του Ανδρέα Στεφανίδη*
Είναι γνωστό ότι η επιχειρηματικότητα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του σύγχρονου οικονομικού περιβάλλοντος, κυρίως σε περιόδους κρίσης. Ιδιαίτερα η νέα, μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα αποτελεί φορέα ανάπτυξης, δημιουργίας θέσεων εργασίας, ενώ ταυτόχρονα προσφέρει τη δυνατότητα δικαιότερης κατανομής του παραγόμενου πλούτου. Με τον τρόπο αυτό αναδεικνύεται ως η σημαντικότερη ελπίδα κοινωνικής συνοχής και προοπτικής εξόδου από την κρίση.
Όσον αφορά τη νεανική επιχειρηματικότητα, έρευνα του ΙΟΒΕ (Μάρτιος 2015), κατέδειξε ότι χαρακτηρίζεται από την οξύτερη αντίληψη ευκαιριών που μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερες επιδόσεις και ότι οι νέοι αναλαμβάνουν επιχειρηματικές πρωτοβουλίες με υψηλότερη προστιθέμενη αξία. Ωστόσο, παρά τα θετικά σημεία που καταγράφει η έρευνα ως προς τις τεχνολογικές δυναμικές ικανότητες, η νέα επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα έχει κυρίως εσωστρεφή χαρακτήρα και εξακολουθεί να αναπαράγει τη βασική δομή της ελληνικής οικονομίας που βασίζεται στην ύπαρξη και λειτουργία πολύ μικρών επιχειρήσεων οι περισσότερες εκ των οποίων δεν αναπτύσσονται και, ως εκ τούτου, δεν δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας.
Για την ανάπτυξη, ο βασικότερος μοχλός με τις μεγαλύτερες προοπτικές επιτυχίας και μακροβιότερης διάρκειας είναι η επιχειρηματικότητα που βασίζεται στην αξιοποίηση της γνώσης και των νέων τεχνολογιών. Οι νέες τεχνολογίες επιδρούν καταλυτικά στην επιτάχυνση των επιστημονικών εξελίξεων σε όλους τους τομείς (π.χ. αγροδιατροφή, θαλάσσια οικονομία, τουρισμός, νανο-τεχνολογία, μικροηλεκτρονική, τεχνολογία υλικών κ.λπ.) και δημιουργούν νέες ειδικότητες, νέες εφαρμογές και τελικά νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες.
Σε αυτού του τύπου την ανάπτυξη παρουσιάζεται το φαινόμενο των νέων επιχειρηματιών σε εταιρίες υψηλής τεχνολογίας για να αναδείξει το εναλλακτικό, αναπτυξιακό μοντέλο μιας υγιούς επιχειρηματικότητας που αντλεί το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα από την ταχεία εφαρμογή τεχνολογικών ανακαλύψεων σε νέα προϊόντα και υπηρεσίες με βάση τη γνώση.
Η μεγάλη όμως κοινωνική σημασία των νέων τεχνολογιών έγκειται στο ότι έφερε επανάσταση στη μετάδοση της πληροφορίας και της γνώσης. Η γνώση δεν αποτελεί πλέον προνόμιο των ολίγων και των εχόντων. Οι επιχειρήσεις έχουν σχετικά άνετη πρόσβαση στη γνώση και στις δυνατότητες που αυτή προσφέρει κι αυτό έχει σημαντικές επιπτώσεις στην κοινωνική δυναμική και τις ευκαιρίες.
Το μεγαλύτερο βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση είναι η χρήση των δυνατοτήτων που προσφέρει η ανοικτή καινοτομία με τις γέφυρες συνεργασίας ανάμεσα στην ερευνητική κοινότητα και τις επιχειρήσεις. Το όριο μεταξύ µιας επιχείρησης ή ενός ερευνητικού ιδρύµατος και του εξωτερικού περιβάλλοντος, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται οι ερευνητές, οι προμηθευτές, οι πελάτες, αλλά ακόμα και οι ανταγωνιστές αποδεικνύεται πορώδες, επιτρέποντας στις καινοτομίες να κινηθούν ευκολότερα. Μεταξύ των βασικών πλεονεκτημάτων των ανοιχτών μοντέλων καινοτομίας είναι η μείωση του χρόνου που μεσολαβεί από τη σύλληψη μιας ιδέας μέχρι να βρεθεί ένα προϊόν στην αγορά, αλλά και το ότι επιτρέπουν στις επιχειρήσεις να επωφεληθούν από το ταλέντο ανθρώπων που είτε δεν έχουν οι ίδιες τους οικονομικούς πόρους να τους εντάξουν στις δομές τους, είτε δεν θα επέλεγαν οι συγκεκριμένοι ερευνητές/εφευρέτες να ενταχθούν σε αυτές.
Μέσω της ανοικτής καινοτομίας, παρέχεται ένα νέο πλαίσιο για τη στρατηγική διάρθρωση, την οργάνωση, τη διαχείριση της έρευνας και τελικά της ανάπτυξης νέων προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς ενθαρρύνονται οι συνέργειες ακόμα και μεταξύ ανταγωνιστών.
