Τις εκτιμήσεις του ΕΒΕΠ για τις τάσεις και τις προσδοκίες της φετινής χριστουγεννιάτικης χρονιάς αγοράς στην Αττική παρουσιάζει μέσω facebook ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά, Βασίλης Κορκίδης .
Όπως αναφέρει ο κ. Κορκίδης σε ανάρτηση του στο facebook:
“Τα πρώτα στοιχεία που προκύπτουν από τις πρώτες μέρες εφαρμογής του εορταστικού ωραρίου για τα καταστήματα λιανικής, δείχνουν πως, το 2019 ο τζίρος των Χριστουγέννων θα κινηθεί έστω και οριακά καλύτερα από τα περυσινά επίπεδα. Με τα καταστήματα να είναι και φέτος ανοικτά τις τρεις τελευταίες Κυριακές του έτους, ο εορταστικός τζίρος του Δεκεμβρίου το 2019, αναμένεται να κυμανθεί κάπως καλύτερα από τα περυσινά 3,5 δισ. ευρώ, αλλά βεβαίως πολύ μακριά από τα 5,4 δισ. ευρώ τζίρου το 2009. Η σωρευτική μείωση οκταετίας του χριστουγεννιάτικου τζίρου, υπολογίζεται στο -35%, με απώλειες σχεδόν 2 δισ. ευρώ”.
“Σε ετήσια βάση, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ του 2019, δείχνουν σταθεροποίηση του επιπέδου τζίρου λιανικής, με πρόβλεψη στα 42 δισ. ευρώ συμπεριλαμβανομένων των καυσίμων και 36 δισ. εκτός καυσίμων. Το 2018 οι αντίστοιχοι τζίροι ήταν συνολικά στα 41,4 δισ. ευρώ και χωρίς τα καύσιμα, στα 35,5 δισ. ευρώ. Οι εκτιμήσεις δείχνουν για το 2019 μία αύξηση στον τζίρο της λιανικής 1,5% επιβεβαιώνοντας εν μέρει τις προβλέψεις οριακής αύξησης 1,8% της ιδιωτικής κατανάλωσης. Επισημαίνω ότι, στην Αττική, κατοικεί το 40% των φορολογουμένων, δηλώνεται το 48% του εισοδήματος της χώρας, το 59% του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και το 58% του κύκλου εργασιών στο εμπόριο. Αναμένουμε και φέτος στις εορτές να διαπιστώσουμε το επίπεδο και την ανθεκτικότητα της καταναλωτικής δαπάνης, αφού τα εισοδήματα δεν αυξήθηκαν ανάλογα με τις οικονομικές υποχρεώσεις των νοικοκυριών. Επισημαίνεται πάντως πως φέτος καταγράφεται βελτίωση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης κατά περίπου 2 μονάδες, σε σύγκριση με πέρυσι.
O “προϋπολογισμός” των Ελλήνων για τις αγορές των Χριστουγέννων
Σύμφωνα με έρευνες όπως αυτή της Deloitte, καταγράφεται ότι ο προϋπολογισμός των Ελλήνων για τις αγορές των Χριστουγέννων κυμαίνεται στα 450 ευρώ, όταν ο μέσος όρος των Ευρωπαίων καταναλωτών είναι 455 ευρώ. Εν γένει, η πορεία του τζίρου στα καταστήματα λιανικής, επηρεάζεται εν πολλοίς από την πληθώρα φορολογικών υποχρεώσεων του Δεκεμβρίου, ύψους 2,1 δισ. ευρώ, που πρέπει να διευθετηθούν από 6 εκ. φορολογούμενους, έως το τέλος του έτους. Αξίζει να σημειώσουμε ότι, ευτυχώς, 1,6 δισ. ευρώ θα διοχετευθούν στην οικονομία από τη χορήγηση του δώρου Χριστουγέννων σε 1,9 εκατ. εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα. Το λιανικό εμπόριο φέτος αναμένει ένα μέρος των περίπου 440 εκατ. ευρώ μέχρι 21 Δεκεμβρίου, από τους δικαιούχους επιδομάτων και κοινωνικού μερίσματος. Όμως γνωρίζουμε πως από το μισθό, το δώρο και τα επιδόματα τα περισσότερα, δεν θα πάνε ούτε φέτος στην εορταστική αγορά, αλλά σε ρυθμίσεις ληξιπρόθεσμων οφειλών.
Οι δαπάνες των ελληνικών νοικοκυριών μεταξύ 2010 και 2019, μειώθηκαν κατά περίπου 31 δισ. ευρώ και η ιδιωτική κατανάλωση από τα 152 δισ. ευρώ στα 121 δισ. ευρώ, όταν το εισόδημα των Ελλήνων, δεν υπερβαίνει ετησίως τα 114 δισ. ευρώ. Επειδή, λοιπόν, εισόδημα και κατανάλωση είναι συγκοινωνούντα δοχεία, αυτό σημαίνει ότι πολλές οικογενειακές υποχρεώσεις καλύπτονται από τις αποταμιεύσεις των νοικοκυριών στις τράπεζες και αλλού, ενώ μετά από αρκετό καιρό παρατηρείται και πάλι μία αύξηση 15% στη χρήση πιστωτικών καρτών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ευρώπη η ετήσια ονομαστική κατά κεφαλήν καταναλωτική δαπάνη είναι 20.000 ευρώ στην ΕΕ- 27 και 21.413 ευρώ στην Ευρωζώνη, ενώ στην Ελλάδα 12.940 ευρώ που αντιστοιχεί στο 65% της ΕΕ.
