Σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε σήμερα ο Πρόεδρος της MIG κ. Ανδρέας Βγενόπουλος αναφέρθηκε σε μία σειρά θεμάτων που προέκυψαν από τις εμπειρίες και τις γνώσεις του ως επικεφαλής ενός μεγάλου επιχειρηματικού ομίλου από τον οποίον ζουν περίπου 30.000 οικογένειες, πρώην επικεφαλής Τράπεζας, αλλά και δικηγόρου επί 35 έτη.
Κατ΄ αρχήν ο κ. Βγενόπουλος εξέφρασε την ικανοποίηση του επειδή η πρόσφατη θετική απόφαση της αρμόδιας Εισαγγελέως Εφετών που αρχειοθέτησε σειρά κατηγοριών από την Κύπρο «τερμάτισε μια μακρόχρονη περίοδο ιδιότυπης ομηρίας», αλλά και εξέφρασε την λύπη του γιατί «χάθηκε πολύς χρόνος και έγιναν πολλές προσπάθειες για να αποδείξουμε ότι δεν είμαστε ελέφαντες».
Στη συνέχεια ενημέρωσε ότι στους επόμενους περίπου 12 μήνες αναμένεται η απόφαση του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου στο οποίο έχει προσφύγει η MIG και άλλοι 18 Έλληνες επενδυτές εναντίον της Κύπρου διεκδικώντας ποσά της τάξεως του 1,2 δισ. Ευρώ, επειδή η ΛΑΪΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ καταστράφηκε από παράνομες πράξεις και παραλείψεις οργάνων και εκπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας. «Αυτή η νόμιμη προσφυγή μας», τόνισε, «ήταν η αιτία ανήθικων και πρωτοφανών εχθροπραξιών από πλευράς ορισμένων Κυπριακών κύκλων, που παράλληλα επιχείρησαν να αποπροσανατολίσουν την κοινή τους γνώμη από τις ευθύνες του δικού τους πολιτικοοικονομικού κατεστημένου που κατέστρεψε την ΛΑΪΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ και την οικονομία της χώρας τους».
Ακολούθως ο κ. Βγενόπουλος απεκάλυψε ότι η υπό εκκαθάριση σήμερα ΛΑΪΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ έχει προσφύγει στο Διεθνές Διαιτητικό Δικαστήριο κατά της Ελλάδας διεκδικώντας ποσό άνω των 4 δισ. Ευρώ σαν αποζημίωση από το κούρεμα των Ελληνικών Ομολόγων και επειδή η Τράπεζα της Ελλάδος δεν χορήγησε ELA στα Κυπριακά Υποκαταστήματα της ΛΑΪΚΗΣ στην Ελλάδα. Γι΄αυτήν την πρωτοφανή εχθρική ενέργεια της Κύπρου κατά της Ελλάδας ο κ. Βγενόπουλος έδωσε στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η Κυπριακή Κυβέρνηση όχι μόνον ήταν ενήμερη αλλά είχε δώσει την έγκρισή της! «Όταν ο αδελφός σου μένει στο σπίτι δίπλα σου και έχετε άριστες σχέσεις σου κάνει μία αγωγή διεκδικώντας το δικό σου σπίτι, είναι δυνατόν η σχέση αυτή να παραμείνει ίδια;», διερωτήθηκε ο κ. Βγενόπουλος και συνέχισε ότι «στα πλαίσια αυτά ο συναγελασμός και η συνεργασία μεταξύ διαφόρων Ελλήνων με Κύπριους αξιωματούχους, εφόσον βέβαια η υπόθεση αυτή τους είναι γνωστή, είναι αδιανόητος προτού η Κύπρος αποσύρει την εξωφρενική απαίτησή της. Προφανώς εξαιρούνται οι συνεννοήσεις για την επίλυση του Κυπριακού που είναι το μείζον εθνικό θέμα, αλλά για οτιδήποτε άλλο το δημόσιο συμφέρον της χώρας μας πρέπει να πρυτανεύσει. Αντιλαμβάνεται κανείς τι θα είχε συμβεί αν π.χ. η Γερμανία είχε αυτή την απαίτηση απέναντί μας».
