“Είναι αναγκαίο να δώσουμε πίσω στην Ελλάδα την πλήρη κυριαρχία” δηλώνει η ευρωβουλευτής του γερμανικού κόμματος “Die Linke“, επικεφαλής της Ευρωομάδας της Αριστεράς, Γκάμπι Τσίμερ τονίζοντας πως θα πρέπει “να δείξουμε αλληλεγγύη” και “να εμπιστευτούμε τον ελληνικό λαό και την ελληνική κυβέρνηση”.
Όπως αναφέρει η κ. Τσίμερ στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η Ελλάδα έχει κάνει πολλά για να ξεπεράσει τα δομικά προβλήματα με τα οποία βρέθηκε αντιμέτωπη και είναι αναγκαίο να δουν οι Έλληνες πολίτες “το πράσινο φως στο τέλος του τούνελ” και να υπάρξει “πραγματική βοήθεια και αλληλεγγύη” από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).
Επιπλέον η ευρωβουλευτής χαρακτηρίζει “πολύ συντηρητική” τη γερμανική θεώρηση σε ό,τι αφορά στο θέμα του χρέους, στάση που συναρτά με το κραχ του 1923 και τα κατάλοιπα που αυτό έχει αφήσει στη γερμανική οικονομική και πολιτική σκέψη, και εκτιμά πως η αντιμετώπιση κρίσιμων ζητημάτων, όπως η ανεργία, δεν μπορεί να γίνεται βάσει της γερμανικής και μόνο εμπειρίας, αφού σε κάθε χώρα υπάρχουν διαφορετικές συνθήκες και δεν μπορεί κανείς να συγκρίνει την οικονομία μιας χώρας μ’ αυτήν μιας άλλης.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης της Γερμανίδας ευρωβουλευτή, Γκάμπι Τσίμερ, στο ΑΠΕ-ΜΠΕ :
– Στο παρελθόν τα δημοσιεύματα του γερμανικού Τύπου για την Ελλάδα συνοδεύονταν από αρνητικά, κατά κύριο, λόγο σχόλια. Σήμερα βλέπουμε θετικές αναφορές τόσο στον Τύπο όσο και από Γερμανούς αξιωματούχους. Νομίζετε πως το κλίμα στη Γερμανία σε ό,τι αφορά την Ελλάδα έχει αλλάξει;
Ναι, το νομίζω, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την κοινωνία. Πολλοί άνθρωποι είδαν ότι η Ελλάδα -η ελληνική κυβέρνηση και οι οργανισμοί- έκανε πολλά να ξεπεράσει δομικά προβλήματα. Συζητάμε επίσης στη Γερμανία με ποιον τρόπο να αποδεχθούμε ότι το βάρος για τον ελληνικό λαό από τα διάφορα προγράμματα, τα λεγόμενα προγράμματα βοήθειας, είναι τόσο σκληρό, τόσο μεγάλο, που είναι αδύνατο να πει κανείς (στους Έλληνες): ‘θα πρέπει να κάνετε περισσότερα’. Τις συνέπειες από την πολιτική λιτότητας αυτού του είδους, τις βλέπουμε. Βλέπουμε ότι οι άνθρωποι υποφέρουν υπό αυτές τις συνθήκες, γι’ αυτό και τώρα υπάρχει μια συζήτηση στα πολιτικά κόμματα κι επίσης στην κυβέρνηση πώς να αντιδράσουμε, όταν η Ελλάδα βγει από τα προγράμματα.
Νομίζω ότι είναι αναγκαίο να δώσουμε πίσω στην Ελλάδα την πλήρη κυριαρχία κι εμείς ως αριστεροί ευρωβουλευτές, μέλη του Ευρωκοινοβουλίου, θα πρέπει να οργανώσουμε ένα είδος πίεσης στη γερμανική κυβέρνηση, να πούμε ότι τώρα θα πρέπει να βοηθήσουμε την Ελλάδα, να βοηθήσουμε για τις απαραίτητες επενδύσεις, κι επίσης γι’ αυτό που θεωρούμε πως είναι αναγκαίο, ένα συνέδριο για το χρέος· να δημιουργήσουμε μια άλλη βάση για την ελληνική οικονομία, την ελληνική κοινωνία. Και να μην πούμε πως πρέπει να συνεχίσουμε να επιτηρούμε και μετά το τέλος Αυγούστου με ποιον τρόπο η Ελλάδα θα διασφαλίσει ότι τα μέτρα υπό την επιρροή της Επιτροπής και των θεσμών δεν θα επιστρέψουν. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι, οι άνθρωποι να αποκτήσουν μέλλον, να δουν το πράσινο φως στο τέλος του τούνελ.
