Με τη θέση πως το τραπεζικό σύστημα μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό
ρόλο στην διαρκή ενίσχυση της οικονομίας, συμφώνησαν οι δύο πλευρές, ενώ η ΕΕΤ
δέχθηκε να αποτελέσει μέρος ενός ευρύτερου forum, που θα συζητά και θα
προτείνει λύσεις επωφελείς για την οικονομία και την ανάπτυξη.
Ο εγχώριος τραπεζικός κλάδος σταθεροποιήθηκε το 2016, σημειώνοντας σαφή
στοιχεία βελτίωσης, επισημαίνεται σε σημερινή ανακοίνωση της Ελληνικής Ένωσης
Τραπεζών (ΕΕΤ), με αφορμή την εποικοδομητική, όπως αναφέρει, συνάντηση που είχε
σήμερα με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Γιάννη
Δραγασάκη και τον υφυπουργό παρά τω πρωθυπουργώ Δημήτριο Λιάκο.
Ειδικότερα στην ανακοίνωση της ΕΕΤ αναφέρεται ότι οι τράπεζες
επέστρεψαν σε οργανική κερδοφορία και ενίσχυσαν περαιτέρω τους δείκτες
κεφαλαιακής τους επάρκειας, που διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα.
Επίσης, το 2016 βελτιώθηκαν οι συνθήκες ρευστότητάς τους με την
επιστροφή καταθέσεων ύψους 4,2 δισ. ευρώ και καταρτίστηκαν συμφωνίες
χρηματοδότησης των τραπεζών από τις διεθνείς αγορές ύψους 18,8 δισ. ευρώ.
Ταυτόχρονα περιορίστηκε η εξάρτηση για ρευστότητα από το ευρωσύστημα
κατά 40,9 δις. ευρώ και σημειώθηκε επιβράδυνση της αρνητικής πιστωτικής
επέκτασης -1,4% τον Δεκέμβριο 2016, (σε ετήσια βάση), έναντι -2% και -3,1% τον
Δεκέμβριο 2015 και 2014.
Το τελευταίο τρίμηνο του έτους, επανήλθε σε θετική πορεία ο ρυθμός
χρηματοδότησης των επιχειρήσεων και σταθεροποιήθηκε το ύψος των μη
εξυπηρετούμενων δανείων (NPEs/NPLs), με διαφαινόμενη μείωσή τους το τελευταίο
εξάμηνο του 2016.
Υλοποιήθηκαν επίσης όλες οι αλλαγές στα διοικητικά συμβούλια των
ελληνικών τραπεζών, η σύνθεση των οποίων στηρίζεται σε αυστηρά κριτήρια και
πλαίσιο πέρα και πάνω από τις ελάχιστες ευρωπαϊκές οδηγίες και προδιαγραφές.
Το ίδιο χρονικό διάστημα, επισημαίνει η ΕΕΤ, οι ελληνικές τράπεζες, στήριξαν
ενεργά την ανάπτυξη της χώρας και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με:
– την υλοποίηση των αναπτυξιακών προγραμμάτων, των ταμείων
χρηματοδότησης και των προγραμμάτων των διεθνών επίσημων χρηματοδοτικών φορέων
(EBRD, EIB, EIF, Juncker Plan)
– την σημαντική ενίσχυση και διάδοση της χρήσης των ηλεκτρονικών μέσων
πληρωμών, που συμβάλλουν στην αποτελεσματικότητα, την σημαντική μείωση του
κόστους συναλλαγών και στον περιορισμό της φοροδιαφυγής (ενδεικτικά:
εγκατεστημένα POS 320.000 το 2016, έναντι 219.070 το 2015, ο αριθμός καρτών σε
κυκλοφορία αυξήθηκε κατά 440.000 και έφτασε τα 14,6 εκατ. το α΄ εξάμηνο 2016,
έναντι 14,16 εκατ. το β΄ εξάμηνο 2015, ενώ ο αριθμός των συναλλαγών μέσω καρτών
ανήλθε σε 233 εκατ. (+58% σε ετήσια βάση), το δε κόστος από τη χρήση POS έχει
σημαντικά μειωθεί).
– Την στενή συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές και το υπουργείο
Οικονομικών για την καταπολέμηση φαινομένων ξεπλύματος μαύρου χρήματος και
φοροδιαφυγής.
– Την δέσμευση του κλάδου για σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων
δανείων κατά 38% ή 40 δισ. ευρώ την επόμενη τριετία, ώστε, ν’ απελευθερωθούν
παραγωγικοί πόροι.
– Την τήρηση των συλλογικών και επιχειρησιακών συμβάσεων εργασίας του
Ανθρώπινου Δυναμικού των Τραπεζών, και μείωση του προσωπικού με υλοποίηση
επιτυχών προγραμμάτων οικειοθελούς αποχώρησης του.
