«Είναι βαθιά η πεποίθησή μου ότι η ελληνική κρίση είναι μέρος της ευρύτερης δομικής ευρωπαϊκής κρίσης και, ως εκ τούτου, η έξοδος της χώρας μου από την κρίση δεν μπορεί παρά να είναι στο πλαίσιο της αντιμετώπισης των βαθύτερων και εντεινόμενων προβλημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»
Αυτό ήταν το κεντρικό μήνυμα της ομιλίας που έκανε ο επίτιμος πρόεδρος του ΣΕΒ, Δημήτρης Δασκαλόπουλος, σε ειδικό πάνελ για την Ελλάδα, στο πλαίσιο συνεδρίου που οργάνωσε το Harvard Kennedy School of Government με αντικείμενο την Ευρωπαϊκή Ένωση, και με τίτλο «Too big to fail, too divided to succeed”, στη Βοστώνη ΗΠΑ, το Σαββατοκύριακο 20 & 21/02/2016
Τα κύρια σημεία που ανέπτυξε ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος στην ομιλία του, καθώς και στη συζήτηση που ακολούθησε, ήταν τα εξής:
H Ελλάδα ήταν η άμεση αιτία που έφερε στο προσκήνιο την υποβόσκουσα από καιρό δομική κρίση της Ευρώπης. Συνεπώς, και χωρίς να παραγνωρίζει κανείς τις ευθύνες του ελληνικού πολιτικού συστήματος στη συνολική αντιμετώπιση της κρίσης, η επίλυση του ελληνικού προβλήματος δεν μπορεί παρά να είναι μέρος μιας συνολικής απάντησης της Ευρώπης στην κρίση που η ίδια αντιμετωπίζει. Διαφορετικά, δεν θα υπάρξει λύση ούτε στο ελληνικό ούτε στο ευρωπαϊκό δράμα…
Στην Ελλάδα, δύο διαδοχικά προγράμματα λιτότητας και «ορθόδοξων» μεταρρυθμίσεων απέτυχαν. Είναι πολύ πιθανό πως και το τρίτο Μνημόνιο θα αποτύχει. Οι στόχοι του πρέπει και μπορεί να επιτευχθούν, αλλά η Ελλάδα θα παραμείνει μια χώρα καταδικασμένη στην αποτελμάτωση και τη φτώχεια. Έτσι, ή θα πρέπει να της δοθεί μια ευκαιρία να ξαναρχίσει από το μηδέν, ή θα οδηγηθεί μοιραία εκτός ευρωζώνης –με άδηλες συνέπειες για την ίδια την Ευρώπη. Κι αυτό δεν είναι θέμα οικονομίας, αλλά μια πολιτική απειλή που εγκυμονεί η σημερινή κατάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η ελληνική κρίση αντιμετωπίστηκε το 2010 ως ένα μεμονωμένο ατύχημα στους κόλπους της Ένωσης. Η εικόνα άλλαξε, όμως, όταν η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Ιταλία ακολούθησαν την Ελλάδα στην κρίση. Η ελληνική κρίση δημόσιου χρέους επεκτάθηκε σε πανευρωπαϊκές κρίσεις του ιδιωτικού χρέους, του τραπεζικού συστήματος, των επενδύσεων, της μακροοικονομίας.
Η ανταπόκριση της Ένωσης στην κρίση ήταν δυστυχώς «πολύ μικρή και πολύ αργή», χαρακτηριζόμενη από αναποφασιστικότητα και έλλειψη στρατηγικής κατεύθυνσης. Έτσι, η σημερινή κατάσταση της Ε.Ε. περιγράφεται ως εξής:
· Η ΕΚΤ δεν λειτουργεί ως παραδοσιακή κεντρική τράπεζα και οι πολιτικές της δεν μπορούν να ενισχύσουν ουσιαστικά την ανάπτυξη.
· Η εμπειρία των τελευταίων 8 ετών απέδειξε ότι η ενιαία νομισματική πολιτική δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα όλων.
· Παρά την προσπάθεια να ενισχυθεί η εφαρμογή αυστηρών δημοσιονομικών κανόνων, τα περισσότερα κράτη-μέλη ακολουθούν τον δικό τους δρόμο.