Στη συνέχεια ο κ. Βγενόπουλος αναφέρθηκε αναλυτικά στην πρωτοφανή συκοφαντική εκστρατεία που δέχεται ο Όμιλός του και ο ίδιος προσωπικά από τον Κ. Βαξεβάνη αναφέροντας χαρακτηριστικά «μέχρι το τέλος του 2014 ο Κ. Βαξεβάνης ήταν μία ιδιότυπη περίπτωση συκοφάντη δημοσιογράφου που στην περίπτωσή μας δρούσε κατά συρροή και κατ΄επάγγελμα, γι΄αυτό άλλωστε έχει καταδικαστεί για δύο μηνύσεις σε φυλάκιση 26 μηνών, ενώ εκκρεμούν άλλες 17 μηνύσεις εναντίον του προς εκδίκαση. Όμως από τη Κυβερνητική αλλαγή του 2015 και μετά ο Κ. Βαξεβάνης απέκτησε δυστυχώς πολιτικά ερείσματα που του επέτρεψαν να επεμβαίνει αθέμιτα στη Δικαιοσύνη με εκφοβισμό των δικαστών όταν οι αποφάσεις τους δεν τον ικανοποιούν, με έπαινο αυτών που τον ικανοποιούν, με καταγγελίες δήθεν παρανόμων πράξεων δικαστών προς εκφοβισμό και με παραινέσεις προς βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που καταθέτουν ερωτήσεις προς τους αρμόδιους Υπουργούς προκειμένου να πετύχει τους στόχους του. Η δραστηριότητα του Κ. Βαξεβάνη δεν θα ήταν επιτυχής εάν δεν είχε την ανοχή της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, αλλά και τμήματος της Δικαιοσύνης και κυρίως της ατιμωρησίας του για το ποινικό αδίκημα της διαρροής απορρήτων εγγράφων καθώς και της ατιμωρησίας των δικαστικών λειτουργών που του τα προμηθεύουν. Δεν γνωρίζω τα κίνητρα της ανοχής και της πολιτικής στήριξης που του παρέχεται, όμως οι επιπτώσεις στην ανεξαρτησία και το αμερόληπτο της Δικαιοσύνης καθώς και στη λειτουργία του Κράτους Δικαίου είναι καταστροφικές» και ο κ. Βγενόπουλος κατέληξε «δυστυχώς το φαινόμενο Βαξεβάνη είναι πλέον απειλή για τη χώρα» και παρέθεσε απόσπασμα από το άρθρο του κ. Σταύρου Κοντονή, Υφυπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού, με τίτλο «Δικαιοσύνη και ισονομία έναντι πάντων» που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών στις 30 Νοεμβρίου 2015 που καταλήγει λέγοντας: «Γι΄αυτόν τον λόγο ανακοινώσεις και δημοσιεύματα που βάλλουν κατά των δικαστικών λειτουργών, όταν οι αποφάσεις τους δεν είναι αρεστές, ισοδυναμούν με προσπάθειες ποδηγέτησης της Δικαιοσύνης, επηρεασμού της κρίσης τους και άσκησης τρομοκράτησης. Σ΄αυτή την περίπτωση κανένας δεν πρέπει να μείνει απαθής».
Εν συνεχεία ο κ. Βγενόπουλος απεκάλυψε την παράνομη όσο και απίστευτη δραστηριότητα του Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών κ. Γ. Αγγελή, ο οποίος σε αγαστή συνεργασία με τον Κ. Βαξεβάνη δημοσιοποιεί διαρκώς απόρρητα στοιχεία της Δικαιοσύνης και προσπαθεί να προωθήσει την καριέρα του γινόμενος αρεστός στα κέντρα εξουσίας που μπορούν να επηρεάσουν θετικά την εξέλιξή του. Σχολιάζοντας αυτό το θέμα ο κ. Βγενόπουλος ανέφερε ότι «αυτή την περίοδο διεξάγεται προκαταρκτική εξέταση κατά του κ. Αγγελή και του κ. Βαξεβάνη για διαρροή απορρήτων στοιχείων, στη δικογραφία της οποίας έχουν ήδη κατατεθεί 5 υπομνήματα-αναφορές με πρόσθετες καταγγελίες ξεκινώντας από τις 30 Μαρτίου 2015» και εξέφρασε την απορία του για την καθυστέρηση χειρισμού αυτής της δικογραφίας «δεδομένου ότι και οι δύο καταγγελθέντες δεν είναι απλώς ύποπτοι για διάπραξη των ιδίων ποινικών αδικημάτων αλλά και εν τη πράξει εμφανίζονται να τα επαναλαμβάνουν κατά συρροή».
