Στην αναπτυξιακή στρατηγική,
ως έναν ολοκληρωμένο και συνεκτικό «οδικό χάρτη» ανάπτυξης, που συγκροτείται
από συγκεκριμένα σχέδια και δράσεις, τα οποία θα αποτελέσουν τη στέρεη βάση
ευρύτερων συγκλίσεων και συναινέσεων, αναφέρθηκε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και
υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Γιάννης Δραγασάκης, κατά την τοποθέτησή του
στο υπουργικό συμβούλιο.
Ο κ. Δραγασάκης, σύμφωνα με πληροφορίες, είπε ότι η Αναπτυξιακή
Στρατηγική καλύπτει ένα διαχρονικό έλλειμμα, καθώς η ανάγκη για μια
συγκροτημένη αναπτυξιακή στρατηγική υπήρχε και πριν από την κρίση. Ωστόσο,
«μετά την κρίση και την καταστροφή ή την απαξίωση μεγάλου μέρους του
παραγωγικού δυναμικού της χώρας, τη μαζική ανεργία και το κλείσιμο εκατοντάδων
χιλιάδων επιχειρήσεων, η ανάγκη για ένα σχέδιο ολιστικής ανάπτυξης έγινε ακόμη
πιο επιτακτική» είπε ο υπουργός στην τοποθέτησή του, σημειώνοντας πως «παρότι
υπήρξαν διάφορες μελέτες και κείμενα, σήμερα είναι η πρώτη φορά που διαθέτουμε
ένα κείμενο αναπτυξιακής στρατηγικής με τη μορφή μιας εφαρμόσιμης κυβερνητικής
πολιτικής».
Το κείμενο συμπυκνώνει προσπάθεια τριών ετών και συστηματική
επεξεργασία, με αποκορύφωμα τα Περιφερειακά Αναπτυξιακά Συνέδρια, ωστόσο, όπως
τόνισε, η διαβούλευση θα συνεχιστεί μέσα από θεσμικά όργανα και άλλες μορφές,
με στόχο το μετασχηματισμό της σε συγκεκριμένα σχέδια δράσης και μέτρα
πολιτικής.
Σημείωσε ότι το συγκεκριμένο κείμενο αξιοποιεί τα συμπεράσματα
των Περιφερειακών Αναπτυξιακών Συνεδρίων, ενσωματώνει τους στόχους Βιώσιμης
Ανάπτυξης του ΟΗΕ και υιοθετεί, θέτοντας μάλιστα σε προτεραιότητα,
μεταρρυθμίσεις, ποιοτικούς και ποσοτικούς δείκτες που αποσκοπούν στην
επιτάχυνση των επενδύσεων και την αναβάθμιση της χώρας σε όρους διεθνούς
ανταγωνιστικότητας.
Επίσης ανέφερε, ότι η αναπτυξιακή στρατηγική, σε συνδυασμό με το
Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα 2019-2022, συνιστούν δύο βασικά εργαλεία «που μας
επιτρέπουν να σχεδιάσουμε το μέλλον για τα επόμενα χρόνια» και ταυτόχρονα
αποτελεί την αφετηρία για τον σχεδιασμό της Ελλάδας του 2030,» που θα καθιστά
τη χώρα κέντρο της ευρύτερης περιοχής της ΝΑ Ευρώπης».
Έδωσε δε έμφαση, όχι μόνο στην οικονομική, αλλά και στην
κοινωνική καινοτομία, που θα καταστήσει τη χώρα «πόλο σταθερότητας και ειρήνης
ένα τόπο φιλόξενο, δημιουργικής συνύπαρξης και διαλόγου διαφορετικών
πολιτισμικών και θρησκευτικών αναφορών».