Αντιδρούν οι εργαζόμενοι της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας του πρώην Ομίλου Λαναρά σε Νάουσα και Κομοτηνή στη διαφαινόμενη άρνηση των τραπεζών να προχωρήσουν στην υλοποίηση της επαναλειτουργίας μονάδων του Ομίλου, στο πλαίσιο ενός τριμερούς συνεταιριστικού σχήματος με την συμμετοχή του ελληνικού δημοσίου, των ίδιων των τραπεζών και των εργαζομένων.
Το καλοκαίρι από την Κομοτηνή ο τότε γενικός γραμματέας του υπουργείου Ανάπτυξης Γιάννης Τόλιος είχε ανακοινώσει την επαναλειτουργία των κλωστηρίων Μαρώνειας και Κομοτηνής του πρώην ομίλου Λαναρά, στη ΒΙΠΕ Κομοτηνής για το φθινόπωρο του 2015, καθώς και αντίστοιχων μονάδων της Νάουσας που παραμένουν ανενεργές για πάνω από τρία χρόνια.
Ειδικότερα, για τα κλωστήρια είχε εκπονηθεί σχέδιο επαναλειτουργίας σε συνεταιριστική βάση με τη συμμετοχή στο νέο εταιρικό σχήμα, των εργαζομένων και του τραπεζικού τομέα, με κεφάλαιο της τάξης των 10 εκατομμυρίων ευρώ που θα δινόταν από την Εθνική Τράπεζα. Σύμφωνα με τον κ. Τόλιο με την λύση που είχε προκριθεί, είχε εξασφαλιστεί και η ρύθμιση των χρεών που ήταν ιδιαίτερα υψηλά και αφορούσαν οφειλές προς εργαζόμενους, προς το ΙΚΑ και προς τρίτους που συνολικά φθάνουν τα 250 εκατομμύρια ευρώ.
«Πρώτοι εμείς οι εργαζόμενοι κάναμε μία πρόταση στους υπόλοιπους πιστωτές που είναι το δημόσιο και οι τράπεζες. Πρώτοι εμείς κεφαλαιοποιούμε τα χρήματά μας και αγοράζουμε τις θέσεις εργασίας. Μέχρι πρόσφατα ξέραμε ότι συμφωνούσαν και το κράτος και οι τράπεζες. Τελευταία αντιμετωπίσαμε ένα πρόβλημα με τις τράπεζες χωρίς να γνωρίζουμε τι ακριβώς συμβαίνει», ανέφερε μιλώντας στο Αθηναϊκό Πρακτορείο, η εκπρόσωπος του σωματείου εργαζομένων των κλωστηρίων Ροδόπης και Μαρώνειας, Μάρθα Στογιαντσάκη.
Οι πληροφορίες των εργαζομένων αναφέρουν ότι οι πιστώτριες τράπεζες ζητούν πλέον να μην υλοποιηθεί αυτό το σχέδιο και να αναζητηθεί ιδιώτης επενδυτής. Οι εργαζόμενοι τονίζουν ότι δεν είναι αντίθετοι στη προοπτική εξεύρεσης επενδυτή, με ανοιχτά όμως εργοστάσια έτσι ώστε να διασφαλίζεται η λειτουργία τους και η περιουσία τους από τους από τους συνδίκους πτώχευσης και τους προμηθευτές. Αυτό συμβαίνει γιατί ο Όμιλος της ΕΝΚΛΩ τελεί υπό καθεστώς πτώχευσης ήδη από τον Ιούλιο του 2012.
«Με το δικό μας πρόγραμμα, μιλάμε για μια ανοιχτή επιχείρηση, κεφαλαιοποιούνται χρήματα που είναι χαμένα. Η εταιρία αφού πατήσει στα πόδια της και αφού θα πάρει αξία θα μπορούσε να βρει ευκολότερα και με ιδανικότερες συνθήκες έναν επενδυτή», αναφέρει η κ. Στογιαντσάκη, η οποία επισημαίνει ότι τα δύο κλωστήρια στην Κομοτηνή είναι μοναδικά στο είδος τους σε όλη την Ευρώπη.
«Η δυνατότητα αυτών των κλωστηρίων είναι να παράγουν νήμα ανταγωνιστικό. Τις ευρωπαϊκές αγορές δεν τις ενδιαφέρει το φθηνό νήμα που πουλάει η Κίνα. Η Ελλάδα είναι όγδοη βαμβακοπαραγωγός χώρα στον κόσμο και δίνονται αυξημένες δυνατότητες στις μονάδες αυτές να παράγουν καλό νήμα. Άλλωστε, είναι γνωστό ότι η ΕΝΚΛΩ συνεργαζόταν με πολύ μεγάλες εταιρίες όπως η ADIDAS, η ΝΙΚΕ, η REEBOK, η BENETON», καταλήγει η εκπρόσωπος του σωματείου εργαζομένων.