Η Επιθεώρηση Εργασίας, αξιοποιώντας τις δυνατότητες της ψηφιακής κάρτας εργασίας, έχει προχωρήσει ήδη σε ελέγχους για 17.339 εργαζόμενους, σε τράπεζες και σούπερ μάρκετ. Οι έλεγχοι αυτοί εντάχθηκαν στο πλαίσιο 650 «εξορμήσεων», οπότε επιβλήθηκαν πρόστιμα ύψους 327.321 ευρώ σε 55 περιπτώσεις, για τις εξής παραβάσεις:
– Εργασία σε ημέρα ανάπαυσης.
– Μη καταβολή αμοιβής, πέρα του δηλωμένου ωραρίου.
– Μη υποβολή δήλωσης οργάνωσης χρόνου εργασίας.
– Μη υποβολή στοιχείων ψηφιακής κάρτας.
– Μη καταβολή προσαύξησης πρόσθετης εργασίας υπερεργασίας.
– Μη παραχώρηση ρεπό.
Μετά από την παρέμβαση των επιθεωρητών, σε 138 σημεία ελέγχου επήλθε συμμόρφωση και έγινε καταβολή πρόσθετης μισθοδοσίας σε 2.603 εργαζόμενους.
Με την ψηφιακή κάρτα εργασίας διευκολύνεται ο έλεγχος από την Επιθεώρηση Εργασίας, με διαφανείς και αντικειμενικές διαδικασίες. Πλέον, οι έλεγχοι μπορεί να γίνονται και απομακρυσμένα, εφόσον οι επιθεωρητές ελέγχουν μέσω του ΕΡΓΑΝΗ τις καταγραφές των χτυπημάτων έναρξης και λήξης του ωραρίου των εργαζομένων και μπορούν να διαπιστώνουν σε βάθος χρόνου πραγματοποιημένες υπερωρίες και στη συνέχεια να
ελέγχουν την πληρωμή τους.
Αντίθετα στο παρελθόν, για να διαπιστωθεί υπερωριακή απασχόληση, έπρεπε να οργανωθούν τόσες επιτόπιες επισκέψεις όσες και οι ημέρες εργασίας, οι οποίες αποτελούσαν το αντικείμενο του ελέγχου – π.χ. για ένα μήνα έπρεπε να γίνουν 25 επιτόπιες επισκέψεις, πράγμα αδύνατο – και μάλιστα σε περισσότερους εργασιακούς χώρους, αν η επιχείρηση διέθετε υποκαταστήματα. Ένας έλεγχος για την τήρηση του μηνιαίου ωραρίου με το εργαλείο του συστήματος της ψηφιακής κάρτας ισοδυναμεί σε ποιοτικό αποτέλεσμα ακόμα και με 25 ελέγχους των επιθεωρητών στο παρελθόν. Επιπλέον, είναι ευχερής και σε βάθος χρόνου η διαπίστωση παραβάσεων πενθήμερης απασχόλησης και εβδομαδιαίας ανάπαυσης.
Με την προσθήκη της ψηφιακής κάρτας δημιουργείται ένα ισχυρό σύστημα ελέγχου, η στοιχειοθέτηση των παραβάσεων γίνεται με στέρεα και αντικειμενικά δεδομένα, που – όπως προκύπτει από τα ποσοστιαία στοιχεία – ωθεί τις επιχειρήσεις στη συμμόρφωση.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τόσο την τήρηση της νομοθεσίας για τα χρονικά όρια εργασίας, όσο και στην καταβολή αμοιβών για υπερωριακή και πρόσθετη απασχόληση.