Σημαντική είναι η συνεισφορά του προγράμματος αγοράς ελληνικών ομολόγων της ΕΚΤ στην συγκράτηση των επιτοκίων, όπως τόνισε ο διοικητής της
Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας μιλώντας στο πέμπτο συνέδριο
προσομοίωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Όπως είπε ο κ. Στουρνάρας αναφορικά με τη συνεισφορά του προγράμματος ΡΕΡΡ για την εξομάλυνση των συνθηκών ρευστότητας κατά την κρίση της πανδημίας : «Το πρόγραμμα αυτό επιστρατεύτηκε άμεσα μετά την εμφάνιση της πανδημίας και, όπως έχει ανακοινωθεί στις 10 Δεκεμβρίου 2020, οι καθαρές μηνιαίες αγορές θα διαρκέσουν τουλάχιστον έως τον Μάρτιο του 2022 και πάντως μέχρι να κρίνουμε ότι η κρίση της πανδημίας έχει παρέλθει. Θεωρείται πολύ αποτελεσματικό στη συγκράτηση της ανόδου, λόγω υψηλής αβεβαιότητας, των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων και των μεταξύ τους αποκλίσεων. Ταυτόχρονα διασφαλίζεται η ομαλή λειτουργία του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ ».
Στο έκτακτο πρόγραμμα PEPP χορηγήθηκε στους τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου παρέκκλιση από τις απαιτήσεις ελάχιστης πιστοληπτικής διαβάθμισης, που ισχύουν στο τακτικό πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων (Public Sector Purchase Programme – PSPP), πράγμα που συντέλεσε στον περιορισμό των επιπτώσεων της πανδημίας στις χρηματοπιστωτικές συνθήκες στην Ελλάδα», συμπλήρωσε.
Η ΕΚΤ έχει ήδη αγοράσει ελληνικά ομόλογα ύψους 35 δισ. ευρώ
Σημειώνεται ότι μέσω του προγράμματος αυτού η ΕΚΤ έχει ήδη αγοράσει ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου ύψους 35 δισ. ευρώ. Οι αποφάσεις, σχετικά με το πρόγραμμα αυτό, όπως μετέδωσε χθες το ΑΠΕ-ΜΠΕ είναι πιθανόν να ληφθούν στη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ στις 16 Δεκεμβρίου. Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό του προγράμματος η ΕΚΤ θα συνεχίσει έως το τέλος του 2023 να «ανανεώνει» όσα ομόλογα λήγουν, χωρίς όμως να προσφέρει πρόσθετη ρευστότητα.