«Οι αποτιμήσεις στη μείωση της απασχόλησης των ΜμΕ από λουκέτα απέχουν πολύ από τις προβλέψεις του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ, απόκλιση από 59% έως 92% (μέση απόκλιση 76%) καθιστώντας τις σε σημαντικό βαθμό αναξιόπιστες. Είναι προφανές πως οι ερωτώμενοι ΜμΕ του δείγματος υπερβάλλουν στις εκτιμήσεις τους σε σημείο που να αχρηστεύουν την προβλεπτική ικανότητα των εν λόγω μετρήσεων».
Αυτό δήλωσε ο υπουργός Οικονομίας Δ. Παπαδημητρίου στο Αθηναϊκό Πρακτορείο, για τη σημασία και την ακρίβεια των προβλέψεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος σχετικά με τον αριθμό των επιχειρήσεων που ενδέχεται να κλείσουν το προσεχές διάστημα.
Ο υπουργός βασίστηκε στις εξαμηνιαίες εκθέσεις του Ινστιτούτου Μικρομεσαίων της ΓΣΕΒΕΕ που στηρίζονται σε δείγμα 1.000 επιχειρήσεων και έχουν ως αντικείμενο τις προσεχείς εξελίξεις μιας σειράς οικονομικών μεγεθών των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (ΜμΕ), μεταξύ των οποίων τον υφιστάμενο αριθμό των ΜμΕ που θα κλείσουν από λουκέτα και τη συνακόλουθη μείωση στην απασχόλησή τους (επισυνάπτεται σχετικός πίνακας).
Επιπλέον, ο υπουργός σημείωσε:
«Οι εκθέσεις της ΓΣΕΒΕΕ δίνουν λαβή για εκτεταμένη κινδυνολογία στον Τύπο και τα πολιτικά κόμματα όταν στις προβλέψεις για τα λουκέτα αναφέρονται και σε ποσοστά επί του συνόλου. Για παράδειγμα, όταν η τελευταία έκθεση εκτιμά 18.700 λουκέτα και συγχρόνως αναφέρει ότι στο α’ εξάμηνο του 2017 εκτιμάται πως θα κλείσουν οι 4 στις 10 επιχειρήσεις (δηλ. το 40% του συνόλου) – αναφορά που γίνεται πηχυαίος τίτλος εφημερίδων, τότε υποπίπτει σε σοβαρό σφάλμα με συνέπεια να παραπληροφορεί συστηματικά και κατά κράτος τον ελληνικό λαό. Γιατί δημιουργεί την εντύπωση πως πρόκειται να χαθεί το 40% του επιχειρηματικού δυναμικού της χώρας, δεδομένου ότι οι ΜμΕ αποτελούν το 99,6% του συνόλου όλων των επιχειρήσεων στην Ελλάδα.
Το σφάλμα έγκειται στο γεγονός ότι το ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ εκτιμά πιθανά λουκέτα στον υφιστάμενο πληθυσμό ΜμΕ, δηλαδή δεν λαμβάνει υπόψη του τις νέες ΜμΕ που δημιουργούνται εκ του μηδενός, με συνέπεια να είναι αδύνατο να γνωρίζει τον αριθμό των ΜμΕ που κλείνουν επί του συνόλου αυτών μιας και το σύνολο συνδιαμορφώνεται από τις νεοδημιουργηθείσες ΜμΕ.
Σε κάθε περίπτωση οι αναλογίες του τύπου “οι 4 στις 10 ΜμΕ θα κλείσουν” είναι τραγικά εσφαλμένες και για έναν ακόμη απλό λόγο: δεν συνάδουν με τον απόλυτο αριθμό των 18.700 λουκέτων, μιας και εάν ίσχυε συγχρόνως το “40% λουκέτα” αυτό θα σήμαινε πως το σύνολο των ΜμΕ της χώρας δεν θα ξεπερνούσε τις 47.000 τη στιγμή που σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Eurostat ανέρχεται στις 702.000 ΜμΕ.
Τέλος, αξίζει να επισημανθεί και η μεγάλη διάσταση των εκτιμήσεων της ΓΣΕΒΕΕ σε σχέση με τις επίσημες μετρήσεις της ΕΛΣΤΑΤ για την συνολική απασχόληση και την ανεργία, διάσταση η οποία δεν μπορεί να οφείλεται μόνον στις προσλήψεις των 2.500 περίπου μεγάλων επιχειρήσεων ή στην απασχόληση που δημιουργούν οι νέες ΜμΕ που διαφεύγουν των μετρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ. Έτσι, για παράδειγμα, ενώ μεταξύ Ιουνίου 2015 και Δεκεμβρίου 2016 το ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ προέβλεπε αθροιστικά μείωση της απασχόλησης των ΜμΕ κατά 245.000 εργαζόμενους και απολογιστικά εκτιμούσε μείωση κατά 72.200 εργαζόμενους, η ΕΛΣΤΑΤ διαπίστωνε αύξηση της συνολικής απασχόλησης στη χώρα κατά 49.000 άτομα. Συγχρόνως, στο ίδιο διάστημα αντί αύξησης της ανεργίας για την οποία επανειλημμένα μιλούν οι εκθέσεις του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ, είχαμε σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ μείωση του ποσοστού ανεργίας κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες (από 24,9% τον Ιούνιο 2015 σε 23,1% τον Δεκέμβριο 2016).
Οι εκθέσεις του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ ασφαλώς απηχούν τα σοβαρά προβλήματα και τις ανησυχίες της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας. Έχουν, δε, σημαντικό ενδιαφέρον και χρησιμότητα για μία σειρά πληροφοριών που αναδεικνύουν από τον χώρο των ΜμΕ. Όμως, σε ορισμένες μετρήσεις τους σαφώς υπερβάλλουν, ενίοτε γενικεύουν (βλ εκτιμήσεις για αύξηση ανεργίας) και καλλιεργούν αθέλητα ελπίζουμε την κινδυνολογία. Κάτι που πρέπει εφεξής να προσέξουν και να διορθώσουν όπου απαιτείται».