Παράγοντες του κλάδου επισημαίνουν ότι οι λιανικές τιμές στα τσιγάρα
αναμένεται να αυξηθούν μέχρι τον επόμενο Μάρτιο κατά 50 λεπτά το πακέτο (ήδη
έχει περάσει αύξηση 0,20 ευρώ) ενώ και η τιμή για έναν φάκελο (30 γραμμάρια)
καπνού θα αυξηθεί επίσης 50 λεπτά. Πλέον, ο φόρος που θα αντιστοιχεί σε ένα
πακέτο τσιγάρα από περίπου 80-81% μέχρι τις αρχές Ιουνίου και 84% με την αύξηση
του ΦΠΑ, αναμένεται να εκτιναχθεί στα επίπεδα του 90% μόλις ενεργοποιηθεί ο
νέος ειδικός φόρος. Ο πάγιος φόρος κατανάλωσης που επιβαρύνει τον λεπτοκομμένο
καπνό θα αυξηθεί από τα 156,70 στα 170 ευρώ ανά κιλό, ενώ ο αναλογικός φόρος θα
αυξηθεί από 20% στο 26% της λιανικής τιμής.
Παράλληλα, το παράνομο εμπόριο θα αυξηθεί περαιτέρω και ως αποτέλεσμα η
νόμιμη αγορά θα συρρικνωθεί, ενώ αναμένεται να υπάρξει μεγάλη πίεση για τους
Ελληνες καπνοκαλλιεργητές αλλά και στη λιανική, καθώς ακόμα περισσότερα
περίπτερα θα αναγκαστούν να βάλουν… λουκέτο. Την ίδια στιγμή, ούτε το
ελληνικό Δημόσιο θα κερδίσει τα… αναμενόμενα, καθώς τα «εκτιμώμενα» πρόσθετα
έσοδα της τάξης των 120 εκατ. ευρώ που προσδοκά η κυβέρνηση, όχι μόνο δεν
πρόκειται να έρθουν ποτέ, αντίθετα προβλέπεται περαιτέρω συρρίκνωση των
δημοσίων εσόδων πλέον των 150 εκατ. ευρώ.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η σύγκριση των πολιτικών που εφάρμοσε η Ελλάδα
σχετικά με τη φορολογία καπνού με τη Γερμανία και κυρίως η αποτελεσματικότητά
τους. Ειδικότερα, στην Ελλάδα, ο ΕΦΚ αυξήθηκε μία φορά το 2006, τρεις φορές το
2010 (Ιανουάριος, Μάρτιος και Μάιος), μία φορά το 2011 (Ιούλιος), μία φορά το
2012 (Νοέμβριος), μία φορά το 2014 (Ιανουάριος), ενώ έχει αποφασιστεί ακόμα μία
αύξηση το 2017 (Ιανουάριος).
Τα συνολικά ετήσια φορολογικά έσοδα από τα καπνικά προϊόντα
(συμπεριλαμβάνοντας ΕΦΚ και ΦΠΑ) αυξήθηκαν από 2,2 δισ. το 2000 σε 3,9 δισ. το
2011. Ωστόσο, όπως αναφέρει το Έθνος, μετά το 2011 και σε συνέχεια της βαθιάς
ύφεσης και των σημαντικών αυξήσεων στη φορολογία, τα συνολικά φορολογικά έσοδα
από τον καπνό μειώθηκαν κατά 22% το 2015, φτάνοντας τα 3 δισ. Η ίδια τάση
παρατηρήθηκε και στην περίπτωση των εσόδων από τον ΕΦΚ. Αυξήθηκαν την περίοδο
2000-2011 από 1,7 δισ. ευρώ σε 3 δισ. και στη συνέχεια εισήλθαν σε μία πτωτική
πορεία, φτάνοντας πέρυσι τα 2,4 δισ. ευρώ.
Τρεις φορές
Στη Γερμανία, ο ΕΦΚ αυξήθηκε τρεις φορές την περίοδο 2004-2005 και
πέντε φορές -σε ετήσια βάση- την περίοδο 2011-2015. Τα έσοδα μειώθηκαν κατά την
περίοδο 2006-2010 κατά περίπου 1 δισ. , φτάνοντας τα 13,5 δισ., ωστόσο τα
επόμενα έτη, τα έσοδα του ΕΦΚ πήραν και πάλι την ανιούσα προσεγγίζοντας τα
επίπεδα των 15 δισ. σημειώνοντας άνοδο μεγαλύτερη του 10%.
Ο Ιάκωβος Καργαρώτος, αντιπρόεδρος της εταιρείας Παπαστράτος
(θυγατρικής της Philip Morris International στην Ελλάδα), υποστηρίζει ότι ο
κλάδος ζητά σταθερό φορολογικό πλαίσιο, χωρίς καμία αλλαγή στο ύψος και στη
δομή του φόρου, προκειμένου να εξομαλυνθεί περαιτέρω η αγορά και να
διασφαλιστούν τα δημόσια έσοδα.
Ο Ιάκωβος Καργαρώτος, αντιπρόεδρος της εταιρείας Παπαστράτος
(θυγατρικής της Philip Morris International στην Ελλάδα), υποστηρίζει ότι ο
κλάδος ζητά σταθερό φορολογικό πλαίσιο, χωρίς καμία αλλαγή στο
Οσον αφορά τη φορολογική επιβάρυνση των καπνικών προϊόντων από τον ΦΠΑ,
η Γερμανία αύξησε τον αύξησε από το 16% στο 19% το 2007, ενώ ο ΦΠΑ στην Ελλάδα
αυξήθηκε από το 18% στο 19% το 2005, στο 21% και 23% το 2010 και στο 24% το
2016. Σε γενικές γραμμές προκύπτει ότι η άνοδος των φορολογικών συντελεστών
έχει θετικές επιδράσεις στα έσοδα ή ακόμα και στην κατανάλωση μόνο σε χώρες οι
οποίες βρίσκονται σε αναπτυξιακή πορεία και όχι σε εκείνες που ταλαιπωρούνται
από πολυετή ύφεση.
