Πραγματοποιήθηκε η πρώτη εκταμίευση των 13 δισ. ευρώ για την Ελλάδα από τον ESM. Σχεδόν 1 δισ. ευρώ θα διατεθεί στο ελληνικό Δημόσιο, ποσό που μπορεί να χρησιμοποιηθεί μεταξύ άλλων για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών.
Περίπου 12 δισ. ευρώ θα κατευθυνθούν σε ειδικό λογαριασμό αποπληρωμής του χρέους (ΕΚΤ, ΔΝΤ, δάνειο- γέφυρα).
Το δάνειο το οποίο εγκρίθηκε από τον ESM και τίθεται επισήμως σε ισχύ, είναι διάρκειας 32,5 ετών και μπορεί να ανέλθει μέχρι 86 δις. ευρώ συμπεριλαμβανομένου ποσού έως €25 δισ. για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, ανάλογα με τις ανάγκες που θα προκύψουν. Σε πρώτη φάση €10 δισ. είναι άμεσα διαθέσιμα για το σκοπό αυτό.
Με ανακοίνωση στην ιστοσελίδα του, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕSM) αναφέρεται στην έγκριση από το Συμβούλιο των Διοικητών της συμφωνίας για τη χρηματοδοτική βοήθεια στην Ελλάδα (Financial Assistance Facility Agreement, FFA). Η συμφωνία αυτή αποτελεί, όπως σημειώνεται, τη δανειακή σύμβαση με την Ελλάδα, ύψους έως 86 δις. ευρώ, την οποία θα υπογράψουν ο γενικός διευθυντής του ΕSM, Κλάους Ρέγκλινγκ, και ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος.
Οι πόροι του ΕSM θα χρησιμοποιηθούν για δαπάνες του προϋπολογισμού, την εξόφληση ληξιπρόθεσμων χρεών και τη δημιουργία ταμειακού αποθεματικού, την εξυπηρέτηση του χρέους και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών», σημειώνεται στην ανακοίνωση.
«Το ακριβές ποσό της χρηματοδοτικής βοήθειας από τον ΕSM θα εξαρτηθεί από την απόφαση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) αναφορικά με την έκταση της συμμετοχής του στη χρηματοδότηση του προγράμματος», σημειώνει ο ΕSM, προσθέτοντας:
«Το συνολικό ποσό της χρηματοδότησης θα εξαρτηθεί επίσης από την επιτυχία της Ελλάδας στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, που είναι σχεδιασμένες να διασφαλίσουν την επιστροφή της Ελλάδας στη χρηματοδότησή της από τις αγορές με λογικό κόστος, πριν τη λήξη του προγράμματος. Τα έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις μπορεί να μειώσουν επιπρόσθετα το συνολικό ποσό της οικονομικής βοήθειας που θα χρειασθεί».
Το Συμβούλιο των Διοικητών του ΕSM, που αποτελείται από τους 19 υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης, υιοθέτησε επίσης το Μνημόνιο Κατανόησης (MoU) με την Ελλάδα που εξειδικεύει τα μέτρα πολιτικές που συμφώνησε να υλοποιήσει η ελληνική κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει τα βασικά προβλήματα της οικονομίας.
Τι δήλωσαν Ντάισελμπλουμ και Ρέγκλινγκ
Η συμφωνία για το νέο χρηματοδοτικό πρόγραμμα της Ελλάδας δίνει προοπτική στην ελληνική οικονομία και μία βάση για τη βιώσιμη ανάπτυξή της, δήλωσε ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Διοικητών του ΕSM, Γερούν Ντάισελμπλουμ. Ο εκτελεστικός διευθυντής του ΕSM, Κλάους Ρέγκλινγκ, σημείωσε ότι το πρόγραμμα θα επιτρέψει στην Ελλάδα να έχει την επιτυχία που είχαν και άλλες χώρες της Ευρωζώνης που ωφελήθηκαν από τη χρηματοδότηση του ESM.
Η δήλωση του κ. Ντάισελμπλουμ έχει ως εξής: «Η συμφωνία αυτή προσφέρει προοπτική για την ελληνική οικονομία και τη βάση για βιώσιμη ανάπτυξη. Η ελληνική κυβέρνηση είναι δεσμευμένη να εφαρμόσει το ευρείας έκτασης πακέτο μεταρρυθμίσεων με αποφασιστικότητα και θέληση και εμείς θα παρακολουθούμε στενά τη διαδικασία. Έχω δηλώσει και πριν ότι αυτό δεν θα είναι εύκολο. Είμαστε βέβαιοι ότι θα συναντήσουμε προβλήματα τα επόμενα έτη, αλλά έχω εμπιστοσύνη ότι θα μπορέσουμε να τα αντιμετωπίσουμε».
Ο κ. Ρέγκλινγκ δήλωσε: «Το Συμβούλιο Διοικητών του ΕSM ενέκρινε ένα πρόγραμμα που θα επιτρέψει στην Ελλάδα να αλλάξει την πορεία και να ακολουθήσει την επιτυχία άλλων χωρών της Ευρωζώνης που έχουν ωφεληθεί από τη στήριξη του ΕSM και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Το μνημόνιο κατανόησης περιλαμβάνει μεταρρυθμίσεις για τις συντάξεις και τη φορολογία που είναι αναγκαίες από καιρό, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την τόνωση της ανάπτυξης και των επενδύσεων, ένα ενισχυμένο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, καθώς και μέτρα σχεδιασμένα για να κάνουν πιο αποδοτική τη δημόσια διοίκηση. Ο ΕSM θα κάνει αυτές τις μεταρρυθμίσεις δυνατές, διασφαλίζοντας τη χρηματοδότηση του ελληνικού δημοσίου με όρους που θα του δίνουν ευελιξία στον προϋπολογισμό, παρέχοντας επίσης αποθεματικό για τον ελληνικό τραπεζικό τομέα, ώστε να μπορεί αυτός να στηρίξει μία βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη».