Τους έξι στόχους της οικονομικής πολιτικής για την επόμενη χρονιά παρουσίασε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης, μιλώντας σήμερα στην Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής στο πλαίσιο της συζήτησης επί του προσχεδίου του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2024.
«Δεν έχει συνωμοτήσει το σύμπαν υπέρ της ελληνικής κυβέρνησης ώστε να έχουμε συνεχείς αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης της οικονομίας. Οι οίκοι αξιολόγησης βλέπουν ότι εφαρμόζουμε σωστό μείγμα οικονομικής πολιτικής και ότι μετά τις εκλογές υπάρχει πολιτική σταθερότητα και μια θετική προοπτική. Υπάρχει ένα παράθυρο ευκαιρίας το οποίο πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να εκμεταλλευτούμε».
Όπως είπε ο κ. Χατζηδάκης οι έξι στόχοι είναι:
Πρώτον, η αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης με άμεση δράση για αποκατάσταση των ζημιών. «Η κυβέρνηση, όπως θα έκανε κάθε κυβέρνηση, θα δώσει ιδιαίτερη σημασία στη Θεσσαλία και σε όλες τις περιοχές που έχουν υποστεί τις συνέπειες της κλιματικής κρίσης. Η άποψη ότι δεν θα στηριχθεί η Θεσσαλία επειδή ο περιφερειάρχης δεν στηρίχθηκε από τη Νέα Δημοκρατία αποτελεί μία τεράστια γκάφα την οποία προσπερνώ», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Χατζηδάκης.
Δεύτερον, η αύξηση των επενδύσεων και ιδιαίτερα των δημοσίων επενδύσεων από το ΕΣΠΑ και το Ταμείο Ανάκαμψης. Όπως είπε ο Υπουργός, στη χθεσινή συνεδρίαση του Συμβουλίου Υπουργών Οικονομίας της Ε.Ε. παρουσιάστηκαν στοιχεία σύμφωνα με τα οποία η Ελλάδα είναι από τις πρωτοπόρες χώρες ως προς την απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Τρίτον, η στήριξη της υγείας, που είναι διακηρυγμένος στόχος του Πρωθυπουργού. Ήδη στο προσχέδιο του προϋπολογισμού προβλέπεται αύξηση στις επιχορηγήσεις των νοσοκομείων κατά 15%.
Τέταρτον, η στήριξη του εισοδήματος των πολιτών, μεταξύ άλλων με τις αυξήσεις στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων μετά από 14 χρόνια που ισοδυναμούν με ετήσιο όφελος 1.476 ευρώ ετησίως μεσοσταθμικά, την άρση του παγώματος των τριετιών για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα, την αύξηση του αφορολόγητου για οικογένειες με παιδιά, την αύξηση κατά 8% του ελάχιστου εγγυημένο εισοδήματος από το Δεκέμβριο και την αύξηση των συντάξεων από πρώτης Ιανουαρίου. «Αυτά», τόνισε, «συνδέονται και με την αντιμετώπιση των συνεπειών του πληθωρισμού με ενισχύσεις μόνιμου χαρακτήρα», είπε ο υπουργός.
Πέμπτον, η συνέχιση της φιλικής πολιτικής προς την επιχειρηματικότητα. «Προσπαθούμε να κρατάμε τους φορολογικούς συντελεστές και αν υπάρξει δυνατότητα να δούμε αποκλιμάκωση. Έχουμε στο μυαλό μας την κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος. Σίγουρα από το 2025 θα υπάρξει περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, γιατί οι επενδύσεις είναι ο μόνος τρόπος για να δημιουργούνται δουλειές και να στηρίζει το κράτος μία υγιή κοινωνική πολιτική», υπογράμμισε ο κ. Χατζηδάκης.
Έκτον, η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, ζήτημα στο οποίο, όπως είπε, έχουν γίνει βήματα και από άλλες κυβερνήσεις, τα οποία όμως δεν είναι επαρκή. Το κενό ΦΠΑ, σημείωσε ο υπουργός, που ήταν 24% έχει μειωθεί στο 14% και στόχος είναι να πάει στο 9% που είναι ο μέσος όρος της ΕΕ, κάτι που θα εξασφαλίσει 2 δισεκατομμύρια ευρώ επιπλέον έσοδα ετησίως.
