«Είναι ενδιαφέρον ότι η κ. Μέρκελ έρχεται να υποστηρίξει τον Τσίπρα», τονίζει ο Γερμανός οικονομολόγος και το πρώην μέλος της Ομάδας Δράσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Task Force), Γένς Μπάστιαν, μιλώντας στη γερμανική εφημερίδα Augsburger-Αllgemeine.
Στη συνέντευξη υπό τον τίτλο «Γιατί η Μέρκελ είναι με το μέρος του Τσίπρα» ο Γενς Μπάστιαν τονίζει ότι «η κ. Μέρκελ έχει χτίσει ήδη εδώ και χρόνια μια καλή και εποικοδομητική σχέση με τον κ. Τσίπρα, η οποία βασίζεται στην αμοιβαιότητα. Και οι δύο συνεργάστηκαν εποικοδομητικά ιδίως στο θέμα των προσφύγων. Είναι ενδιαφέρον ότι η κ. Μέρκελ έρχεται να υποστηρίξει τον Τσίπρα. Ο πολιτικά προσκείμενος αρχηγός της συντηρητικής αντιπολίτευσης, Κ. Μητσοτάκης της Νέας Δημοκρατίας, απορρίπτει απολύτως τη συμφωνία και η κ. Μέρκελ θα πρέπει μάλλον να του ψάλλει κατά τη συνάντησή τους».
Σύμφωνα με τον κ. Μπάστιαν «η επίσκεψη της καγκελαρίου Μέρκελ στην Αθήνα είναι μάλλον μια ευχάριστη έκπληξη. Για πρώτη φορά μετά την κρίση έρχεται στην Αθήνα η κ. Μέρκελ όχι για μια επίσκεψη αστραπή, αλλά θα μείνει δύο μέρες. Αυτό δεν είχε γίνει τα περασμένα χρόνια και γίνεται ευμενώς δεκτό».
Ο Γερμανός οικονομολόγος, ο οποίος ζει και εργάζεται στην Αθήνα, θεωρεί ότι «το κύριο θέμα της επίσκεψης είναι μια σημαντική ψηφοφορία στο Κοινοβούλιο στις αρχές Φεβρουαρίου ώστε να διευθετηθεί το ονοματολογικό με την “Μακεδονία”. Εάν τα κοινοβούλια στην Αθήνα και τα Σκόπια συμφωνήσουν η χώρα αυτή θα λέγεται στο μέλλον Βόρεια Μακεδονία. Η Ευρώπη ελπίζει ότι έτσι θα σταθεροποιηθεί η περιοχή των Βαλκανίων. Η επίσκεψη της κ. Μέρκελ αποτελεί μια σημαντική υποστήριξη στην πρωτοβουλία του Αλέξη Τσίπρα», τονίζει.
O Γερμανός οικονομολόγος επισημαίνει ότι «Η κ. Μέρκελ είναι η πρώτη Ευρωπαία πρωθυπουργός η οποία επισκέπτεται την Αθήνα από τότε που η Ελλάδα βγήκε από το τρίτο μνημόνιο. Η επίσκεψη είναι ένα μήνυμα αναγνώρισης. Η καγκελάριος θα ενθαρρύνει τον κ. Τσίπρα να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις οι οποίες δεν έχουν ακόμα ολοκληρωθεί. Η κ. Μέρκελ θα τονίσει ότι είναι σημαντικό για την Ελλάδα να συνεχίσει να τηρεί τις δεσμεύσεις της και χωρίς την πίεση ενός διεθνούς πακέτου βοήθειας. Και ο κ. Τσίπρας θα τονίσει ότι η Ελλάδα χρειάζεται γι’ αυτό περαιτέρω βοήθεια. Και οι δύο θα προσπαθήσουν να στείλουν μηνύματα στους Γερμανούς επιχειρηματίες να επενδύσουν στην Ελλάδα».
Στο ερώτημα της Augsburger-Allgemeine κατά πόσον η Ελλάδα έχει εφαρμόσει καλά τις μεταρρυθμίσεις έως τώρα, ο κ. Μπάστιαν απαντά: «Εφαρμόστηκαν πολλές. Στη Γερμανία συχνά υποτιμάται πόσα κατάφερε η Ελλάδα με την βοήθεια των τριών πακέτων βοήθειας τα τελευταία 10 χρόνια. Εν τω μεταξύ υπάρχουν ευρωπαϊκά στάνταρντ στην φορολογική πολιτική, αλλά και για το ύψος των φόρων. Η φορολογική συμμόρφωση έχει επαληθευμένα αυξηθεί. Εν τω μεταξύ θα πρέπει να γίνει συζήτηση για το πώς μπορούν να μειωθούν οι φόροι σε επιλεγμένους τομείς, διότι η πολιτική σωτηρίας ήταν ιδίως μια πολιτική αύξησης των φόρων. Αυτό το θεωρώ ως μη βιώσιμο μακροπρόθεσμα από οικονομική άποψη».
Ο Γερμανός οικονομολόγος ερωτηθείς για την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας είπε: «Η οικονομική ανάκαμψη που ξεκίνησε δεν φτάνει ακόμα στους πολίτες. Η οικονομία αναπτύσσεται βέβαια κατά 2% περίπου αλλά (το ποσοστό αυτό) είναι πολύ μικρό, διότι ξεκινά από ένα πολύ χαμηλό σημείο εκκίνησης».
Για το πώς μπορεί η Ελλάδα να αναπτυχθεί περισσότερο λέει: «H Ελλάδα επιτυγχάνει εν τω μεταξύ ένα πρωτογενές πλεόνασμα περισσότερο από 3,5%. Τα χρήματα αυτά όμως δεν επενδύονται καθόλου στην οικονομία εξ αιτίας των περικοπών λιτότητας. Οικονομικά σκόπιμο θα ήταν μια οικονομική ανάπτυξη αυτού του μεγέθους και ένα μικρότερο πλεόνασμα του προϋπολογισμού. Το κράτος θα μπορούσε να επενδύσει περισσότερο και να φροντίσει το ίδιο για την ανάπτυξη».
Τέλος, για το αν η Ελλάδα μπορεί να αποπληρώσει το τεράστιο χρέος της στο μέλλον ο κ. Μπάστιαν εκφράζει την άποψη ότι «είναι αυταπάτη» και «επιτέλους πρέπει να είμαστε ειλικρινείς. Ένα μέρος του χρέους της Γερμανίας κουρεύτηκε εξάλλου το 1952 μετά τον πόλεμο στη Διάσκεψη του Λονδίνου για το γερμανικό χρέος κάτι το οποίο βοήθησε την δημιουργία του γερμανικού οικονομικού θαύματος. Μια ματιά στα βιβλία της ιστορία θα ήταν χρήσιμη για την συζήτηση», σημειώνει ο Γερμανός οικονομολόγος.
Πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ, Augsburger-Αllgemeine