Την περίοδο των Χριστουγέννων, σύμφωνα με τον κ. Κορκίδη, “οι Έλληνες καταφέρνουμε να ανατρέπουμε πολλά στατιστικά και οικονομικά δεδομένα, αλλά μέσα στα όρια των καταναλωτικών δυνατοτήτων μας. Παρά το γεγονός ότι 6 στους 10 Έλληνες καταναλωτές φοβούνται να μην υπερβούν το διαθέσιμο οικογενειακό προϋπολογισμό και οι 4 στους 10 αισθάνονται άγχος και πίεση να καλύψουν τα χριστουγεννιάτικα ψώνια, εντούτοις, η πλειοψηφία των Ελλήνων εστιάζει στην εύρεση έξυπνων δώρων για τις οικογενειακές και κοινωνικές τους υποχρεώσεις, με τη συνολική δαπάνη να φθάνει ακόμα και τα 240 ευρώ, έναντι του ευρωπαϊκού μ.ο. των 340 ευρώ. Θετικό χαρακτηρίζεται το γεγονός ότι, τα τελευταία χρόνια, το κόστος του χριστουγεννιάτικου τραπεζιού παραμένει σταθερό στα 82 ευρώ, με βάση τη μέση τιμή σε 22 κατηγορίες τροφίμων και μετά από τιμοληψίες στα μεγάλα και μικρά Σούπερ Μάρκετ”.
Σύμφωνα με τις αξιολογήσεις της αγοράς για τη περίοδο των Χριστουγέννων, δείχνει ότι πολλές επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου πραγματοποιούν εντός του Δεκεμβρίου ακόμα και έως το 20% του ετήσιου τζίρου τους. Η πλειονότητα των καταναλωτών ξεκινά τις αγορές το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Δεκεμβρίου, την περίοδο 15-24 Δεκεμβρίου και μόνο 2 στους 10 κάνουν τις αγορές της τελευταίας στιγμής την περίοδο μετά τα Χριστούγεννα, έως και την 31η Δεκεμβρίου.
Επίσης, η συντριπτική πλειοψηφία των ελληνικών οικογενειών στρέφεται στα φυσικά καταστήματα και το παραδοσιακό εμπόριο, ενώ το διαδίκτυο επιλέγεται περισσότερο για ιδέες και τιμές. Αναλυτικότερα, το πού και πόσα θα επιλέξουμε να ξοδέψουμε φέτος από τα 450 ευρώ που μας αναλογούν, σύμφωνα πάντα με εκτιμήσεις, επιμερίζονται σε 157 ευρώ για φαγητό, 136 ευρώ για δώρα, 82 ευρώ για ταξίδια και 75 ευρώ για διασκέδαση.
Αντίστοιχα ο μέσος όρος των Ευρωπαίων καταναλώνει 188 ευρώ για δώρα, 131 για φαγητό, 77 για ταξίδια και 49 ευρώ για διασκέδαση. Τα περισσότερα χρήματα τα Χριστούγεννα ξοδεύουν κατά σειρά οι Ισπανοί με 633 ευρώ, οι Βρετανοί με 614 ευρώ και οι Ιταλοί με 529 ευρώ, με τους Έλληνες να είμαστε στη 5η θέση της λίστας. Στην Ελλάδα, η πρώτη καταναλωτική προτίμηση για τις εορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς είναι τα είδη ρουχισμού και υπόδησης, η δεύτερη το φαγητό και το ποτό και η τρίτη κατηγορία κατά σειρά επιλογής, είναι τα παιδικά παιχνίδια, ενώ κατά τη διάρκεια του έτους παρατηρήθηκε μία επιπλέον μετατόπιση τζίρου κατά 4% από τα μικρά στα μεγαλύτερα καταστήματα και τα εμπορικά κέντρα.
Παρά τα όσα έχουμε υποστεί τα τελευταία 10 χρόνια, οι γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς πάντα δημιουργούν προσδοκίες και αλλάζουν τη ψυχολογία μας προς το καλύτερο. Όμως, σύμφωνα με την Eurostat, σε επίπεδα φτώχειας και σε κίνδυνο αποκλεισμού βρίσκεται το 35% των πολιτών στην Ελλάδα όταν το 2008 ήταν 28%, ενώ ο ΟΟΣΑ επίσης αποκαλύπτει μία αισθητή επιδείνωση του ποσοστού παιδικής φτώχειας την περίοδο των μνημονίων. Αυτές οι θλιβερές επιδόσεις για την χώρα μας, αναγκάζουν το 15% των ελληνικών οικογενειών της Αττικής να δηλώνει ότι δεν μπορεί να αγοράσει χριστουγεννιάτικα δώρα, γι’ αυτό όσοι μπορούμε, ας μην τους ξεχάσουμε”, σημειώνει μεταξύ άλλων.