«Η ελληνική οικονομία κινείται στον αστερισμό της ανάκαμψης και προοιωνίζεται επιτάχυνση του ρυθμού ανάπτυξης το 2020, καθώς και τα μέτρα οικονομικής πολιτικής αναμένεται να αρχίσουν να αποδίδουν καρπούς».
Αυτό επισημαίνει ο ΣΕΒ στο μηνιαίο οικονομικό δελτίο, επισημαίνοντας ωστόσο ότι «η χώρα μας είναι ακόμα υπερχρεωμένη και η ευημερία με δανεικά δεν αποτελεί εναλλακτική επιλογή. Οι επενδύσεις και η αποταμίευση είναι μονόδρομος για την ανάκαμψη».
Σύμφωνα με τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην ανάλυση, η κατανάλωση ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου αυξήθηκε στο 10μηνο του 2019 κατά +2,3% και +17,5% αντίστοιχα, ενώ είχε μειωθεί κατά -1,2% και -5% αντίστοιχα πέρυσι, στοιχεία που αναδεικνύουν την επιτάχυνση της οικονομικής δραστηριότητας στη διάρκεια του 2019.
Ο σύνδεσμος υπογραμμίζει ακόμη, μεταξύ άλλων, την αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής χωρίς καύσιμα κατά +3,8% το 11μηνο του 2019, έναντι +2,7% το αντίστοιχο διάστημα του 2018, τη μείωση της ανεργίας, τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος και την ενίσχυση του πληθωρισμού που καταδεικνύει αυξημένη ζήτηση στην αγορά. Εκτιμά εξάλλου, ότι με βάση την εξέλιξη των αδειών οικοδομής και την παραγωγή σκυροδέματος η επανεκκίνηση της οικοδομής φαίνεται να έχει ξεκινήσει.
«Αν και η πρόοδος μέχρι σήμερα είναι ικανοποιητική σε σχέση με τις εξαγγελίες και δεσμεύσεις της νέας διακυβέρνησης, οι αλλαγές στην οικονομική πολιτική δεν έχουν αποκτήσει ακόμα κρίσιμη μάζα ώστε να σηματοδοτούν την στροφή προς ένα δυναμικά διαφορετικό αναπτυξιακό πρότυπο υψηλών και διατηρήσιμων ρυθμών ανάπτυξης σε μονιμότερη βάση», αναφέρει ο ΣΕΒ.
Σημειώνει επίσης, ότι «αν βραχυχρόνια κάποιες πολιτικές επιδοματικού χαρακτήρα μπορεί να είναι επιβεβλημένες λόγω της μεγάλης κρίσης και ύφεσης που προηγήθηκε, δεν πρέπει με κανένα τρόπο να δημιουργηθεί και πάλι η αίσθηση των μαγικών λύσεων στην κοινωνία». Όπως υποστηρίζει: «Δεν μπορούν να αυξάνονται οι μισθοί χωρίς αύξηση της παραγωγικότητας και των επενδύσεων. Δεν μπορούν να αυξάνονται οι συντάξεις χωρίς αύξηση της αποταμίευσης και η συνταξιοδοτική δαπάνη να χρηματοδοτείται γενναιόδωρα από τον προϋπολογισμό. Δεν μπορεί να μειώνεται η φορολογική επιβάρυνση χωρίς βελτίωση της αποτελεσματικότητας των δομών παραγωγής δημοσίων αγαθών και χωρίς επέκταση της φορολογικής βάσης. Δεν μπορεί να υπάρξει βελτίωση στις δεξιότητες του πληθυσμού ενόψει των αλλαγών που φέρνουν στην οικονομία οι επερχόμενες τεχνολογικές εξελίξεις, χωρίς την δέσμευση πρόσθετων πόρων εκπαίδευσης και κατάρτισης και χωρίς αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο της αγοράς εργασίας και του συνταξιοδοτικού συστήματος. Τέλος, δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις της γήρανσης του πληθυσμού χωρίς αύξηση της παραγωγικότητας του εργατικού δυναμικού, που συρρικνώνεται, και χωρίς επαρκείς και αξιοπρεπείς υποδομές υγείας και μακροχρόνιας φροντίδας, καθώς και χωρίς στοχευμένη μεταναστευτική πολιτική».