Αντίστροφα μετράει ο χρόνος για επιχειρήσεις που έλαβαν Επιστρεπτέα Προκαταβολή, αλλά ως τώρα δεν έχουν προσκομίσει τα απαραίτητα δικαιολογητικά: Σε περίπτωση που δεν το πράξουν τότε θα πρέπει να δώσουν πίσω στο Κράτος ολόκληρα τα ποσά της Επιστρεπτέας που εισέπραξαν κατά την περίοδο της πανδημίας: Και όχι μόνον πρέπει να επιστρέψουν το 100% της ενίσχυσης, αλλά θα το κάνουν και με τόκο και επιπλέον τα ποσά επιβάλλεται να τα δώσουν εφάπαξ!
Γράφει ο Βαγγέλης Δουράκης
Η προθεσμία για την υποβολή των ορθών δικαιολογητικών λήγει στο τέλος του μήνα και όπως όλα δείχνουν αυτή η παράταση θα είναι και η τελευταία: Όσοι δεν καταφέρουν να τα προσκομίσουν θα πρέπει να βρουν τα χρήματα που απαιτούνται για να καταβάλλουν άμεσα στο δημόσιο τα ποσά που εισέπραξαν κατά την διάρκεια της πανδημίας.
Ποιοι θα γλιτώσουν την επιστροφή της ενίσχυσης
Αν μη τι άλλο ανάμεσα στους «τυχερούς», εκείνους δηλαδή που δεν θα κινδυνεύσουν εντέλει να επιτρέψουν την ενίσχυση, είναι όσοι παραβίασαν για τυπικούς λόγους τον όρο για διατήρηση του αριθμού των εργαζομένων: Το ζήτημα διευθετήθηκε μετά από παρέμβαση του υπουργείου Οικονομικών. Είχαν προηγηθεί φωνές τόσο επιχειρηματιών όσο και φοροτεχνικών και λογιστών οι οποίοι έλεγαν ότι δεν είναι λίγοι εκείνοι οι επαγγελματίες που δεν έκαναν σκόπιμα την παραβίαση του όρου για την διατήρηση του αριθμού των εργαζομένων και πως αυτή προέκυψε λόγω λανθασμένης ερμηνείας και εφαρμογής του νόμου. Το αποτέλεσμα ήταν το υπουργείο Οικονομικών με απόφασή του να υιοθετεί συγκεκριμένες βελτιώσεις, οι οποίες ουσιαστικά δίνουν «άφεση αμαρτιών» σε όσους βρέθηκαν σε αυτή την θέση εμφανώς λόγω … «τεχνικού» λάθους. Όπως είχε επισημάνει ο κλάδος των φοροτεχνικών και λογιστών «χιλιάδες επιχειρήσεις βρίσκονται τώρα στη δυσάρεστη θέση να επιστρέψουν τα συνολικά ληφθέντα ποσά των επιστρεπτέων προκαταβολών και μάλιστα εντόκως. Εφόσον σε όλες αυτές τις περιπτώσεις για τις οποίες προέκυψε το θέμα, όντως δεν τηρήθηκε ο όρος διατήρησης του προσωπικού (σ.σ. και δεν οφείλεται σε λάθος του συστήματος ή σε κάτι άλλο), τότε αυτό το γεγονός κατά την άποψή μας είναι απότοκο της πολυπλοκότητας των αποφάσεων αυτών και του όλου θεσμικού πλαισίου, αλλά κυρίως της πληθώρας των νομοθετημάτων και των αποφάσεων εν μέσω της πανδημίας του covid». Τονίζουν μάλιστα πως «οι ρυθμοί νομοθέτησης ήταν φρενήρεις και είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία κλίματος ανασφάλειας που ενισχύονταν από τη σύγχυση που επικρατούσε και από το ότι οι ίδιες οι αποφάσεις ήταν ασαφείς και οι διευκρινίσεις ελάχιστες».
