Ακτοπλοϊκά εισιτήρια: Το σχέδιο της κυβέρνησης για να μπει «φρένο» στις αυξήσεις

πλοία Ακτοπλοϊκά εισιτήρια

Αντιδράσεις προκαλεί η αύξηση στις τιμές των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων, που αναμένεται να φτάσει το 12%-15%, από την 1η Μαΐου. Ο βασικός λόγος των επικείμενων αυξήσεων είναι η υποχρεωτική μετάβαση σε ακριβότερα, περιβαλλοντικά φιλικότερα καύσιμα, στο πλαίσιο της «πράσινης μετάβασης», καθώς και η αύξηση του λειτουργικού κόστους των εταιριών λόγω πληθωρισμού και υψηλότερων μισθολογικών εξόδων.

Την ίδια ώρα βρίσκονται σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις μεταξύ του υπουργείου Ναυτιλίας και των ακτοπλόων, σε συνεργασία με τα συναρμόδια υπουργεία, για τη διαμόρφωση ενός «win-win» πακέτου μέτρων, όπως το χαρακτηρίζει ο υπουργός, Χρήστος Στυλιανίδης.

Τα μέτρα που εξετάζονται για τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια

Το υπουργείο Ναυτιλίας εξετάζει μια σειρά από μέτρα για την ανακούφιση των επιβατών και των ακτοπλοϊκών εταιρειών. Ανάμεσα στα προτεινόμενα μέτρα είναι, σύμφωνα με τον Ελεύθερο Τύπο:

Τι λένε οι ακτοπλοϊκές εταιρείες υποστηρίζουν

Οι ακτοπλοϊκές εταιρίες υποστηρίζουν ότι τα μέτρα αυτά δεν επαρκούν για να καλύψουν το υψηλό κόστος μετάβασης στη νέα εποχή. Σύμφωνα με τον Σύνδεσμο Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ), οι βασικές προτάσεις τους περιλαμβάνουν:

Όπως αναφέρει ο Ελεύθερος Τύπος, οι ακτοπλοϊκές εταιρείες αντιμετωπίζουν πολλαπλές προκλήσεις λόγω της αύξησης του λειτουργικού κόστους, το οποίο έχει άμεσες επιπτώσεις τόσο στους ίδιους τους επιχειρηματικούς φορείς όσο και στους επιβάτες. Η μετάβαση σε πιο φιλικά προς το περιβάλλον καύσιμα, η ανανέωση του στόλου και οι αυξανόμενες μισθολογικές υποχρεώσεις επιβαρύνουν σημαντικά τις εταιρίες. Οι εκπρόσωποι του κλάδου υπογραμμίζουν πως το κόστος των καυσίμων έχει αυξηθεί κατά 9% το 2024, οι αμοιβές των πληρωμάτων έχουν αυξηθεί κατά 24% από το 2021 λόγω νέων συλλογικών συμβάσεων, ενώ το κόστος των ανταλλακτικών έχει εκτοξευθεί κατά 14%.

Παράλληλα, η εφημερίδα αναφέρει ότι η αύξηση των τραπεζικών επιτοκίων επιβαρύνει σημαντικά τη ρευστότητα των ακτοπλοϊκών εταιριών, με το κόστος δανεισμού να έχει αυξηθεί κατά 43% σε σχέση με το 2021. Αυτό καθιστά δύσκολη την πρόσβαση των επιχειρήσεων σε νέα κεφάλαια, τα οποία είναι απαραίτητα τόσο για τη συντήρηση όσο και για τον εκσυγχρονισμό του στόλου. Με την επερχόμενη υποχρέωση για χρήση καυσίμων με περιεκτικότητα σε θείο 0,1%, από τον Μάιο του 2025, αναμένεται πρόσθετη αύξηση κόστους κατά 35%, κάτι που θα οδηγήσει τις εταιρίες σε δύσκολες οικονομικές επιλογές, πιθανόν εις βάρος της ποιότητας των υπηρεσιών ή ακόμα και της βιωσιμότητάς τους.

Η αυξημένη οικονομική πίεση έχει και μακροοικονομικές επιπτώσεις, καθώς η ακτοπλοΐα αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για τη νησιωτική οικονομία. Σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ, η επιβατική κίνηση αναμένεται να μειωθεί κατά 10,4% έως το 2031, προκαλώντας απώλειες εσόδων της τάξης των 433 εκατ. ευρώ για τις τοπικές επιχειρήσεις και μείωση του ΑΕΠ κατά 650 εκατ. ευρώ.

Ανατιμήσεις στα νησιά

Η ακρίβεια στα ακτοπλοϊκά εισιτήρια δεν πλήττει μόνο τους ταξιδιώτες, αλλά και το ευρύτερο εμπορικό οικοσύστημα των νησιών, το οποίο βασίζεται στις τακτικές θαλάσσιες μεταφορές για την προμήθεια αγαθών και πρώτων υλών. Η αύξηση του κόστους μεταφοράς αγαθών οδηγεί σε αλυσιδωτές ανατιμήσεις, επηρεάζοντας τους κλάδους της εστίασης, του λιανεμπορίου και της φιλοξενίας. Επιχειρηματίες των νησιών εκφράζουν ανησυχίες για πιθανή μείωση των κρατήσεων κατά τους θερινούς μήνες.

Ενα άλλο σημαντικό οικονομικό ζήτημα που απασχολεί τις ακτοπλοϊκές εταιρίες είναι η ανανέωση του στόλου. Σήμερα, ο μέσος όρος ηλικίας των πλοίων είναι 30 έτη, ενώ σχεδόν το 43,5% των πλοίων είναι άνω των 30 ετών, γεγονός που δημιουργεί επιπρόσθετα κόστη για τη συντήρηση και συμμόρφωση με τους νέους περιβαλλοντικούς κανονισμούς. Η ανανέωση του στόλου απαιτεί επενδύσεις τουλάχιστον 3,5 δισ. ευρώ στα επόμενα 5 χρόνια.

Exit mobile version