Κάθε επιχείρηση νομιμοποιείται κατά κύριο λόγο εφ’ όσον λειτουργεί προς όφελος της κοινωνίας στην οποία βρίσκεται και όχι μόνο προς όφελος του επιχειρηματία ή ακόμα και των άλλων παραγόντων της επιχείρησης (εργαζόμενοι, πελάτες, προμηθευτές).
Ο πραγματικός ρόλος της επιχείρησης βρίσκεται στο κέντρο του αναπτυξιακού σχεδιασμού και στη βιώσιμη διαχείριση των διαθέσιμων οικονομικών, κοινωνικών αλλά κυρίως ανθρώπινων πόρων μέσω συμπράξεων με άλλες επιχειρήσεις, μη κερδοσκοπικούς φορείς, εκπαιδευτικά ιδρύματα και ερευνητικούς οργανισμούς.
Το ατομικό στοιχείο, δηλαδή η προσωπικότητα του επιχειρηματία, είναι πράγματι μια αναγκαία πρώτη παράμετρος της επιχειρηματικότητας. Σε καμία περίπτωση όμως η επιχειρηματικότητα δεν αποτελεί μόνο ατομική υπόθεση του επιχειρηματία, είτε πρόκειται για επιχείρηση ενός ατόμου ή ομάδας εταίρων.
Σίγουρα δεν είναι εύκολο να ξεπεραστούν αντιλήψεις ετών. Μεγάλη σημασία για τη μετατροπή των παραδοσιακών επιχειρήσεων σε ανοικτές επιχειρήσεις έχει η επιχειρηματική κουλτούρα, το πώς αυτή διαχέεται και το πώς μεταφράζεται σε συνεργασίες στο πλαίσιο της ανοικτής επιχειρηματικότητας και καινοτομίας. Χρειαζόμαστε μια κουλτούρα που θα ανοίγει πόρτες σε όσους θέλουν να συμμετέχουν, να εξερευνούν και να προσφέρουν, και θα προωθεί την επικοινωνία και, την ανάπτυξη σχέσεων και συνεργειών μεταξύ όλων των εμπλεκομένων (επιχειρήσεων, ερευνητών, θεσμών και κοινωνίας).
Επομένως, η ευθύνη των επιχειρήσεων είναι πολύ μεγαλύτερη από την απόδοση φόρων προς το Κράτος και τη διανομή μερικών χορηγιών για την ικανοποίηση αναγκών του τμήματος Δημοσίων Σχέσεων. Ο ρόλος και η ευθύνη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων καθορίζονται από τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν και τον βαθμό συμμετοχής τους στη δημόσια διαβούλευση για τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Η περιβαλλοντική κρίση αποτελεί τη μεγαλύτερη παγκόσμια κρίση που η οικονομία και κοινωνία της κατανάλωσης επέφερε στον κόσμο. Κανείς και για κανένα λόγο δεν εξαιρείται από τις υποχρεώσεις της μείωσης των αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον.
Όλες οι επιχειρήσεις οφείλουν επίσης να σέβονται το περιβάλλον και να λειτουργούν με γνώμονα τη βελτίωση των περιβαλλοντολογικών όρων στην κοινωνία.
Με δεδομένη τη θετική και σημαίνουσα οικονομική και κοινωνική επίδραση της μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας, το Κράτος οφείλει αφ’ ενός να διασφαλίζει ένα σταθερό και υγιές πλαίσιο για την εύρυθμη λειτουργία και ανάπτυξή της και αφ’ ετέρου να ανταποκρίνεται έγκαιρα στις προκλήσεις ή τα προβλήματα που δημιουργούνται στη λειτουργία των νέων, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Πιο συγκεκριμένα, να φροντίζει για τη μη επικυριαρχία των μεγάλων επιχειρήσεων που λόγω μεγέθους και οικονομικής επιφάνειας έχουν τη δυνατότητα μη ισότιμου ανταγωνισμού, δημιουργίας καρτέλ, μεγαλύτερης προβολής κ.λπ.
Ο στόχος της αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου περνά μέσα από την αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας σε επιχειρήσεις υψηλής προστιθέμενης αξίας και εγχώριας παραγωγής για να έχουμε υψηλό ενδογενή πολλαπλασιαστή στην οικονομία, έτσι ώστε να τονώσουμε την εσωτερική ζήτηση, να αυξήσουμε τις εξαγωγές και να καταφέρουμε τελικά να μειώσουμε δραματικά την ανεργία ανεβάζοντας ταυτόχρονα το βιοτικό επίπεδων όλων.
Το Κράτος οφείλει να αξιοποιήσει την αναπτυξιακή δυναμική που παρέχουν οι νέες τεχνολογίες και η ανοικτή καινοτομία με τη δημιουργία κατάλληλων υποστηρικτικών δομών, οι οποίες θα συμβάλουν στη βέλτιστη αξιοποίηση του ανθρωπίνου δυναμικού της Χώρας το οποίο αποτελεί και το σημαντικότερο αναπτυξιακό της κεφάλαιο.-
*Επίτιμος Πρόεδρος Ομοσπονδίας Ελληνικών Συνδέσμων Νέων Επιχειρηματιών, Επικεφαλής θερμοκοιτίδας Aephoria.net, Πρόεδρος Ακαδημίας Επιχειρηματικότητας