Οπως αναφέρει στέλεχος κορυφαίας εταιρείας του κλάδου. τα παραπάνω
είναι η πραγματικότητα που βιώνει ο κλάδος τα τελευταία επτά χρόνια με πιο
πρόσφατο παράδειγμα την αύξηση κατά 10 «μόνο» λεπτά το 2014, η οποία οδήγησε σε
μείωση των εσόδων κατά 100 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2013 αν και είχε διαφημιστεί
ότι θα έφερνε πρόσθετα 50 εκατ. ευρώ.
Οι οκτώ αυξήσεις σε επτά χρόνια
«φούντωσαν» το λαθρεμπόριο
Υστερα από επτά χρόνια συνεχών αυξήσεων (οκτώ συμπεριλαμβανόμενης της
τελευταίας αύξησης του ΦΠΑ τον Ιούνιο του 2016) στους φόρους των καπνικών
προϊόντων, το παράνομο εμπόριο έχει ξεπεράσει το 20% της αγοράς και γι’ αυτό η
νόμιμη αγορά έχει συρρικνωθεί κατά 50%, ενώ περισσότερα από 10.000 περίπτερα
έχουν κλείσει.
Οι Ελληνες προσάρμοσαν την καταναλωτική τους συμπεριφορά στις μεγάλες αυξήσεις
των τιμών, καθώς, είτε μείωσαν το κάπνισμα, είτε προτίμησαν τσιγάρα με
χαμηλότερη τιμή, είτε αντικατέστησαν τα τσιγάρα με λεπτοκομμένο καπνό, είτε
στράφηκαν στη διασυνοριακή αγορά και στο λαθρεμπόριο. Είναι χαρακτηριστικό πως,
ενώ το 2006 οι Ελληνες κατανάλωναν περίπου 32 δισ. τσιγάρα, το 2015 η
κατανάλωση υποχώρησε στα 20,81 δισ. τσιγάρα. Την ίδια περίοδο οι πωλήσεις
λεπτοκομμένου καπνού αυξήθηκαν κατά 42,6%.
Μεγάλη μείωση έχουν υποστεί βέβαια και τα δημόσια έσοδα. Από τη
φορολογία στα τσιγάρα τα πρώτα τέσσερα χρόνια της κρίσης η διαφορά μεταξύ
προϋπολογισθέντων φόρων και εισπραχθέντων φόρων προσέγγισε το 1,5 δισ. ευρώ.
Συγκεκριμένα, οι απώλειες στα φορολογικά έσοδα σε σχέση με τα προϋπολογισθέντα
ανήλθε το 2009 σε 70 εκατ. , το 2010 σε 800 εκατ., το 2011 σε 300 εκατ. ευρώ
και το 2012 σε 300 ευρώ. Αντίστοιχα, το 2013 η απόκλιση ήταν στα 33 εκατ., το
2014 στα 104 εκατ. και το 2015 στα 67 εκατ. με αποτέλεσμα στο σύνολο της
τριετίας να υπάρχουν απώλειες ύψους 200 εκατ.
Ο Ιάκωβος Καργαρώτος, αντιπρόεδρος της εταιρείας Παπαστράτος
(θυγατρικής της Philip Morris International στην Ελλάδα), εκτιμά ότι δεν
υπάρχει κανένα περιθώριο για περαιτέρω αύξηση της φορολογίας στα καπνικά
προϊόντα, ενώ υποστηρίζει ότι ο κλάδος ζητά σταθερό φορολογικό πλαίσιο, χωρίς
καμία αλλαγή στο ύψος και στη δομή του φόρου, προκειμένου να εξομαλυνθεί
περαιτέρω η αγορά και να διασφαλιστούν τα δημόσια έσοδα καθώς επίσης και
εντατικοποίηση και ανάληψη περαιτέρω πρωτοβουλιών από τη Γενική Γραμματεία για
την Καταπολέμηση της Διαφθοράς και από τις διωκτικές Αρχές.
Μελέτη
Με βάση μελέτη που διενέργησε η KPMG σε όλες τις χώρες της ΕΕ, την
Ελβετία και τη Νορβηγία, το παράνομο εμπόριο προϊόντων καπνού στην Ελλάδα το
2015 συνέχισε να κατέχει ιδιαίτερα υψηλή θέση, με συνέπεια την απώλεια εσόδων για
το κράτος που άγγιξε τα 637 εκατ. ευρώ. Το 2014 η Ελλάδα βρισκόταν στην 4η θέση
του λαθρεμπορίου τσιγάρων πανευρωπαϊκά, πίσω από Λετονία, Νορβηγία και
Λιθουανία, με τα λαθραία να αντιστοιχούν σε άνω του 20% της αγοράς, όταν ο
πανευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 10,4%. Ακόμη, η μελέτη έδειξε ότι στην Ελλάδα το
2015, τη συντριπτική πλειονότητα των παράνομων τσιγάρων αποτελούν τα «illicit
whites» (6 στα 10), δηλαδή προϊόντων που συνήθως παράγονται νόμιμα σε μία χώρα,
με κύριο σκοπό τη λαθραία διάθεσή τους σε άλλες χώρες.