Έρευνα: Αυτοί είναι οι 5 τύποι Ελλήνων καταναλωτών – Οι κυρίαρχες ανησυχίες

σούπερ μάρκετ

Νέα έρευνα της ΕΥ Ελλάδος αποκαλύπτει πώς διαμορφώνονται οι πέντε τύποι Ελλήνων καταναλωτών. Πρόκειται για τη νέα καταναλωτική έρευνα, Future Consumer Index Ελλάδα 2023 που έγινε μεταξύ 30 Ιανουαρίου και 6 Φεβρουαρίου 2023 σε συνεργασία με την MRB, τα αποτελέσματα της οποίας βασίστηκαν σε δείγμα 500 Ελλήνων καταναλωτών και τα οποία παρουσίασε η ΕΥ Ελλάδος στο 8ο Delphi Economic Forum. Αναλυτικά, τα ευρήματα της έρευνας έδειξαν μεταξύ άλλων τα εξής:

Έλληνες καταναλωτές: Ποιες είναι οι 5 τυπολογίες 

Οι κυρίαρχες ανησυχίες

Το κόστος διαβίωσης αλλά και η αύξηση των τιμών φαίνεται πως εξακολουθούν να παραμένουν οι κυρίαρχες ανησυχίες, όπως αυτό προκύπτει από την έρευνα. Αναλυτικά:

Τρόφιμα, ταξίδια και τεχνολογία

Τρεις κατηγορίες δαπανών φαίνεται να ανθίστανται στην τάση αυτοπεριορισμού. Αυτές είναι οι εξής:

Παγιώνονται οι online αγορές και το σπίτι τείνει να μετατραπεί σε “hub”

Το 95% των ερωτώμενων αναφέρει ότι χρησιμοποιούσε συχνά ή μερικές φορές κατά το τελευταίο τρίμηνο, το διαδίκτυο για την ψυχαγωγία του και  το 91% για χρηματοοικονομικές ή τραπεζικές υπηρεσίες. Επίσης το 84% χρησιμοποίησε online υπηρεσίες εξυπηρέτησης πελατών  ή το 81% έκανε online αγορές.

Το online έχει παγιωθεί ως βασικό κανάλι αγορών για σημαντικό μερίδιο των καταναλωτών, διαπερνώντας όλες τις ηλικιακές ομάδες. Οι καθυστερήσεις στην παράδοση προβληματίζουν, πλέον, μόλις 1 στους 5 καταναλωτές, από έναν στους δύο το 2021, ενώ βασικό εμπόδιο σήμερα εμφανίζεται το υψηλό κόστος  για το 43% και σε μικρότερο βαθμό, η δυσκολία στην αλλαγή προϊόντων.

H αυξανόμενη διείσδυση των διαδικτυακών αγορών συνδέεται και με τη γενικότερη πρόθεση των καταναλωτών να τοποθετήσουν, μελλοντικά, το σπίτι τους στο επίκεντρο της καθημερινής τους ζωής, περνώντας περισσότερο χρόνο σε αυτό (29%), μαγειρεύοντας περισσότερο (39%) και διασκεδάζοντας περισσότερο εκεί (28%). Το σπίτι, συνεπώς, τείνει να μετατραπεί σε ένα “hub”, γύρω από το οποίο θα περιστρέφονται όλο και περισσότερες δραστηριότητες.

Ωστόσο, από τις επιμέρους ερωτήσεις για τις online αγορές προκύπτει ότι, ενώ σχεδόν οι μισοί καταναλωτές είναι θετικοί προς αυτές, μία σημαντική μειοψηφία (27%) παραμένει λιγότερο θετική.

Παραμένει μειωμένη η πιστότητα στα brands

Ο υψηλός πληθωρισμός και η ανάγκη αναζήτησης φθηνότερων εναλλακτικών λύσεων, συνεχίζουν να επιδρούν αρνητικά στην πιστότητα των καταναλωτών προς τα brands. Ένας στους δύο (53%) δηλώνει ότι οι μάρκες σήμερα αποτελούν λιγότερο σημαντικό κριτήριο σε όλες τις αγοραστικές αποφάσεις, ενώ μόλις ένας στους δέκα (11%) αναφέρει τη μάρκα του προϊόντος μεταξύ των σημαντικότερων αγοραστικών κριτηρίων σε τρία χρόνια από σήμερα. Μόνο 16% εμφανίζονται πρόθυμοι να πληρώσουν περισσότερο για μάρκες που εμπιστεύονται. Παράλληλα, οι μισοί (51%) έχουν αλλάξει τα brands που αγοράζουν, με τους περισσότερους από αυτούς (38%) να στρέφονται στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας.

Ανησυχίες για τη σωματική και την ψυχική υγεία, αλλά και αναζήτηση εμπειριών

Τρία χρόνια μετά την εκδήλωση της πανδημίας, τα ζητήματα της υγείας εξακολουθούν να ανησυχούν τους καταναλωτές, αλλά σε μικρότερο βαθμό (61%) από το κόστος διαβίωσης (73%) και τα οικονομικά (64%). Ωστόσο, για πολλά προϊόντα, ιδίως τρόφιμα και είδη προσωπικής φροντίδας, το αν ένα προϊόν είναι υγιεινό και κάνει καλό στον καταναλωτή, παραμένει το δεύτερο σημαντικότερο κριτήριο αγοράς μετά την τιμή, ενώ ένας στους τέσσερις (26%) αναφέρει ότι θα πλήρωνε περισσότερα για προϊόντα που προωθούν την υγεία και την ευεξία.

