Δανειολήπτες: Οι διευκολύνσεις εν μέσω κορονοϊού – Ποιες βελτιώσεις πρέπει να γίνουν – Γράφει η Αριάδνη Νούκα

Το εξελισσόμενο
δεύτερο κύμα του κορονοϊού κατέστησε
επιτακτική ανάγκη τη θέσπιση νέου πλαισίου διαχείρισης των υποχρεώσεων των
πληγέντων δανειοληπτών με στόχο την αποφυγή δημιουργίας νέων μη εξυπηρετούμενων
δανείων. Προς την κατεύθυνση αυτή, η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (European Banking Authority) έδωσε το
πράσινο φως στις τράπεζες να παρέχουν για 9
μήνες έως τις 31 Μαρτίου 2021, διευκολύνσεις σε δανειολήπτες –
επιχειρήσεις και νοικοκυριά- είτε με αναστολή των συμβατικών υποχρεώσεων, είτε
με άλλου τύπου ρυθμίσεις, χωρίς να απαιτηθεί η εγγραφή πιστωτικών ζημιών.

Γράφει η δικηγόρος Αριάδνη Νούκα

Ήδη, η Ελληνική
Ένωση Τραπεζών γνωστοποίησε την απόφαση των τραπεζών να παρατείνουν
τα μέτρα που ελήφθησαν στο πρώτο κύμα της πανδημίας έως τις 31-3-2021 και με συνολική διάρκεια 9
μηνών. Τα μέτρα αφορούν σε δανειολήπτες που εντάχθηκαν στο πρόγραμμα αναστολής δόσεων στο πρώτο lockdown, καθώς και
δανειολήπτες που δεν εντάχθηκαν σε πρόγραμμα αναστολής δόσεων, με την
προϋπόθεση να έχουν ενήμερες οφειλές στις 30/9/2020. Δανειολήπτες που έχουν
ολοκληρώσει το πρόγραμμα αναστολής, δύνανται να ενταχθούν, κατόπιν εγκρίσεως
της τράπεζας, σε βραχυπρόθεσμο πρόγραμμα σταδιακής επαναφοράς στην καταβολή της
συμβατικής δόσης.
Στο ανωτέρω
ανακοινωθέν πλαίσιο, καθίσταται αναγκαία βελτιωτική παρέμβαση αναφορικά με τους
πληγέντες δανειολήπτες που έχουν ήδη ενταχθεί σε πρόγραμμα αναστολής καταβολής
δόσεων κεφαλαίου ή και τοκοχρεωλυτικών δόσεων. Και τούτο διότι, δύνανται να
αιτηθούν την παραμονή τους στο πρόγραμμα, μόνο,
εάν δεν έχουν συμπληρώσει 9 μήνες παραμονής στο πρόγραμμα αναστολής και μόνο
για το εναπομείναν χρονικό διάστημα μέχρι την συμπλήρωση 9 μηνών. Η χρονική
πρόβλεψη των 9 μηνών καθίσταται άκρως προβληματική, διότι δανειολήπτης που
εντάχθηκε στο πρόγραμμα λ.χ. τον Απρίλιο 2020, ήδη τον Δεκέμβριο 2020
συμπληρώνει το χρονικό διάστημα των 9 μηνών. Τούτου δοθέντος, δανειολήπτης που
ανήκει σε κλάδο της οικονομίας που εξακολουθεί να πλήττεται, καλείται να ανταποκριθεί στα… αδύνατα. Η τυχόν έγκριση σταδιακής επαναφοράς στη συμβατική
μηνιαία δόση είναι εξαιρετικά αμφίβολο, εάν αποτελεί σανίδα σωτηρίας της
δανειακής σχέσης. Κατά συνέπεια, παράγεται μια άνευ προηγουμένου αδικία,
ειδικά, εάν ο δανειολήπτης υπήρξε συνεπής στις δανειακές του υποχρεώσεις μέχρι
το ξέσπασμα της πανδημίας. Ταυτόχρονα, μετά βεβαιότητος θα δημιουργηθεί νέα
πηγή “κόκκινων” δανείων επιβαρύνοντας και τις ίδιες τις τράπεζες.
Παρέμβαση
απαιτείται, επίσης και για τους δανειολήπτες, των οποίων τα δάνεια
μεταβιβάστηκαν και αποξενώθηκαν από τις τράπεζες. Η παρέμβαση πρέπει να λάβει
χώρα από την ίδια την Πολιτεία με ρυθμίσεις διευκόλυνσης ευρείες χρονικά με
στόχευση την αποφυγή των ως άνω προβληματικών καταστάσεων.
Βεβαίως στην
περίπτωση των πωληθέντων δανείων, μπορεί να γίνει ένα βήμα ουσιαστικότερης
αρωγής στους πληγέντες και ως εκ τούτου δυσπραγούντες δανειολήπτες, με τη νομοθέτηση, λόγω και των πρωτοφανών οικονομικών συνθηκών που δημιούργησε η
πανδημία, δίκαιης αναδιάρθρωσης των δανειακών οφειλών, με
δεδομένο αφενός ότι, τα funds αγόρασαν τα δάνεια
με μικρά τιμήματα και αφετέρου δεν τίθενται, όπως στις τράπεζες, ζητήματα
εγγραφής πιστωτικών ζημιών και κεφαλαιακής επάρκειας.
Το έναυσμα, το δίνει η
ίδια η αιτιολογική έκθεση του νόμου που επέτρεψε την πώληση των δανείων
(4354/2015), αναφέροντας επί λέξει “Στο
πρόβληµα των µη εξυπηρετούµενων δανείων οι προτεινόµενες ρυθµίσεις φιλοδοξούν
να δώσουν µία διέξοδο. Με τις προτεινόµενες ρυθµίσεις καθίσταται δυνατή η
δηµιουργία δευτερογενούς αγοράς µη εξυπηρετούµενων δανείων. Η δηµιουργία µιας
τέτοιας αγοράς θα είναι ωφέλιµη τόσο για τα πιστωτικά ιδρύµατα, όσο και για
τους οφειλέτες. ……. Από την άλλη πλευρά,
ο δανειολήπτης θα µπορεί να λάβει από τον εκδοχέα πολύ ευνοϊκότερες προτάσεις
ρύθµισης, απ’ ό,τι θα µπορούσε να λάβει από το πιστωτικό ίδρυµα, διότι ο εκδοχέας
θα έχει αγοράσει την απαίτηση σε τιµή µικρότερη της ονοµαστικής της αξίας και
εποµένως µία πρόταση ρύθµισης, που θα ήταν ζηµιογόνα για το πιστωτικό ίδρυµα
και δεν θα µπορούσε να προταθεί από αυτό, θα είναι κερδοφόρα για τον εκδοχέα”
.
Τίποτα, επομένως, δεν εμποδίζει τον νομοθέτη να στραφεί προς αυτή την
κατεύθυνση διευκόλυνσης των δανειοληπτών, αντί να προσφέρει χρήματα των
φορολογουμένων πολιτών μέσω προγραμμάτων, όπως το -κατά τ’ άλλα επιτυχές-
πρόγραμμα “Γέφυρα”, σε αλλοδαπές εταιρίες που κερδοσκοπούν αποκομίζοντας δυσθεώρατα κέρδη, λαμβανομένων
υπόψη των χρηματικών ποσών που κατέβαλαν για την αγορά των δανείων.

Exit mobile version