Ελλειμμα μισού δισ. ευρώ στα δημόσια ταμεία από τα φάρμακα

Σοβαρές επιπτώσεις στην εθνική οικονομία μπορεί να επιφέρει περαιτέρω μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης.

Μείωση της αντίστοιχης δαπάνης κατά ένα εκατομμύριο ευρώ μεταφράζεται σε απώλεια τρεισήμισι θέσεων εργασίας από όλες τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον χώρο του φαρμάκου, συμπεριλαμβανομένων των φαρμακείων, και σημαντικών φορολογικών εσόδων.

Μέσα σε μια τετραετία τα έσοδα από τη φορολογία των κερδών των επιχειρήσεων του κλάδου μειώθηκαν κατά 207 εκατομμύρια ευρώ.

Να σημειωθεί ότι η δημόσια εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, δηλαδή αυτή που καλύπτεται από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, ανήλθε το 2013 στα 2,37 δισ. ευρώ – ήταν μειωμένη κατά 2,73 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2009 -, ενώ το 2014 αναμένεται να διαμορφωθεί στα 2 δισ. ευρώ, αφού η υπέρβαση αναμένεται να επιστραφεί στον ΕΟΠΥΥ με την εφαρμογή του clawback.

 

Η ανάδειξη των κινδύνων

Τα παραπάνω συμπεράσματα προκύπτουν από μελέτη που εκπονήθηκε από το Ινστιτούτο Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής υπό την επιστημονική ευθύνη του επίκουρου καθηγητή Πολιτικής Υγείας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Κυριάκου Σουλιώτη, με θέμα «Οι επιπτώσεις της Μείωσης της Φαρμακευτικής Δαπάνης στα Δημόσια Έσοδα».

Σκοπός της μελέτης είναι η ανάδειξη των κινδύνων που ανακύπτουν για την ελληνική οικονομία και ειδικότερα για τα δημόσια έσοδα της χώρας από την υλοποίηση του στόχου της περαιτέρω μείωσης της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης στα επίπεδα του 1% του ΑΕΠ.

«Δεδομένης δε της μείωσης της φαρμακευτικής δαπάνης κατά 50% μεταξύ 2009 και 2013, το ερώτημα που ανακύπτει αφορά την αναζήτηση του ελάχιστου μεγέθους κάτω από το οποίο οποιαδήποτε περαιτέρω μείωση των δημοσίων δαπανών για φάρμακα δεν είναι συμφέρουσα και αποδοτική για το Ελληνικό Δημόσιο και την ελληνική οικονομία και κοινωνία» σημειώνει ο καθηγητής.

Η έννοια του κινδύνου αποτυπώνεται με την εκτίμηση των απωλειών στα αναλογούντα φορολογικά και ασφαλιστικά έσοδα από την υπό διαμόρφωση, λόγω της δημοσιονομικής προσαρμογής, μιας νέας, συρρικνούμενης φαρμακευτικής αγοράς.

Αξίζει να αναφερθεί ότι η μελέτη διερευνά μόνο την άμεση δημοσιονομική επίδραση της μείωσης της φαρμακευτικής δαπάνης, χωρίς να εξετάζει την επίπτωση σε άλλους κλάδους (έμμεσες και προκαλούμενες επιπτώσεις) ή τις οικονομικές συνέπειες από ενδεχόμενα προβλήματα πρόσβασης των ασθενών στη θεραπεία λόγω της διαρκούς συρρίκνωσης της εν λόγω αγοράς. Επίσης, δεν εξετάζεται η μετακύλιση της δαπάνης σε άλλα κέντρα κόστους εντός του συστήματος υγείας.

 

Ειδικότερα, από τη μελέτη προκύπτουν τα ακόλουθα συμπεράσματα:

Η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη μειώθηκε κατά το ήμισυ από το 2009 (5,1 δισ.) ως το 2013 (2,37 δισ.). Μειώθηκε δηλαδή κατά 2,73 δισ. ευρώ.

Την ίδια χρονική περίοδο οι θέσεις εργασίας μειώθηκαν κατά 30%. Αυτό σημαίνει ότι έχασαν την εργασία τους, μόνο από τον χώρο του φαρμάκου, 9.600 άνθρωποι. Μαζί τους χάθηκαν, ανά εργαζόμενο σε ετήσια βάση, 5.000 ευρώ φόρος εισοδήματος, 9.000 ευρώ ασφαλιστικές εισφορές και 2.500 ευρώ από ΦΠΑ.

