Εργασιακός εκφοβισμός: Τα χαρακτηριστικά του και πώς προστατευόμαστε – Γράφει η Κ. Φραγκάκη

Μεγάλες προεκτάσεις έχει λάβει το φαινόμενο του εργασιακού εκφοβισμού στη χώρα μας, καθώς κατά την πανδημία του κορονοϊού, τέτοιες παραβατικές συμπεριφορές αυξήθηκαν δραματικά.

Γράφει η δικηγόρος, Κατερίνα Φραγκάκη

Οι περιπτώσεις αυτές, χρήζουν άμεσης αποκατάστασης της προσβολής της προσωπικότητας του εργαζομένου και πρέπει να ακολουθηθεί συγκεκριμένη διαδικασία, ώστε να τιμωρηθεί ο θύτης. Ειδικότερα, στόχος του προσώπου που χρησιμοποιεί τη συγκεκριμένη αθέμιτη και παράνομη μορφή ψυχολογικής (και σπανιότερα σωματικής) βίας είναι να εκφοβίσει, να απαξιώσει και να ευτελίσει τον συνάδελφό του ή και το υπόλοιπο προσωπικό, ώστε να ελέγξει και να υποτάξει τα συναισθήματά τους.
Κυρίαρχα χαρακτηριστικά, του εργασιακού εκφοβισμού, είναι η συστηματική ταπεινωτική συμπεριφορά από τον προϊστάμενο κυρίως, προς τον υφιστάμενό του. Η παρενόχληση αυτή είναι απότοκο της αθέμιτης κατάχρησης εξουσίας, από την οποία, τα θύματα ενδέχεται να αδυνατούν να προστατευτούν, καθώς λόγω της θέσης τους, είτε φοβούνται να μην χάσουν τη δουλειά τους ή δεν έχουν την βοήθεια των υπόλοιπων συναδέλφων τους, για να αρθεί η αδικία και η ηθική εξουθένωση που υφίσταται το θύμα.
Να επισημάνουμε, ότι ο εργασιακός εκφοβισμός έχει πολλές μορφές, καθώς εκδηλώνεται με απειλές, υποτιμητική αντιμετώπιση της εργασιακής προσφοράς, ειρωνεία, διάδοση ψεύτικων ειδήσεων, υπερφόρτωση υποχρεώσεων, ανάθεση υποτιμητικών καθηκόντων αναντίστοιχων των ικανοτήτων του εργαζομένου, προσβολές στην προσωπική αξιοπρέπεια και στη προσωπική ζωή του εργαζομένου, ώστε ο εργαζόμενος να αποδεχτεί την προσβολή ή και να αναγκαστεί να παραιτηθεί. Κάποιες φορές υπάρχουν και περιπτώσεις σωματικής κακοποίησης του εργαζομένου, σε συνδυασμό με την προσβολή της προσωπικότητας του θύματος, με στόχο την περιθωριοποίησή του στην εργασία.
Είναι, δυστυχώς, πολλές οι περιπτώσεις που εργαζόμενος, λόγω της καταχρηστικής αυτής πίεσης που δέχεται, αντιμετωπίζει εν τέλει σοβαρά προβλήματα υγείας, με αποτέλεσμα να διαταράσσεται σοβαρά η υγεία του και να αναγκάζεται το θύμα να παραιτείται για να μην υπάρξει επιδείνωση.
Αδιαμφισβήτητή ανάγκη, λοιπόν, αποτελεί η καταπολέμηση τέτοιων συμπεριφορών που δεν νοούνται να υπάρχουν σε μια σύγχρονη και ευνοούμενη ευρωπαϊκή χώρα, όπως η Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να είναι ξεκάθαρο, ότι κανένας δεν έχει το δικαίωμα να εξυβρίζει, να ταπεινώνει και να ασκεί εργασιακό εκφοβισμό στους συναδέλφους του.
Ο περιορισμός και η εξάλειψη του φαινομένου αυτού πρέπει να αποτελέσει πρωταρχικό στόχο της πολιτείας. Πρέπει να υπάρξουν στοχευμένες πρωτοβουλίες για την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης και αυστηρά πρόστιμα στους παραβάτες με την εισαγωγή νέων άμεσων διαδικασιών, ενώπιον της ανεξάρτητης Επιθεώρησης Εργασίας.
Ο εργαζόμενος θα πρέπει άμεσα να προβεί σε αναφορά στο Σ.ΕΠ.Ε. και στην Εθνική Αρχή Διαφάνειας για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε βάρος του εργοδότη ή του δημοσίου φορέα. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να ακολουθηθεί και η ποινική οδός, υποβάλλοντας έγκληση για όλα τα αδικήματα που τυχόν έχουν τελεστεί, όπως είναι η απειλή, εξύβριση, συκοφαντική δυσφήμιση, παράβαση καθήκοντος κλπ.
Σε περίπτωση που τελικά το πρόσωπο αυτό χάσει την εργασία του, μπορεί να ασκήσει αγωγή για την ακύρωση της καταγγελίας της σύμβασης και αποζημίωση για την ηθική βλάβη που υπέστη.
Συμπερασματικά, είναι ξεκάθαρο ότι κανείς δεν έχει δικαίωμα να χρησιμοποιεί τη θέση του και να κάνει κατάχρηση εξουσίας, επικαλούμενος ότι δήθεν έχει τρόπο να ξεφύγει από τον νόμο και να επιμένει σε μια παράνομη και ποινικά κολάσιμη συμπεριφορά. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να συγχωρούνται τέτοιες συμπεριφορές, αλλά να καταγγέλλονται και να τιμωρούνται παραδειγματικά οι παραβάτες, καθώς υπάρχει το νομικό οπλοστάσιο για τη πάταξη αυτών των απαράδεκτων πράξεων.



Exit mobile version