Σε υψηλό 14ετίας αναμένεται να βρεθούν φέτος οι αγοραπωλησίες κατοικιών στην ελληνική αγορά.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, υποβλήθηκαν 56.060 δηλώσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων κατά το πρώτο τετράμηνο του έτους, ενώ το 2021 είχαν καταγραφεί 104.746 αγοραπωλησίες ακινήτων, μια ετήσια αύξηση κατά 40,1% σε σχέση με το 2020, ενώ άνοδος σημειώθηκε και το 2022.
Η υψηλή ζήτηση για την απόκτηση κατοικίας ενισχύθηκε περαιτέρω φέτος λόγω του προγράµµατος «Σπίτι Μου» το οποίο αναµένεται να ωφελήσει σχεδόν 10.000 πολίτες ηλικίας 25-39 ετών, αλλά και του αγοραστικού ενδιαφέροντος από το εξωτερικό.
Το «Σπίτι Μου»
Η ζήτηση που έχει εκδηλωθεί στο πλαίσιο του προγράµµατος «Σπίτι Μου», που επιδοτεί το επιτόκιο δανεισµού έως 75% και αφορά ακίνητα ηλικίας τουλάχιστον 15 ετών, επιφάνειας 150 τ.µ. και αξίας έως 200.000 ευρώ, είναι πολύ υψηλή και υπερβαίνει τον αριθµό των περίπου 10.000 δικαιούχων.
Αμφότεροι οι παράγοντες δεν υπήρχαν το 2022 καθώς αφενός μεν το πρόγραμμα ξεκίνησε να “τρέχει” πριν από το εξωτερικό έχει εκτοξευθεί φέτος λόγω της αλλαγής στο ελάχιστο όριο συναλλαγών που θεσμοθετήθηκε στο τέλος του 2022 και θα ξεκινήσει να ισχύει από τις αρχές Αυγούστου.
Όπως τονίζουν, σύμφωνα με την εφημερίδα “Καθημερινή”, εκπρόσωποι του Συλλόγου Μεσιτών Αθηνών – Αττικής η ζήτηση που έχει εκδηλωθεί στο πλαίσιο του προγράμματος ” Σπίτι μου” που επιδοτεί επιτόκιο δανεισμού έως 75% και αφορά ακίνητα ηλικίας τουλάχιστον 15 ετών επιφάνειας 150 τ.μ και αξίας έως 200.000 είναι πολύ υψηλή και υπερβαίνει τον αριθμό των περίπου 10.000 δικαιούχων.
Ωστόσο, δεν λείπουν και οι δυσκολίες, κυρίως ως προς την ανεύρεση των ακινήτων εκείνων, που να καλύπτουν τις ανάγκες των ενδιαφεροµένων ως προς τα χαρακτηριστικά τους (π.χ. περιοχή, κατάσταση κτλ.), αλλά και την τιµή τους. Ειδικά η τιµή είναι ένα ζήτηµα, καθώς η ταυτόχρονη εκδήλωση αγοραστικού ενδιαφέροντος από χιλιάδες ενδιαφερόµενους έχει δώσει το έναυσµα σε αρκετούς ιδιοκτήτες να αυξήσουν τις ζητούµενες τιµές πώλησης των ακινήτων τους, από τη µία ηµέρα στην άλλη, φτάνοντας πολύ κοντά στο υψηλότερο επιτρεπόµενο όριο των 200.000 ευρώ. Αυτό µε τη σειρά του δυσχεραίνει και την εξασφάλιση των απαιτούµενων δανείων, καθώς οι τράπεζες συνεχίζουν να εφαρµόζουν αυστηρά πιστοληπτικά κριτήρια.
Επιπλέον, παρατηρούνται και δυσλειτουργίες τεχνικής φύσεως. Για παράδειγµα, οι τράπεζες ζητούν από τους ενδιαφερόµενους να βρουν πρώτα το ακίνητο που επιθυµούν να χρηµατοδοτηθεί και στη συνέχεια να υποβάλουν τη σχετική αίτηση, για να ξεκινήσει η διαδικασία έκδοσης του δανείου.
Ουσιαστικά δηλαδή λειτουργούν όπως σε µια τυπική αγορά ακινήτου µε χρηµατοδότηση. Από την άλλη πλευρά, αρκετοί ιδιοκτήτες ζητούν από τους ενδιαφερομένους να εξασφαλίσουν προέγκριση δανείου, προτού εµπλακούν σε συζητήσεις για την πώληση του διαµερίσµατός τους. Έτσι, δηµιουργούνται ζητήµατα που δυσχεραίνουν την ολοκλήρωση αρκετών συναλλαγών.