Και συνεχίζουν: «Το πρόβλημα που δημιουργήθηκε είναι μείζον και έχοντας υπόψη τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις και τούτο το χρονικό διάστημα, το να κληθούν να επιστρέψουν και μάλιστα εντόκως τα ποσά των επιστρεπτέων προκαταβολών, αυτό θα αποτελέσει βρόχο για τους επιχειρηματίες που προσπαθούν με δυσκολία να αντεπεξέλθουν στις τρέχουσες καταστάσεις που επήλθαν λόγω της παγκόσμιας κρίσης μετά τον covid και τις εξελίξεις στο γεωπολιτικό επίπεδο και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Θεωρούμε πως η μη διατήρηση του προσωπικού οφείλεται είτε σε λάθος ή σε μη ορθή ερμηνεία του νομοθετικού πλαισίου και όχι σε δόλια συμπεριφορά. Θεωρούμε πως στη συντριπτική πλειονότητά τους οι επιχειρήσεις δεν προέβησαν σε μείωση του προσωπικού τους ηθελημένα, αλλά όλο αυτό έγινε από λάθος ερμηνεία των διατάξεων και ήταν επαναπαυμένοι πως δεν έκαναν κάτι λανθασμένο».
Τι άλλαξε για τον αριθμό των εργαζομένων
Μέσα σε αυτό το κλίμα λοιπόν ήρθε υπουργική απόφαση του Χρήστου Σταϊκούρα που κάνει σαφές πως πλέον θα λαμβάνεται υπόψη ότι έχει τηρηθεί η υποχρέωση διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων εφόσον η διαφορά του μέσου όρου εργαζομένων κατά τους μήνες υποχρέωσης διατήρησης διαφέρει κατά λιγότερο από μία μονάδα (έναντι του μηδενός που ίσχυε ως τώρα) σε σχέση με τον αρχικό αριθμό εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση.
Με την ίδια απόφαση παρατείνονται και μια σειρά από προθεσμίες που συνδέονται με την Επιστρεπτέα.
Συγκεκριμένα η απόφαση αυτολεξεί αναφέρει:
«Σε συνέχεια σειράς θεσμικών παρεμβάσεων της κυβέρνησης και του υπουργείου Οικονομικών για την ενίσχυση των επιχειρήσεων που επλήγησαν από τις οικονομικές επιπτώσεις του Covid-19, μέσω των επτά κύκλων της Επιστρεπτέας Προκαταβολής, δρομολογήθηκε η έκδοση Κοινής Υπουργικής Απόφασης για την αντιμετώπιση τεχνικών ζητημάτων τα οποία προέκυψαν κατά την έκδοση βεβαιώσεων αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών της επιστρεπτέας προκαταβολής που πραγματοποιήθηκε στις 02/11/2022.
Ειδικότερα, σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών, με την εν λόγω Κοινή Υπουργική Απόφαση θα προβλέπονται τα εξής:
1ον. Εξαντλώντας κάθε δυνατό χρονικό περιθώριο, παρατείνεται αυστηρά έως τις 31/01/2023, η καταβολή των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών της επιστρεπτέας προκαταβολής.
Παράλληλα, παρατείνεται έως τις 30/12/2022 η προθεσμία υποβολής δικαιολογητικών στην ηλεκτρονική πλατφόρμα «myBusinessSupport» της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων για όσες επιχειρήσεις – δικαιούχους δεν έχουν ακόμη υποβάλει πλήρως τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για τη λήψη ενισχύσεων μέσω της Επιστρεπτέας Προκαταβολής.
2ον. Διευκρινίζεται ότι για το κριτήριο χορήγησης της ενίσχυσης της Επιστρεπτέας Προκαταβολής που αφορά στη διατήρηση του μέσου όρου του αριθμού των εργαζομένων, βάσει των στοιχείων του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, πλέον θα λαμβάνεται υπόψη ότι έχει τηρηθεί η υποχρέωση διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων εφόσον η διαφορά του μέσου όρου εργαζομένων κατά τους μήνες υποχρέωσης διατήρησης διαφέρει κατά λιγότερο από μία μονάδα (έναντι του μηδενός που ίσχυε ως τώρα) σε σχέση με τον αρχικό αριθμό εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση.
Με αυτόν τον τρόπο, εάν, για παράδειγμα, μία επιχείρηση κατήγγειλε τη σύμβαση ενός εργαζομένου έναν μήνα, αλλά προσέλαβε άλλο εργαζόμενο τον επόμενο μήνα, θα θεωρείται ότι πληροί το κριτήριο διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων.
3ον. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, για τις περιπτώσεις που βεβαιώθηκαν αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά βάσει των εκκαθαρίσεων που διενεργήθηκαν στις 02/11/2022, εάν παύσουν πλέον να ισχύουν οι λόγοι απόρριψης με την προσκόμιση των απαιτούμενων δικαιολογητικών, αυτά θα επαναβεβαιωθούν, με τους ίδιους όρους που ισχύουν για τους υπόλοιπους ωφελούμενους»