Η ανάπτυξη το 2024
«Το 2024», είπε, «θα είναι μία χρονιά με υψηλότερη ανάπτυξη, περισσότερες επενδύσεις και εξαγωγές, χαμηλότερο χρέος, πληθωρισμό και ανεργία. Σε όλα τα μέτωπα η κατάσταση θα εξελιχθεί θετικά για τη χώρα. Όταν υπάρχουν περισσότερες επενδύσεις, εξαγωγές και σοβαρή δημοσιονομική πολιτική, που είναι το θεμέλιο για όλα αυτά, δεν στέλνουμε μόνο μήνυμα στις αγορές, τους επενδυτές και το εξωτερικό, αλλά δημιουργούμε τις προϋποθέσεις ώστε τα πράγματα να πάνε καλά για την Ελλάδα και τους Έλληνες και αυτό θα έχει ακόμα μεγαλύτερη αντανάκλαση στην καθημερινότητα των πολιτών».
Ο κ. Χατζηδάκης σημείωσε ότι σύντομα θα νομοθετηθούν οι πρωτοβουλίες για σύνδεση των ταμειακών μηχανών με τα POS, για την αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου, καθώς και για ένα δίκαιο σύστημα φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών. Όπως επεσήμανε, στόχος δεν είναι να επιβληθούν υψηλότεροι συντελεστές, αλλά «να στραφούμε σε αυτούς που φοροδιαφεύγουν και να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα με σύμμαχο τις νέες τεχνολογίες, τις ηλεκτρονικές συναλλαγές και τις διασταυρώσεις». Σημείωσε ότι δεν στοχοποιείται καμία κοινωνική ομάδα, αλλά και ότι δεν μπορεί να υπάρχουν πολίτες δύο ταχυτήτων.
Η οικονομική πολιτική ως σήμερα
Παρουσιάζοντας δε τα αποτελέσματα της οικονομικής πολιτικής, που εφαρμόστηκε τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια, υπενθύμισε ότι από το 2019, ενώ μειώθηκαν οι φορολογικοί συντελεστές, έχουμε αύξηση των εσόδων του Δημοσίου εξαιτίας της ανάπτυξης της οικονομίας, της αύξησης του τουρισμού, των μισθών – συντάξεων καθώς και της εκτεταμένης χρήσης των ηλεκτρονικών συναλλαγών.
Πρόσθεσε επίσης ότι παρά τον κορωνοϊό και την ενεργειακή κρίση, την προηγούμενη τετραετία είχαμε αύξηση των επενδύσεων, μόνο το 2022 κατά 48%, ρεκόρ όλων των τελευταίων δεκαετιών στις εξαγωγές, αποκλιμάκωση του χρέους από 172% του ΑΕΠ το 2022 σε 159% το 2023 και 152%, όπως προβλέπεται το 2024, μείωση της ανεργίας από 17,5% το 2019 στο 10,8% τον περασμένο Αύγουστο.
«Δεν πάμε να εφεύρουμε τον τροχό. Προσπαθούμε να πάρουμε στοιχεία από τις προηγμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να το εφαρμόσουμε εδώ. Με αυτόν τον τρόπο έχουμε σημειώσει πολύ σημαντική πρόοδο από το 2019 και έτσι θα συνεχίσουμε. Γιατί ένα οικοδόμημα που είναι σωστό δεν το κατεδαφίζεις. Κάνουμε το πατριωτικό μας καθήκον, ιδιαίτερα μετά από την φοβερή δεκαετία που προηγήθηκε, για να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες των πολιτών, γιατί αυτό λέει η συνείδησή μας. Το 2024 θα είναι μια χρονιά ακόμα πιο θετική όχι γιατί το προβλέπουμε, αλλά γιατί δημιουργούμε τις προϋποθέσεις ώστε τα πράγματα να πάνε καλά για την Ελλάδα και τους Έλληνες», κατέληξε ο κ. Χατζηδάκης.