Αισιοδοξία για “κόκκινα” δάνεια και stress tests εξέφρασαν ο Καραμούζης και ο Μεγάλου

Διαχειρίσιμες θα είναι οι όποιες
επιπτώσεις από τις ασκήσεις αντοχής (stress tests) των ελληνικών τραπεζών το 2018, δήλωσε ο
Πρόεδρος της Eurobank και της Ελληνικής
Ένωσης Τραπεζών, Νίκος Καραμούζης, μιλώντας στο 19ο συνέδριο Invest in Greece που
πραγματοποιείται στη Νέα Υόρκη.



Οι προοπτικές των ελληνικών τραπεζών
βρίσκονται στο ευνοϊκότερο σημείο από την έναρξη της κρίσης, τόνισε ο Διευθύνων
Σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς, Χρήστος Μεγάλου.


Ο Νίκος Καραμούζης




«Η κεφαλαιακή επάρκεια, η ποιότητα του
ενεργητικού, οι συνθήκες ρευστότητας και η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών
βαίνουν βελτιούμενες, τα σχέδια αναδιάρθρωσης οδεύουν στη σωστή κατεύθυνση και
οι ελληνικές τράπεζες έχουν επιστρέψει σε οργανική κερδοφορία μετά από χρόνια
σωρευτικών ζημιών στα πλαίσια μίας ανακάμπτουσας οικονομίας», τόνισε ο πρόεδρος
της Eurobank και πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών Νικόλαος Καραμούζης,
μιλώντας σήμερα 19ο Invest in Greece, το ετήσιο διεθνές επενδυτικό συνέδριο για
την Ελλάδα που διοργανώνει στη Νέα Υόρκη το Capital Link.



«Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο
σταυροδρόμι και καλείται να αντιμετωπίσει μια σειρά από προκλήσεις, ορισμένες
εκ των οποίων κληροδοτήθηκαν από την πρωτοφανή κρίση όπως τα υψηλά (αν και
μειούμενα) επίπεδα των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, το βελτιούμενο μεν αλλά
υπαρκτό ακόμα πρόβλημα της ρευστότητας και την επιστροφή των καταθέσεων, τους
περιορισμούς στην ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων και τη συρρίκνωση των δανειακών
χαρτοφυλακίων», ανέφερε ο κ. Καραμούζης.



Αναφέρθηκε επίσης στις ευρύτερες προκλήσεις σε πανευρωπαϊκό
επίπεδο, περιλαμβανομένων κάποιων εποπτικών πρωτοβουλιών (π.χ. IFRS 9,
BaselIII, MIFiD 2, TRIM, PSD2, calendarprovisioning), η εφαρμογή των οποίων,
όπως επισήμανε, μπορεί δυνητικά να επιβαρύνει την κεφαλαιακή θέση των τραπεζών,
ενώ σε συνδυασμό με τον εντεινόμενο ανταγωνισμό από τις αγορές, τους
μη-τραπεζικούς διαμεσολαβητές χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, τις μεταβολές των
προτιμήσεων των πελατών και τις νέες ρηξικέλευθες τεχνολογίες, απαιτούν μεγάλου
εύρους μετασχηματισμό στο υπάρχον τραπεζικό επιχειρηματικό μοντέλο.



«Λαμβάνοντας υπόψη το βελτιούμενο οικονομικό κλίμα στην Ελλάδα
και τη διαφαινόμενη πιθανότητα ότι η χώρα θα βγει επιτυχώς απ’ το πρόγραμμα το
καλοκαίρι του 2018, την υψηλή και βελτιούμενη κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών,
που βρίσκεται αρκετά υψηλότερα από τα ελάχιστα απαιτούμενα επίπεδα, τη
σημαντική προ-προβλέψεων κερδοφορία (περίπου 4,2 δισ. σε ετησιοποιημένη βάση),
που αποτελεί σημαντικό περιθώριο ασφάλειας για δυνητικές μελλοντικές
προβλέψεις, το δείκτη κάλυψης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων από προβλέψεις
στο 50%, τα οποία ελαττώνονται σύμφωνα με τους επιχειρησιακούς στόχους, νιώθω
σήμερα περισσότερο πεπεισμένος ότι οι επιπτώσεις από τις εποπτικές αλλαγές και
την άσκηση προσομοίωσης ακραίων συνθηκών (stresstest) θα είναι διαχειρίσιμες,
χωρίς συστημικές διαταραχές, ιδίως εάν δοθεί ο απαιτούμενος χρόνος στις
τράπεζες να μειώσουν αποτελεσματικά τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα και να
καλύψουν την όποια επίπτωση στη κεφαλαιακή τους θέση μέσω εσωτερικής
δημιουργίας κεφαλαίων και αποτελεσματικής διαχείρισης ενεργητικού», επισήμανε ο
Νικόλαος Καραμούζης.