Ο κ. Βγενόπουλος αναφέρθηκε ακόμη σε ενέργειες του Αναπληρωτή Υπουργού Δικαιοσύνης κ. Παπαγγελόπουλου οι οποίες ενείχαν τα στοιχεία επηρεασμού της Δικαιοσύνης στις υποθέσεις που τον αφορούσαν, σε ακούσιο ή εκούσιο συντονισμό με τον Κ. Βαξεβάνη, ενώ σχολίασε δημοσίευμα (ΕΘΝΟΣ 6-12-2015 Δ. Βερύκιος) που ανέφερε ότι ο κ. Παπαγγελόπουλος επικοινωνούσε απ΄ευθείας και έδινε οδηγίες σε Εισαγγελέα τονίζοντας ότι «έπρεπε τουλάχιστον να το διαψεύσει για να προφυλάξει τόσον το κύρος και την εικόνα των Εισαγγελέων όσο και την αντίληψη περί της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης».
Ακολούθως ο κ. Βγενόπουλος αναφέρθηκε αναλυτικά και στις πρόσφατες αλλαγές που έκανε στον νόμο περί Τύπου ο Υπουργός Δικαιοσύνης τονίζοντας ότι «επί της αρχής είναι ορθό να προστατεύονται περισσότερο οι εναγόμενοι για συκοφαντική δυσφήμηση δημοσιογράφοι, όμως αυτή η προστασία έπρεπε να δίνεται μόνον σε όσους δημοσιογράφους σέβονται τον Κώδικα Δεοντολογίας της ΕΣΗΕΑ», ενώ συνεχίζοντας ανέφερε ότι «οι υπόλοιπες διατάξεις περί μίας αγωγής σε εκτεταμένη αρθρογραφία για το ίδιο θέμα και περί συνεκδικάσεων οδηγεί σε αρνησιδικία και ενισχύει την λεγόμενη εκβιαστική δημοσιογραφία και την επί χρήμασι ανάληψη συμβολαίων ηθικής απαξίωσης φυσικών και νομικών προσώπων που είναι διαδεδομένη στη χώρα μας, κι αυτές τις θέσεις μου δεν τις εκφράζω τώρα που είναι και επίκαιρες, αλλά τις είχα καταθέσει ηλεκτρονικά στη διαδικασία του Opengov, όπου και προφανώς δεν λήφθηκαν καν υπ΄όψιν».
Καταλήγοντας ο κ. Βγενόπουλος τόνισε ότι όλοι οι ισχυρισμοί του τεκμηριώνονται από έγγραφα που συνοδεύουν το Δελτίο Τύπου προς τους δημοσιογράφους, ενώ διαθέτει και σειρά άλλων στοιχείων τα οποία είναι εμπιστευτικά και δεν μπορούν να δοθούν στη δημοσιότητα, αλλά είναι έτοιμος να τα προσκομίσει αρμοδίως, εφόσον του ζητηθεί, ώστε να συνδράμει στην καλύτερη αντιμετώπιση φαινομένων που αφήνουν ανεπίτρεπτες αμφιβολίες για την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης σε μία περίοδο όπου η Δικαιοσύνη καλείται να έχει το πρωταρχικό ρόλο στην αντιμετώπιση των φαινομένων διαφθοράς και διαπλοκής που μαστίζουν τον τόπο. «Όμως η Δικαιοσύνη πρέπει να διαδραματίσει αυτόν τον ρόλο ως διακριτή εξουσία χωρίς πολιτικές επεμβάσεις και δυστυχώς αυτή η αρχή παραβιάζεται βάναυσα».