Με κάθε εκατομμύριο μείωσης της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης χάνονται τρεισήμισι θέσεις εργασίας.

Τα έσοδα από τη φορολογία κερδών των επιχειρήσεων του φαρμακευτικού κλάδου ήταν 331 εκατ. ευρώ το 2009, 262 εκατ. το 2010, 234 εκατ. το 2011, 165 εκατ. το 2012 και 124 εκατ. το 2013.

Συνολικά οι απώλειες του Δημοσίου αποκλειστικά και μόνο από την απασχόληση προσεγγίζουν την υπό εξέταση περίοδο (2009-2013) τα 247 εκατ. ευρώ, με τα απολεσθέντα έσοδα μόνο της περιόδου 2012-2013 να ανέρχονται σε 147 εκατ. ευρώ.

Αντιστοίχως οι απώλειες φορολογικών εσόδων των επιχειρήσεων του κλάδου ανέρχονται σε 207 εκατ. ευρώ την περίοδο 2009-2013 με τα 41 εκατ. ευρώ να αφορούν μόνο το διάστημα 2012-2013.

Τα επιδόματα ανεργίας που δόθηκαν το 2010 ήταν 9,5 εκατ. ευρώ, 479.000 ευρώ το 2011, 8,1 εκατ. ευρώ το 2012 και 27,7 εκατ. ευρώ το 2013.

 

Στα 454 εκατ. ευρώ οι συνολικές απώλειες

Σύμφωνα με τον κ. Σουλιώτη, οι συνολικές απώλειες των δημοσίων εσόδων από τη μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης την περίοδο 2009-2013 ανήλθαν σε 454 εκατ. ευρώ.

Από αυτά, 57 εκατ. ευρώ ήταν έσοδα από τον φόρο εισοδήματος των εργαζομένων, 114 εκατ. ευρώ ήταν εισφορές ασφαλιστικών Ταμείων (κύρια και επικουρική), 30 εκατ. ευρώ ήταν έσοδα από ΦΠΑ εργαζομένων, 207 εκατ. ευρώ ήταν έσοδα από φορολογία των κερδών των επιχειρήσεων του κλάδου του φαρμάκου και 46 εκατ. ευρώ από επιδόματα ανεργίας.

Μόνο τα έτη 2012-2013 χάθηκαν 188 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 34 εκατ. ήταν έσοδα από φόρο εισοδήματος, 67 εκατ. από εισφορές ασφαλιστικών Ταμείων, 18 εκατ. έσοδα από ΦΠΑ εργαζομένων 41 εκατ. έσοδα από φορολογία κερδών και 28 εκατ. επιδόματα ανεργίας. Το 41% της συνολικής απώλειας εσόδων δημιουργήθηκε μεταξύ των ετών 2012-2013.

 

Από τη σπατάλη στην… Εντατική

«Το εύρημα ότι πάνω από το 40% των απωλειών προκλήθηκε την περίοδο 2012-2013» σχολιάζει ο κ. Σουλιώτης, «επιβεβαιώνει τη βασική υπόθεση εργασίας της μελέτης ότι όσο η φαρμακευτική δαπάνη (ή ο στόχος αυτής) μειώνεται, η επίπτωση στα δημόσια έσοδα θα είναι ολοένα μεγαλύτερη, καθώς στα πρώτα έτη τής υπό εξέτασης περιόδου είναι γνωστό ότι η μείωση αφορά κυρίως σπατάλη.

Έτσι, ο σχετικός πολλαπλασιαστής λαμβάνει την περίοδο 2012-2013 την τιμή 0,47, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι για κάθε 100 εκατ. ευρώ μείωσης της φαρμακευτικής δαπάνης, οι απώλειες του Δημοσίου σε όρους εσόδων προσεγγίζουν (ανώτατη απώλεια) τα 47 εκατ. ευρώ».

Οι συντάκτες της μελέτης εκφράζουν την ανάγκη μιας πιο σφαιρικής προσέγγισης στην αγορά φαρμάκου, η οποία θα υπερβαίνει τη στενά δημοσιονομική οπτική και θα λαμβάνει υπόψη της τόσο τις απώλειες εσόδων για το Δημόσιο όσο και τις τάσεις που καταγράφονται σχετικά με τη διαρκή αύξηση της συμμετοχής των ασθενών, καθώς και την αύξηση των ασθενών που αναζητούν φροντίδα υγείας σε περιβάλλον νοσηλείας.

 

Πηγή: in.gr

Exit mobile version