Συγχρόνως, μετά από τρία χρόνια πολύπλευρων πιέσεων και αλλαγών στην καθημερινότητα, η ψυχική υγεία αναδεικνύεται για πολλούς, σε σημαντικό παράγοντα προβληματισμού – ιδιαίτερα για τις γυναίκες και τις μικρότερες ηλικίες. 38% των ερωτώμενων ανησυχούν για την ψυχική τους υγεία, ποσοστό πολύ υψηλότερο από τους παγκόσμιους δείκτες και συγκρίσιμο με το 39% όσων ανησυχούν για τη σωματική τους υγεία. 19% των καταναλωτών εκτιμούν ότι η ψυχική τους υγεία θα επιδεινωθεί τους επόμενους μήνες, έναντι 13% που πιστεύουν το ίδιο για τη σωματική τους υγεία.

Όπως και στον υπόλοιπο κόσμο, σημαντική μερίδα των καταναλωτών φαίνεται να υιοθετούν μία πιο συγκρατημένη, υπεύθυνη και συνειδητοποιημένη καταναλωτική συμπεριφορά. Ένας στους δύο (51%) αναφέρει ότι αξίες του και ο τρόπος που βλέπει τη ζωή έχουν αλλάξει τον τελευταίο χρόνο, 85% δηλώνουν ότι προσπαθούν να μην πετούν φαγητό, και 59% ότι είναι πιο πιθανό να επιδιορθώσουν κάτι αντί να το αντικαταστήσουν. Παράλληλα, 44% αναφέρουν ότι αισθάνονται μικρότερη πίεση να ακολουθούν τις τελευταίες τάσεις της μόδας. Τρεις στους τέσσερις (76%) δηλώνουν ότι θα είναι πιο ενημερωμένοι και προσεκτικοί στα έξοδα και τις δαπάνες τους στο μέλλον, και δύο στους τρεις (68%) ότι θα δίνουν περισσότερη προσοχή στο πόσο ένα προϊόν αξίζει τα λεφτά του.

Ωστόσο, παρά τις σημερινές προκλήσεις, αρκετοί καταναλωτές αναζητούν τρόπους εκτόνωσης και εμπειρίες, δίνοντας προτεραιότητα στο «εγώ» και το «τώρα». 61% αναφέρουν ότι χαίρονται να ξοδεύουν χρήματα σε πράγματα που θα βελτιώσουν τον τρόπο ζωής τους, και 58% ότι θα ζουν περισσότερο την κάθε στιγμή, χωρίς να κάνουν μακροπρόθεσμα σχέδια. 47% δηλώνουν ότι θα δαπανούν περισσότερα σε εμπειρίες και 44% ότι χαίρονται να ξοδεύουν χρήματα για πράγματα που δεν μπορούσαν να κάνουν πριν.

Έμφαση στη βιώσιμη ανάπτυξη, αλλά πάντα στη σκιά των οικονομικών περιορισμών

Ένας στους τρεις καταναλωτές (34%) δηλώνει ότι η βιώσιμη ανάπτυξη είναι εξαιρετικά ή πολύ σημαντική κατά τη λήψη αγοραστικών αποφάσεων. Σημαντικά ποσοστά καταναλωτών δηλώνουν, επίσης, ότι υιοθετούν πρακτικές και συμπεριφορές. Ωστόσο, φαίνεται να δίνουν μεγαλύτερη έμφαση σε συμπεριφορές που οδηγούν παράλληλα και σε οικονομία χρημάτων, δημιουργώντας κάποια ερωτηματικά για τα κίνητρα των επιλογών αυτών.

Εντύπωση προκαλεί, όπως και στην περσινή έρευνα, ότι περισσότεροι από δύο στους πέντε σκοπεύουν να μειώσουν (37%) ή να σταματήσουν (7%) τις αγορές βιώσιμων προϊόντων τον επόμενο χρόνο, έναντι μόλις 15% που θα τις αυξήσουν ή θα τις ξεκινήσουν. Ως βασικοί αποτρεπτικοί παράγοντες προβάλλονται, κυρίως, η υψηλή τιμή (72%) και η χαμηλή ποιότητα (50%). Ωστόσο, οι καταναλωτές επικαλούνται και μια σειρά από λόγους που αναδεικνύουν μία έντονη δυσπιστία προς τις επιχειρήσεις και τους ισχυρισμούς τους ως προς τα βιώσιμα προϊόντα που παράγουν, όπως η έλλειψη διαθεσιμότητας πληροφοριών ή διαφάνειας, το παραπλανητικό μάρκετινγκ ή πληροφορίες σχετικά με το προϊόν και η έλλειψη εμπιστοσύνης στην εταιρεία, το κατάστημα ή το brand.

Επιχειρήσεις: Τι προτείνουν

Η  ΕΥ καταθέτει μία δέσμη προτάσεων για  να συμβάλει στην αντιμετώπιση των πρωτόγνωρων προκλήσεων που καλούνται να διαχειριστούν οι ελληνικές επιχειρήσεις στο σημερινό ρευστό καταναλωτικό περιβάλλον. Οι βασικές προτάσεις κινούνται σε 10 κεντρικούς άξονες:

Οι προτάσεις αυτές, συμπληρώνονται από κατευθυντήριες γραμμές για την αποτελεσματικότερη προσέγγιση των πέντε διαφορετικών τυπολογιών των καταναλωτών.

 

 

 

Exit mobile version