– Ικανοποιητική πρόοδο στην πορεία υλοποίησης των σχεδίων αναδιάρθρωσης
των τραπεζών που έχουν συμφωνηθεί ανά τράπεζα με τη γενική διεύθυνση
Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και την Ελληνική Κυβέρνηση.
– Πρωτοβουλίες της ΕΕΤ με στόχο να συμβάλλει στη βελτίωση της εικόνας
της χώρας στο εξωτερικό με σειρά ενημερωτικών συναντήσεων και πρωτοβουλιών.
– Στήριξη της δημόσιας διοίκησης, παρέχοντας υλικοτεχνική συνδρομή,
όταν αυτό είναι αναγκαίο.
Όπως αναφέρει η ΕΕΤ, υπάρχουν ακόμη, ακόμη αρκετοί τομείς δράσης, που
πρέπει να ολοκληρωθούν και εξαρτώνται από την ολοκλήρωση και υλοποίηση της
αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος, όπως:
Η ολοκλήρωση μιας σειράς νομοθετικών τροποποιήσεων, που έχουν ήδη
συζητηθεί με τους αρμόδιους υπουργούς και τα κυβερνητικά στελέχη (νομοθετική
ρύθμιση για τη φορολογική μεταχείριση διαγραφών – πωλήσεων των μη
εξυπηρετούμενων δανείων με ζημία, περιορισμό της αστικής και ποινικής ευθύνης
για τα στελέχη του Δημοσίου και των τραπεζών, που υποχρεούνται να φέρουν εις
πέρας ρυθμίσεις, αναδιαρθρώσεις ή και διαγραφές οφειλών, την διαμόρφωση ενός
λειτουργικού πλαισίου εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών (OCW), την αποτελεσματική
διενέργεια ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, την ανταλλαγή στοιχείων μεταξύ τραπεζών
και την υλοποίηση μέσω τραπεζών του νέου προγράμματος Εξοικονόμηση κατ’ Οίκον
ΙΙ).
Ωστόσο, το πρώτο δίμηνο του 2017, η αβεβαιότητα που υπήρξε, ως προς την
ολοκλήρωση της αξιολόγησης, είχε αρνητική επίπτωση στην οικονομία, αλλά και τον
τραπεζικό κλάδο. Τα πρώτα στοιχεία δείχνουν ότι οι καταθέσεις υποχωρούν, η
σταθεροποίηση και η φθίνουσα πορεία του ύψους των μη εξυπηρετούμενων δανείων
έχει αρχίσει ν’ αντιστρέφεται, η δε πρόσβαση στις διεθνείς αγορές χρήματος και
κεφαλαίου περιορίζεται. Ταυτόχρονα, το οικονομικό κλίμα, η ζήτηση για δάνεια
και η εμπιστοσύνη των πελατών, δείχνει να επηρεάζονται αρνητικά, τονίζει η ΕΕΤ.
Τα παραπάνω, είναι ωστόσο ακόμη αντιστρέψιμα και η αποκατάσταση θετικών
προοπτικών εφικτή. Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης, με τη διευθέτηση τεχνικών
εκκρεμοτήτων, θα πρέπει να συνδυασθεί με τη συμμετοχή της χώρας στο πρόγραμμα
ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και με παράλληλη χρονική δέσμευση των πιστωτών,
βάσει οδικού χάρτη για την βιώσιμη αναδιάρθρωση του Δημόσιου Χρέους, χωρίς
απαιτήσεις για διατήρηση υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων για πολλά χρόνια, που
θα παγιδεύσουν την οικονομία σε στασιμότητα.
Και οι δύο πλευρές, αναφέρει η ΕΕΤ, συμφώνησαν ότι η χώρα έχει πολλές
αναπτυξιακές δυνατότητες και μπορεί με κοινές προσπάθειες πολιτείας,
αντιπροσωπευτικών παραγωγικών φορέων και τραπεζών, να θέσει την οικονομία σε
αναπτυξιακή τροχιά, που προϋποθέτει την υλοποίηση ενός ολοκληρωμένου
προγράμματος αναπτυξιακών και θεσμικών μεταρρυθμίσεων, την αποτελεσματική
διαχείριση των κόκκινων δανείων, σημαντική αύξηση των ιδιωτικών και δημόσιων
επενδύσεων, διαμόρφωση ελκυστικού πλαισίου για την επιχειρηματικότητα, τις
επενδύσεις και την καινοτομία.
Η αναπτυξιακή προοπτική είναι η ασφαλέστερη οδός αντιμετώπισης των
μεγάλων ζητημάτων, της φτώχειας, της ανεργίας, του Δημόσιου χρέους και των
επισφαλών δανείων.
Η Ελληνική Ένωση Τραπεζών (ΕΕΤ) εκπροσωπήθηκε από τον πρόεδρο του
διοικητικού συμβουλίου Νικόλαο Καραμούζη, τους αντιπροέδρους Γεώργιο
Χαντζηνικολάου, Παναγιώτη Θωμόπουλο, Βασίλειο Ράπανο και την γενική γραμματέα
Χαρίκλεια Απαλαγάκη.
o