Την
κορύφωση της διαπραγμάτευσης πριν από την συμφωνία για την ελάφρυνση του χρέους
και όχι την διαφωνία αποδεικνύουν οι χθεσινές δηλώσεις Σόιμπλε – Τόμσεν, οι
οποίες είναι φαινομενικά αντίθετες
Ο
επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Τμήματος του ΔΝΤ κ Πόουλ Τόμσεν επανέλαβε χθες άλλη
μια φορά την πάγια θέση του Ταμείου απέναντι στο ελληνικό πρόγραμμα . Ότι
δηλαδή το Ταμείο ζητά να υπάρξει “πραγματική δέσμευση” των Ευρωπαίων
εταίρων για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, το ΔΝΤ ζητά
αξιόπιστες δεσμεύσεις και συγκεκριμένες εκτιμήσεις για τα μελλοντικά πρωτογενή
πλεονάσματα και τους μακροπρόθεσμους αναπτυξιακούς στόχους της Ελλάδας και προς
την κατεύθυνση αυτή κλιμακώνει τις πιέσεις προς το Βερολίνο.
Η νέα
αυτή τοποθέτηση του κ. Τόμσεν ήρθε λίγο μετά την τοποθέτηση του Γερμανού
υπουργού οικονομικών κ. Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε σε ερώτηση της Deutsche Welle Ο
άσπονδος φίλος της Ελλάδας δήλωσε «πεπεισμένος» ότι στη συνεδρίαση του
Eurogroup στις 22 Μαΐου «είναι δυνατόν» να επιτευχθεί συμφωνία για την
ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Σε ό,τι αφορά τη βιωσιμότητα του ελληνικού
χρέους, την οποία θέτει ως όρο το ΔΝΤ για να συμμετάσχει στο τρέχον πρόγραμμα,
ο εκπρόσωπος του υπουργείου επανέλαβε πως δεν προετοιμάζονται αυτή τη στιγμή
μέτρα για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Παραδέχθηκε
πάντως ότι η πορεία των δημοσιονομικών πλεονασμάτων μετά το τέλος του τρίτου
προγράμματος προσαρμογής είναι κρίσιμος παράγοντας για την βιωσιμότητα του
ελληνικού χρέους .
Ούτε όμως
και το Βερολίνο έχει αλλάξει την ρητορική του σχετικά με το ελληνικό θέμα .
Υπενθυμίζεται
ότι προ καιρού η κ. Κριστίν Λαγκάρντ μετά από διαδοχικές συναντήσεις με την
Γερμανίδα Καγκελάριο κ Ανχελα Μέρκελ είχε τονίσει ( για πολλοστή φορά ) ότι θα
πρέπει να συμφωνηθούν μέτρα τα οποία μπορούν να εφαρμοστούν μετά το τέλος του
προγράμματος .Άρα και οι δύο βασικοί πρωταγωνιστές της ελάφρυνσης του χρέους
συμφωνούν ότι δεν υπάρχει λόγος από τώρα για σχεδιασμό και πολύ περισσότερο
εφαρμογή μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους .
Είναι
σαφές λοιπόν ότι και η δήλωση – διάψευση του κ. Σόϊμπλε για τα μέτρα ελάφρυνσης
του χρέους έχει την βάση του στο γεγονός ότι δεν θέλει οι αντίπαλοί τα έχουν
όπλα εναντίον της Κυβέρνησης του εν όψει των εκλογών.
Τι
πραγματικά συμβαίνει
Το
γεγονός ότι δεν υπάρχει ακόμα φανερή συμφωνία και για το χρέος και για τα
πλεονάσματα είναι αποτέλεσμα κατ αρχήν της καθυστέρησης της δεύτερης
αξιολόγησης . Μετά την ουσιαστική ολοκλήρωσή της νωρίς το πρωί της περασμένης
Τρίτης όλα αναμένεται να εξελιχθούν κατά την σύνοδο των G 7 στο Μπάρι
της Ιταλίας από τις 11 μέχρι και τις 13 του μήνα στο περιθώριο του οποίο θα
συνεδριάσει και το άτυπο όργανο γνωστό και ως Washimgton Group αφού σχεδόν όλα τα μέλη του θα είναι
παρόντα
Ειδικότερα, στο Ιταλικό λιμάνι θα βρεθούν οι
ΥΠΟΙΚ των τριών μεγάλων χωρών της Ευρωζώνης , της Γερμανίας, κ. Βόλγκανγνκ
Σόϊμπλε της Γαλλίας, κ. Μισέλ Σαπέν και της Ιταλίας κ. Πιέρ Κάρλο Παντοάν , ο
Πρόεδρος του Εurogroup, Γερούν Ντάϊσελμπλουμ,
ο Πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι και ο Επίτροπος Πιέρ Μοσκοβισί και ο
επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας κ. Κλάους Ρέγκλινγκ αλλά και
η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ.
Μέχρι στιγμής Βερολίνο και Ταμείο έχουν συγκλίνει για το θέμα των
πλεονασμάτων μετά το τέλος του προγράμματος με το ΔΝΤ να ζητά παράταση του
στόχου για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ για 4 χρόνια και το Βερολίνο να μπορεί να περιοριστεί
στα πέντε χρόνια που ζητούσε αρχικά.
Στο θέμα του χρέους υπάρχει μεγαλύτερη απόσταση αφού το ΔΝΤ ζητά να
ξέρει τα μέτρα που θα πάρουν οι Ευρωπαίοι μέχρι και την πλήρη αποπληρωμή των
ευρωπαϊκών δανείων από την Ελλάδα δηλαδή το 2060 . Το Βερολίνο θέλει να
περιορίσει το διάστημα αυτό μέχρι το 2030 και να δεσμευτεί μαζί με τους
υπολοίπους του Eurogroup ότι μέχρι τότε θα υπάρξουν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για
το χρέος που μπορούν να εξασφαλίζουν την βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους (
δηλαδή ετήσιες δαπάνες για το χρέος όχι πάνω από 15% του ΑΕΠ ) . Αν το δεχθεί
και αυτό το ΔΝΤ δεν είναι απίθανο να έχουμε τελική συμφωνία ακόμη και στις 22
Μάιου.
Ωστόσο ο παρασκηνιακός διάλογος που γίνεται από τον Φεβρουάριο μέχρι
και τώρα είναι και ευρύτερος και πιο λεπτομερής για το ελληνικό θέμα .