019 (55.4 ΤWh). Ο Δεκέμβριος ήταν ανάμεσα στους δέκα μήνες του 2022, και ο ένατος συνεχόμενος όπου παρατηρήθηκε μείωση σε σχέση με τον ίδιο μήνα του 2021 (Ιανουάριος, Απρίλιος-Δεκέμβριος).
Σε ό,τι αφορά την κατανομή της κατανάλωσης αερίου στις τελικές χρήσεις το 2022 ενισχύθηκε σημαντικά το μερίδιο της ηλεκτροπαραγωγής που έφτασε στο 73.5%. Στη δεύτερη θέση τα δίκτυα διανομής με 21.5% και τελευταία η βιομηχανία με μερίδιο λιγότερο από 5%. Πρόκειται για μια σημαντική ανακατανομή σε σχέση με το 2021 όπου τα μερίδια της ηλεκτροπαραγωγής, των δικτύων διανομής και της βιομηχανίας ήταν 68.7%, 18.8% και 12.6%, αντίστοιχα. H ανακατανομή αυτή προέκυψε κυρίως λόγω της πολύ μεγάλης μείωσης της χρήσης ορυκτού αερίου από τη βιομηχανία σε συνδυασμό με τη συνολική μείωση στην κατανάλωση, ενισχύοντας έτσι το ποσοστό της ηλεκτροπαραγωγής.
Φυσικές ροές εισαγωγών αερίου από τις 4 πύλες εισόδου
Σε ό,τι αφορά τις φυσικές ροές αερίου από τις 4 πύλες εισόδου της χώρας, τον Δεκέμβριο του 2022, το υγροποιημένο ορυκτό αέριο (LNG) που έφτασε στην Αγία Τριάδα ήταν 35% περισσότερο συγκριτικά με τον Δεκέμβριο του 2021 και αποτέλεσε με διαφορά την κύρια πηγή αερίου για τη χώρα με 3.9 TWh και μερίδιο 72% των συνολικών φυσικών ροών αερίου που εισήγαγε η Ελλάδα τον Δεκέμβριο. Αντίθετα, μειωμένες περισσότερο από 2/3 (-67.3%) ήταν οι εισαγωγές ρωσικού αερίου από το Σιδηρόκαστρο που καλύπτουν την εγχώρια κατανάλωση. Ανήλθαν σε μόλις 0.73 ΤWh, αυξημένες ωστόσο σε σχέση με τους προηγούμενους τρεις μήνες οπότε και είχαν πρακτικά μηδενιστεί[1]. Μεγάλη μείωση σημείωσαν οι εισαγωγές από τον ΤΑΡ μέσω Νέας Μεσημβρίας (-52.7%) συνεισφέροντας μόλις 0.59 ΤWh, ενώ μειωμένες κατά 8.9% ήταν και οι εισαγωγές από την Τουρκία μέσω Κήπων (0.22 ΤWh).
Αθροιστικά για ολόκληρο το 2022 οι εισαγωγές ρωσικού αερίου που καλύπτουν την εγχώρια κατανάλωση μειώθηκαν κατά 68.3% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021. Έτσι, με 8.85 TWh και μερίδιο 14.3% μεταξύ των τεσσάρων πυλών εισόδου, το ρωσικό αέριο που προορίζεται για εγχώρια κατανάλωση έπεσε στην τρίτη θέση από την πρώτη στην οποία βρισκόταν το 2021 με μερίδιο 39.7%. Αντίθετα, οι εισαγωγές LNG μέσω της Αγίας Τριάδας πέρασαν στην πρώτη θέση φτάνοντας τις 38.08 TWh, μια αύξηση 54% σε σχέση με το 2021, και απόκτησαν έτσι μερίδιο 61.5%. Μείωση κατά 7.5% παρουσίασαν οι εισαγωγές αζέρικου αερίου από τον ΤΑΡ με 12.6 TWh (μερίδιο 20.3%), περνώντας στη δεύτερη θέση για το 2022. Τέλος, μεγάλη μείωση κατά 39.7% σημείωσαν οι αθροιστικές εισαγωγές αερίου από την τέταρτη ποσοτικά πηγή, τους Κήπους, οι οποίες ανήλθαν σε μόλις 2.43 TWh (μερίδιο 3.9%).
Σύγκριση με την Ευρωπαϊκή Ένωση
Με βάση τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα της Eurostat για τη μηνιαία κατανάλωση αερίου στα κράτη μέλη της ΕΕ-27 από τον Ιανουάριο ως τον Νοέμβριο του 2022[2], η Ελλάδα μείωσε την κατανάλωσή της κατά 18.7% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021 και ανέβηκε δύο θέσεις στη σχετική κατάταξη σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, για να βρεθεί στη 11η θέση, 6 θέσεις πιο ψηλά από τον μέσο όρο της ΕΕ-27 (-12.8%). Βελτίωση σημειώθηκε και σε σχέση με τον μέσο όρο της 5ετίας όπου η Ελλάδα τον Νοέμβριο εμφάνισε για πρώτη φορά μέσα στο 2022 μειωμένη κατανάλωση (-3.2%). Η επίδοση αυτή ωστόσο εξακολουθεί να είναι μία από τις χειρότερες στην ΕΕ-27 (5η από το τέλος πίσω από Σλοβακία, Μάλτα, Ισπανία και Ιρλανδία).
Φυσικό αέριο: Νέα κατρακύλα για την τιμή του
Σε χαμηλά επίπεδα εξακολουθεί να κινείται σήμερα η τιμή του φυσικού αερίου. Όπως το barchart.com, η τιμή του φυσικού αερίου σημείωσε σήμερα στις 1.11 μμ μια αύξηση της τάξεως του 3,41% καθώς ανήλθε στα 67, 685 ευρώ ανά μεγαβατώρα από 70,071 ευρώ ανά μεγαβατώρα που ήταν χθες.
Σημειώνεται δε πως σε χαμηλά επίπεδα είναι η ζήτηση για φυσικό αέριο και ηλεκτρική ενέργεια για την εποχή λόγω ελαφριού χειμώνα στην Ευρώπη, ενώ την ίδια στιγμή, παρατηρείται υψηλή διαθεσιμότητα προμηθειών υγροποιημένου φυσικού αερίου LNG, αλλά και η πληρότητα των αποθηκευτικών χώρων παραμένει σε υψηλά επίπεδα.