· Είναι λίγα τα απτά βήματα που έχουν γίνει για να αντιμετωπιστούν τα βαθύτερα προβλήματα του Ευρωπαϊκού δημοκρατικού ελλείμματος –όπως δείχνουν το ανίσχυρο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η αδιαφανής και εκτεταμένη Ευρωπαϊκή γραφειοκρατία, η τοποθέτηση μη εκλεγμένων αντιπροσώπων στις θέσεις ηγεσίας της Ε.Ε. και οι ανεξέλεγκτες λειτουργίες και αποφάσεις του Eurogroup.
· Οι πολιτικές λιτότητας που επιβάλλει η Γερμανία αμφισβητούνται σήμερα από το ίδιο το ΔΝΤ. Οδηγούν σε αυθαίρετες αυξήσεις φόρων, οριζόντιες περικοπές δημοσίων δαπανών, μείωση επενδύσεων. Σε μάλλον μόνιμη αύξηση της ανεργίας (ειδικά στις ηλικίες 19-24), σε άνοδο του ιδιωτικού και του δημόσιου χρέους, σε αύξηση στην ανισοκατανομή του εισοδήματος και τελικά σε lowflation –νεολογισμός της επικεφαλής του ΔΝΤ. Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, η Ε.Ε. αντιμετωπίζει σήμερα ασθενή ανάπτυξη σε συνέχεια μίας διπλής ύφεσης.
· Οι συνταξιοδοτικές πολιτικές του pay-as-you-go σε συνδυασμό με τις αρνητικές δημογραφικές εξελίξεις, έχουν οδηγήσει σε δραματική μείωση της συνολικής σχέσης εξάρτησης και σε αντίστοιχη αύξηση του μακρόχρονου δημοσιονομικού ελλείμματος.
H κρίση ανέδειξε ως ισχυρό πόλο της Ε.Ε. τη Γερμανία. Πράγματι, σήμερα όλοι οι ευρωπαϊκοί δρόμοι οδηγούνστο Βερολίνο και τη Φρανκφούρτη. Ωστόσο, η γερμανική συνταγή της μονολιθικής λιτότητας, ενώ δεν απαντά στα μακροοικονομικά προβλήματα, δημιουργεί κοινωνική αναταραχή και πολιτική αστάθεια, διχάζει την Ευρώπη, απονομιμοποιεί τα πολιτικά συστήματα και εκτρέφει τον ευρωσκεπτικισμό και τις ακραίες φωνές. Η προοπτική του Brexit το υπογραμμίζει.
Το προσφυγικό κύμα, που βρήκε την Ευρώπη απροετοίμαστη, ξύπνησε τους παλιούς ευρωπαϊκούς δαίμονες του εθνικισμού και, ας μη φοβόμαστε τη λέξη, του ρατσισμού. Τα αντανακλαστικά των στρατοπέδων και του συρματοπλέγματος… Η ευρωπαϊκή ιδέα πνίγεται στα νερά του Αιγαίου και στις ιταλικές ακτές, η Ελλάδα γίνεται το εξιλαστήριο θύμα της πανικόβλητης Ευρώπης. Στην πράξη, το προσφυγικό τσουνάμι απειλεί την ίδια την ευρωπαϊκή ενότητα. Αν δεν αντιμετωπιστεί ως ενιαίο ευρωπαϊκό πρόβλημα, θα αποτελέσει το τέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως την εννοούσαμε μέχρι σήμερα. Θα είναι μια συλλογική αποτυχία.
H Ευρώπη έχει ανάγκη από ένα ανανεωμένο όραμα για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του 21ου αιώνα. Οι παλιές συνθήκες, τα παλιά ιδεώδη δεν αρκούν πια. Mία νέα ευρωπαϊκή ιδέα, νομιμοποιημένη πολιτικά μέσω της λαϊκής αποδοχής, είναι ο μόνος δρόμος που μπορεί να οδηγήσει με επιτυχία στις δομικές αλλαγές που χρειάζεται το σημερινό ευρωπαϊκό εποικοδόμημα. Είναι ο μόνος τρόπος για να ξεπεράσουμε το φάσμα της ευρωπαϊκής διάλυσης. Στη βάση αυτή είμαι συγκρατημένα απαισιόδοξος και υποστηρίζω –ότι υπό τις παρούσες συνθήκες– η Ευρώπη είναι too divided to succeed.