Είναι πολύ σημαντικό το ότι η Ελλάδα βγαίνει απ’ αυτό το πρόγραμμα, ότι οι Έλληνες μπορούν να αποφασίσουν τι θα κάνουν με τον προϋπολογισμό τους και με ποιον τρόπο θα (τον) αναδιανείμουν στους φτωχότερους εκ των φτωχών, τι μπορούν να κάνουν περισσότερο για τους συνταξιούχους. Ξέρουμε ακριβώς τι έχει γίνει τα προηγούμενα χρόνια κι αυτό πρέπει να σταματήσει. Με ποιον τρόπο αυτό θα καταστεί δυνατό θα το δούμε όπως και το ότι πρέπει να κάνουμε περισσότερα σε ό,τι αφορά τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ελλάδα. Μια πραγματική στήριξη και αλληλεγγύη. Όχι με μέτρα αλλά θα πρέπει να επενδύσουμε σε προγράμματα και άλλα και μ’ αυτό τον τρόπο να στηρίξουμε την Ελλάδα.
– Γιατί η Γερμανία αντιδρά στο θέμα του χρέους;
Νομίζω πως στη Γερμανία έχουμε μια πολύ συντηρητική θεώρηση σε ό,τι αφορά το χρέος κι αυτό έχει μια συνάρτηση με την ιστορία των Γερμανών τον περασμένο αιώνα, στη δεκαετία του ’20, όταν είχαμε μια βάρβαρη οικονομική κρίση στη Γερμανία και ο πληθωρισμός ήταν απίστευτος. Από την ιστορία έχει επηρεαστεί η οικονομική και η πολιτική σκέψη ορισμένων εκ των ηγετών. Θα πρέπει να το ξεπεράσουμε αυτό. Έχουμε μια νέα κυβέρνηση τώρα, οι Σοσιαλδημοκράτες αντικατέστησαν τον Σόιμπλε αλλά βλέπουμε μικρές κινήσεις σε αυτού του είδους τη σκέψη αναφορικά με την οικονομική πολιτική. Αυτό που πρέπει να κάνει η Γερμανία είναι να αναγνωρίσει ότι η γερμανική εμπειρία δεν μπορεί να μεταφερθεί και σε άλλες χώρες. Υπάρχουν διαφορετικές συνθήκες. Δεν μπορεί να συγκρίνει κανείς την οικονομία μιας χώρας με την οικονομία μιας άλλης, τη δομή μιας χώρας με μιας άλλης. Θα πρέπει να δούμε τις ειδικές συνθήκες. Τι είναι καλύτερο για κάθε χώρα ώστε να αποκτήσει μια βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη και κοινωνικο-οικολογικά στάνταρτ.
Θα πρέπει να κάνουμε περισσότερα για την ανεργία. Υπάρχει μια διαφορετική δομή στην ανεργία στην Ελλάδα απ’ ό,τι στη Γερμανία. Έχουμε ολοένα και περισσότερους μακροχρόνια ανέργους εδώ, στην Ελλάδα. Δεν μπορείς να δημιουργήσεις τα ίδια προγράμματα με τη Γερμανία και να πεις: “εντάξει, μετά ένα χρόνο θα πρέπει να είμαι έτοιμος να επιστρέψω στην αγορά εργασίας”, καθώς η μακροχρόνια ανεργία αλλάζει τους ανθρώπους και την ικανότητα τους να εργαστούν να είναι δημιουργικοί, να κινητοποιηθούν. Είναι κρίμα και πρέπει να παλέψουμε γι’ αυτό. Πρέπει να δημιουργήσουμε καλύτερα προγράμματα για τις ανάγκες του ελληνικού λαού και να δείξουμε αλληλεγγύη και πρέπει να εμπιστευτούμε τον ελληνικό λαό και την ελληνική κυβέρνηση. Υπάρχει μια έλλειψη εμπιστοσύνης, ιδιαίτερα στη γερμανική κυβέρνηση. Θα πρέπει να εμπιστεύονται (οι Γερμανοί πολιτικοί) άλλες κυβερνήσεις, άλλους πολιτικούς και να μην λένε: μόνο εάν σας επιτηρούμε εμείς, θα γίνει. Αυτό είναι λάθος, είναι ενάντια στην ευρωπαϊκή ιδέα.
