Στα 10 χρόνια της κρίσης, η ελληνική οικονομία συρρικνώθηκε αλλά δεν μεταρρυθμίστηκε, σύμφωνα με μελέτη της PwC Ελλάδας.
Ως πρώτη αντίδραση στη μειωμένη ζήτηση της αγοράς και τη συμπίεση του κύκλου εργασιών, οι επιχειρήσεις, σύμφωνα με την PwC, προέβησαν στη μείωση των λειτουργικών εξόδων κατά 11% και των επενδύσεων κατά 57%, προσαρμόζοντας το λειτουργικό τους μοντέλο.
Ενώ η κερδοφορία των επιχειρήσεων μειώθηκε αρχικά, κατέληξε να ανακάμπτει σε προ-κρίσης επίπεδα. Οι επιχειρήσεις επεκτάθηκαν σε νέες αγορές και αύξησαν τις εξαγωγές τους κατά 12 δισ. ευρώ. Ωστόσο, η οικονομική δραστηριότητα μετατοπίστηκε σε χαμηλότερης προστιθέμενης αξίας κλάδους.
Οι εταιρείες “Ζombie” (που παρουσιάζουν μείωση εσόδων, μηδενική ή αρνητική κερδοφορία και μη βιώσιμο δανεισμό) παρουσιάζουν ανθεκτικότητα, κατέχοντας μερίδιο της τάξης του 26% επί του συνόλου των επιχειρήσεων που επιβίωσαν, με δάνεια που αγγίζουν τα 15 δισ. ευρώ και οφειλές προς τρίτους ύψους 10 δισ. ευρώ.
Μια από τις βασικές συνέπειες της κρίσης είναι η αύξηση του κόστους κεφαλαίου. Το συγκεκριμένο, οδήγησε σε σημαντική αλλαγή στη χρηματοδότηση, αυξάνοντας το ρίσκο και λειτουργώντας αποτρεπτικά για τις επενδύσεις, κρατώντας παράλληλα την ευθυγράμμιση με τις νέες τεχνολογίες και την έρευνα και ανάπτυξη (R&D) σε χαμηλά επίπεδα. Από το 2013 έως το 2016, οι δυνατότητες δανεισμού ήταν υψηλότερες σε σχέση με τις πραγματοποιηθείσες επενδύσεις, επιβεβαιώνοντας την ανησυχία των επιχειρήσεων για το μέλλον.
Σύμφωνα με την PwC, η κρίση οδήγησε τις ελληνικές επιχειρήσεις να περιορίσουν τα μακροπρόθεσμα πλάνα τους, να αυξήσουν τη ρευστότητα τους, να μειώσουν τα λειτουργικά τους κόστη και να υιοθετήσουν μια πιο επιφυλακτική στάση απέναντι στις μεγάλες επενδύσεις.
Βγαίνοντας, όμως, από την κρίση, οι ελληνικές επιχειρήσεις χρειάζεται να επιλέξουν τη στρατηγική που θα ακολουθήσουν για να αυξήσουν την αξία της επιχείρησης τους, είτε επιταχύνοντας την ανάπτυξη τους είτε βελτιώνοντας τα περιθώρια κέρδους τους.