Για δραματική επιδείνωση της ήδη κακής εικόνας του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος λόγω της πολιτικής των μνημονίων, κάνει λόγο η Ετήσια Έκθεση για την Εκπαίδευση 2015 του Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΚΑΝΕΠ) της ΓΣΕΕ.
«Η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στην υποχρηματοδότηση και στις ανισότητες, ουραγός στην καινοτομία και στα εκπαιδευτικά αποτελέσματα στην ΕΕ», αναφέρει η έκθεση με τίτλο “Η ταυτότητα της ελληνικής Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης από το 2002 έως το 2014”.
Όπως τονίζεται στα συμπεράσματα της έρευνας που παρουσιάστηκε σήμερα από τον Νίκο Παϊζη, μαθηματικό-ερευνητή, επιστημονικό σύμβουλο του ΚΑΝΕΠ/ΓΣΕΕ, παρουσία του υπουργού Παιδείας Νίκου Φίλη, στο αμφιθέατρο της ΓΣΕΕ, «η εικόνα της ελληνικής πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε σύγκριση με το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι προκαλεί βαθύτατη ανησυχία για το μέλλον των νεότερων γενιών και για το ίδιο το μέλλον της Ελλάδας».
Σύμφωνα με την έκθεση που επικαλείται το Αθηναϊκό Πρακτορείο, είναι οδυνηρές οι επιπτώσεις της υποχρηματοδότησης στην εκπαίδευση, με το πρόβλημα να εστιάζεται κυρίως στην προσχολική εκπαίδευση, οι υποδομές της οποίας δεν καλύπτουν το σύνολο των αναγκών των νηπίων. Επίσης, στο σύνολο των σχολείων της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης παρουσιάζονται σοβαρότατα προβλήματα και ελλείψεις, τόσο σε κτίρια όσο και σε χώρους εστίασης, εργαστηριακές υποδομές, χώρους πολλαπλών δραστηριοτήτων, αλλά και σε κατάλληλο διαδακτικό εξοπλισμό. Ακόμη ένα ιδιαίτερο εύρημα που καταδεικνύει η έκθεση, είναι το γεγονός ότι η Ελλάδα, παρότι δεν παρουσιάζει ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά σχολικής διαρροής, εμφανίζει ραγδαία αύξηση του αριθμού των NEETs δηλαδή των νέων ανθρώπων έξω από την εκπαίδευση, την εργασία και την κατάρτιση.
Η ασφυκτική πολιτική της λιτότητας στο χώρο της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης έχει επίσης -αναφέρει η έκθεση του ΚΑΝΕΠ- προκαλέσει την έξαρση των εκπαιδευτικών/κοινωνικών ανισοτήτων. Η Ελλάδα σημειώνει το μεγαλύτερο εύρος ανισοκατανομής πόρων ανάμεσα σε προνομιούχα (κοινωνικο-οικονομικά και πολιτιστικά) και μη-προνομιούχα σχολεία. Επίσης, είναι μεταξύ των ευρωπαίων πρωταθλητών της ανεργίας των νέων με πτυχίο.
Η υποχρηματοδότηση μαζί με «τα αναποτελεσματικά προγράμματα σπουδών, όπως αναφέρεται στα συμπεράσματα, οδηγεί την Ελλάδα σε χαμηλές επιδόσεις στα παραγόμενα εκπαιδευτικά αποτελέσματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι μαθητές των ελληνικών σχολείων καταλαμβάνουν τις τελευταίες θέσεις στην επίδοση στα βασικά γνωστικά αντικείμενα (μαθηματικά, γλώσσα, φυσικές επιστήμες). Εξάλλου, στους επτά διαθέσιμους στόχους που θέτει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να διαπιστωθεί η πρόοδος εκσυγχρονισμού των εκπαιδευτικών συστημάτων, η Ελλάδα δεν βρίσκεται σε κανέναν από αυτούς μέσα στην πρώτη σε επίδοση πεντάδα χωρών.
«Βρισκόμαστε προ των πυλών μιας πανεθνικής εκπαιδευτικής τραγωδίας χωρίς ιστορικό προηγούμενο τις τελευταίες δεκαετίες» κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου οι ερευνητές του ΚΑΝΕΠ της ΓΣΕΕ στα συμπεράσματα της έκθεσης και υπογραμμίζουν ότι το ζήτημα είναι βαθύτατα πολιτικό.
Η έκθεση μελετά τα βασικά μεγέθη της ελληνικής πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με συγκριτική αποτύπωση όλων των διαθέσιμων οικονομικών και μη-οικονομικών μεγεθών της για την περίοδο 2002-2014 και τη θέση της στο ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο αναφοράς.