– Θεωρείτε πως αυτή η έλλειψη εμπιστοσύνης είναι που ενισχύει καταστάσεις όπως αυτή που πρόσφατα είδαμε στην πολιτική σκηνή της Ιταλίας;
Και στην περίπτωση αυτή, ορισμένα από τα ΜΜΕ της Γερμανίας και μέλη της κυβέρνησης αντέδρασαν, όπως προηγουμένως με την Ελλάδα. Είπαν ότι οι Ιταλοί ζουν εις βάρος των άλλων κ.λπ. Αυτό δεν είναι καλό. Θα πρέπει να αποδεχόμαστε το αποτέλεσμα δημοκρατικών εκλογών. Δεν μπορούμε να επιλέξουμε και να καθορίσουμε από τη Γερμανία ή από άλλα μέρη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ποια κυβέρνηση θα έχει μια χώρα. Πιθανόν να μπορούμε να ασκούμε κριτική αλλά δεν μπορούμε να πούμε στους ψηφοφόρους, ότι η ψήφος τους ήταν λάθος. Αυτό δεν είναι δυνατόν και καταδεικνύει μια αλαζονεία από την πλευρά της γερμανικής κοινωνίας- όχι από όλη αλλά από τμήματα αυτής- που θα πρέπει να ξεπεράσουμε. Δεν είναι μια γερμανική Ευρώπη αλλά μια ευρωπαϊκή Ευρώπη και είμαστε μια Γερμανία μέσα στην Ευρώπη και Ευρωπαίοι Γερμανοί. Αυτό είναι το μήνυμα που θα πρέπει να εκπέμπουμε. Και στους Ιταλούς.
– Το πρόβλημα είναι μόνο στην οικονομία και τις ακολουθούμενες πολιτικές;
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο στην οικονομία και τις ακολουθούμενες πολιτικές αλλά και στο ότι τα καθιερωμένα πολιτικά κόμματα στην πλειοψηφία -θα έλεγα- των ευρωπαϊκών χωρών έχουν χάσει την επαφή με τους πολίτες. Αυτούς, οι οποίοι υποφέρουν υπό το βάρος νεοφιλελεύθερων πολιτικών και οι οποίοι νομίζουν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι κίνδυνος γι’ αυτούς και όχι βοήθεια. Θα πρέπει να αλλάξουμε αυτή τη στάση (απέναντι στην ΕΕ), να τους μιλήσουμε, να πάρουμε συγκεκριμένα μέτρα και ένα από τα πρώτα μέτρα είναι να εισάγουμε ένα στάνταρτ μίνιμουμ εισοδήματος προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος να ζουν κάποιοι άνθρωποι σε συνθήκες φτώχειας. Προς αυτόν τον σκοπό θα μπορούσαμε να αξιοποιήσουμε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και να δημιουργήσουμε τέτοιου είδους προγράμματα ώστε να στηρίξουμε όλους τους πολίτες στην ΕΕ και να πούμε ότι αυτό είναι το είδος της βοήθειας που μπορεί να προσφέρει η ΕΕ –μεγαλύτερη κοινωνική ασφάλεια, μεγαλύτερη κοινωνική στήριξη και πλεονεκτήματα για όλους και όχι μόνο για τις τράπεζες και τις μεγάλες εταιρίες. Και όχι η ΕΕ να ασκεί μεγαλύτερες πιέσεις στους φτωχότερους των φτωχών, τους ανθρώπους που φοβούνται να χάσουν τη δουλειά τους, αυτούς που θεωρούν ότι δεν έχουν μέλλον. Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να καταπολεμήσουμε τον δεξιό εξτρεμισμό και τον δεξιό λαϊκισμό.