Το νέο καθεστώς στήριξης των επιχειρήσεων υπό τη μορφή επιδότησης επί των παγίων δαπανών εξειδίκευσε ο Γενικός Γραμματέας Οικονομικής Πολιτικής του υπουργείου Οικονομικών, Χρήστος Τριαντόπουλος. Ο κ. Τριαντόπουλος είπε, ότι ο σκοπός του νέου καθεστώτος είναι η επιδότηση
επιχειρήσεων με εργαζομένους, μέσω πιστωτικού που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την
αποπληρωμή μελλοντικών φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων. Συγκεκριμένα, η επιχείρηση θα έχει το δικαίωμα
να επιλέξει το ποσό της ενίσχυσης που θέλει να κατανείμει για την πληρωμή
φορολογικών οφειλών και το ποσό που θέλει να χρησιμοποιήσει για την πληρωμή
ασφαλιστικών οφειλών. Η ενίσχυση θα υπολογιστεί ως ποσοστό των παγίων
δαπανών που πραγματοποιήθηκαν εντός του 2020 και δεν έχουν καλυφθεί από τις
ενισχύσεις που έχουν δοθεί από το κράτος. Έτσι, αξιοποιείται και η πρόβλεψη του σημείου 3.12
του Προσωρινού Πλαισίου για τη στήριξη επιχειρήσεων.
Οι επιχειρήσεις που θα είναι επιλέξιμες θα πρέπει
να πληρούν σωρευτικά τα εξής:
-Να ανήκουν σε πληττόμενους κλάδους.
-Να απασχολούν τουλάχιστον έναν εργαζόμενο με
εξαρτημένη σχέση εργασίας πλήρους απασχόλησης.
-Να έχουν υποβάλλει όλες τις περιοδικές δηλώσεις
ΦΠΑ και τις δηλώσεις Ε3 για την περίοδο που υποχρεούνται.
-Nα
παρουσιάζουν ζημιά προ φόρων τουλάχιστον 30% είτε σε σχέση με τα ακαθάριστα
έσοδά τους, είτε σε σχέση με τα συνολικά έξοδά τους για το 2020.
-Να παρουσιάζουν πτώση τζίρου τουλάχιστον 30% το
2020 σε σχέση με το 2019. Ειδική πρόβλεψη, ωστόσο, θα υπάρχει για τις νέες
επιχειρήσεις και τις επιχειρήσεις που απέκτησαν πρόσφατα υποκατάστημα, δίνοντας
έμφαση στο κριτήριο της ζημιάς, και όχι σε αυτό της πτώσης τζίρου.
Φυσικά, όπως γενικότερα ισχύει στο Προσωρινό
Πλαίσιο, η στήριξη δεν αφορά επιχειρήσεις που ήταν ήδη προβληματικές το 2019,
με την εξαίρεση, όμως, των πολύ μικρών ή μικρών επιχειρήσεων.
Όπως προαναφέρθηκε, το ποσό της στήριξης
προσδιορίζεται ως ποσοστό επί της
διαφοράς των παγίων δαπανών που κατέβαλε η επιχείρηση εντός του 2020 και των
ενισχύσεων που έχει λάβει.
Ειδικότερα, ως πάγιες δαπάνες θα υπολογίζονται οι
δαπάνες που κατέβαλε το 2020 η επιχείρηση για:
-παροχές σε εργαζόμενους,
-ασφαλιστικές εισφορές αυτοαπασχολούμενων,
-ενέργεια,
-ύδρευση,
-τηλεπικοινωνίες,
-ενοίκια,
-λοιπά λειτουργικά έξοδα, και
-χρεωστικούς τόκους και συναφή έξοδα.
Είναι δαπάνες που αποτυπώνονται στο έντυπο Ε3.
Ως ενισχύσεις θα λαμβάνονται υπόψη οι ενισχύσεις
που έλαβε η επιχείρηση μέσα στο 2020, στο πλαίσιο της αντιμετώπισης των
συνεπειών της πανδημίας.
Το ποσοστό της ενίσχυσης
Όσον αφορά στο ποσοστό της ενίσχυσης, αυτό θα
προσδιοριστεί, αφού ολοκληρωθούν οι αιτήσεις των επιχειρήσεων, με βάση τον
διαθέσιμο προϋπολογισμό του προγράμματος, ο οποίος και υπολογίζεται στα 500
εκατ. ευρώ. Το ποσοστό της ενίσχυσης θα διαφοροποιείται με βάση
τη πτώση του τζίρου, καθώς θα είναι υψηλότερο για επιχειρήσεις που είχαν πτώση
τζίρου άνω του 60%.
Παράλληλα, θα υπάρχουν και ανώτατα όρια στο ύψος
της ενίσχυσης, το οποίο:
-Δεν μπορεί να υπερβαίνει το 70% επί των ζημιών
προ φόρων για τις μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις και το 90% για τις μικρές
και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
-Δεν μπορεί να υπερβαίνει την απώλεια τζίρου
μεταξύ του 2020 και του 2019, με ειδική μέριμνα, όμως, για τις νέες
επιχειρήσεις και τις επιχειρήσεις που άνοιξαν πρόσφατα υποκατάστημα.
-Δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1,5 εκατ. ευρώ.
Τέλος, αλλά όχι ήσσονος σημασίας, οι δικαιούχοι
υποχρεούνται να διατηρήσουν κατά μέσο όρο τον αριθμό του προσωπικού που
απασχολούν έως την 31η Δεκεμβρίου 2021.
Σύμφωνα με το σχετικό χρονοδιάγραμμα, ο στόχος
είναι, μετά τη διαδικασία αιτήσεων, τα πιστωτικά να εκδοθούν έως τα τέλη Μαΐου
2021.