Ο Χρήστος Μεγάλου




Σε επιταχυνόμενη τροχιά εξομάλυνσης
έχουν εισέλθει οι ελληνικές τράπεζες, καταγράφοντας σημαντική μείωση των μη
εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και σταθερή επαναφορά των καταθέσεων του ιδιωτικού
τομέα, τόνισε, μεταξύ άλλων, ο διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου της Τράπεζας
Πειραιώς Χρήστος Μεγάλου, μιλώντας σήμερα στο 19o ετήσιο συνέδριο του Capital
Link, που πραγματοποιείται στη Νέα Υόρκη.



Η κεφαλαιακή θέση των ελληνικών τραπεζών είναι ισχυρή και
ενισχύεται περαιτέρω μέσω κινήσεων ενεργούς διαχείρισης των κινδύνων
ισολογισμού, ενώ παράλληλα και η ρευστότητα βελτιώνεται, καθώς το εγχώριο
τραπεζικό σύστημα ανακτά την πρόσβαση στις αγορές και μειώνει τη χρηματοδότησή
του από το ευρωσύστημα, σημείωσε ο κ. Μεγάλου.



Όπως εξήγησε, οι επιδόσεις αυτές επιτεύχθηκαν κυρίως λόγω της
πολιτικής σταθερότητας, της βελτίωσης του μακροοικονομικού περιβάλλοντος και
των αποφασιστικών κινήσεων που πραγματοποίησαν οι νέες διοικητικές ομάδες των
ελληνικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.



Ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς υπογράμμισε ότι οι
προκλήσεις παραμένουν ενόψει των επικείμενων εποπτικών ασκήσεων,
συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής του προτύπου IFRS9, την ίδια στιγμή που τα
υπόλοιπα των προβληματικών δανείων παραμένουν υψηλά και το πρόγραμμα
αποεπενδύσεων μη κύριων στοιχείων ενεργητικού απαιτητικό.



Σε κάθε περίπτωση, οι προοπτικές των τραπεζών στην Ελλάδα, σε
ευθυγράμμιση με την πορεία της οικονομίας, είναι τώρα στο πιο ευνοϊκό σημείο
από την έναρξη της κρίσης, τόνισε ο κ. Μεγάλου.



Η Τράπεζα Πειραιώς υλοποιεί την Agenda 2020, ένα στρατηγικό
σχέδιο με όραμα «να είναι η πλέον αξιόπιστη τράπεζα στην Ελλάδα, δημιουργώντας
αξία για τους μετόχους, τους πελάτες και τους εργαζομένους της» και με βάση,
όπως σημείωσε ο κ. Μεγάλου, τέσσερις στρατηγικές προτεραιότητες: εστίαση στον
πελάτη, διοικητική υπευθυνότητα, κουλτούρα επιδόσεων, επιχειρηματική αειφορία.



Ο CEO του Ομίλου Πειραιώς αναφέρθηκε εκτενώς στο πρόβλημα των μη
εξυπηρετούμενων δανείων, το οποίο χαρακτήρισε ως τη «μεγαλύτερη πρόκληση του
ελληνικού τραπεζικού συστήματος».



Σύμφωνα με την Agenda 2020, η Τράπεζα Πειραιώς επιδιώκει τη
μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κάτω από τα 20 δισ. ευρώ και των μη
εξυπηρετούμενων δανείων κάτω από 10 δισ. ευρώ ως το τέλος του 2020, από 34 και
22 δισ. ευρώ αντιστοίχως.



Πρόκειται για στόχους που είναι εναρμονισμένοι με τις δεσμεύσεις
έναντι του SSM, και είναι «επιτεύξιμοι και ρεαλιστικοί», όπως εκτίμησε ο κ.
Μεγάλου.



Tα αποθέματα των NPEs και των NPLs της Πειραιώς βρίσκονται στο
χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 24 μηνών, και οι επιδόσεις αυτές ενισχύονται
από χαμηλότερες εισροές νέων δανείων σε καθυστέρηση, και υψηλότερη κάλυψη από
προβλέψεις.



Όπως ανέφερε ο επικεφαλής του Ομίλου Πειραιώς, καταγράφεται
βελτίωση στην ποιότητα του ενεργητικού σε όλα τα επίπεδα: μικρότερες εισροές
νέων καθυστερήσεων, αύξηση των εισπράξεων και της «θεραπείας», ενίσχυση των
μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων, υποχώρηση της επαναθέτησης.



Ο κ. Μεγάλου τόνισε ότι η επιτυχία του σχεδιασμού εξαρτάται από
τον συνδυασμό των εργαλείων διαχείρισης, και στην κατεύθυνση αυτή η τράπεζα θα
δώσει έμφαση σε πιο δραστικές αναδιαρθρώσεις, ενώ προχωρά και σε πωλήσεις
δανείων.



Οι πρώτες δύο συναλλαγές, περίπου συνολικού ύψους 3 δισ. ευρώ,
θα πραγματοποιηθούν στο πρώτο εξάμηνο του 2018 και ήδη καταγράφεται σημαντικό
επενδυτικό ενδιαφέρον.








Exit mobile version