Σε ανοδική τροχιά εκτιμάται ότι θα εισέλθουν τα επόμενα χρόνια οι εμπορικές σχέσεις Ελλάδας-Σερβίας, καθώς η γειτονική χώρα φαίνεται ότι προσφέρει γόνιμο έδαφος για εμπορικά ανοίγματα στους Έλληνες επιχειρηματίες, που εν μέσω κρίσης αναζητούν εξαγωγική διέξοδο. Μια σειρά από παράγοντες, όπως οι συμφωνίες ελεύθερων συναλλαγών της Σερβίας με τη Ρωσία και άλλα κράτη, η πορεία της χώρας προς την ΕΕ, τα υπό εξέλιξη έργα οδικών και σιδηροδρομικών μεταφορών, αλλά και τα μεγάλα πρότζεκτ σε εξέλιξη, φαίνεται ότι αναθερμαίνουν το ελληνικό ενδιαφέρον για τη χώρα, η οποία εκτιμάται ότι θα αναπτύσσεται με διψήφιο ρυθμό έως το 2020, ενώ ανεβαίνει διαρκώς θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη “Doing Business”.
Δέλεαρ για την ανάπτυξη ελληνοσερβικών επιχειρηματικών συμμαχιών αποτελεί και το γεγονός πως ό,τι παράγεται στη χώρα σε ποσοστό άνω του 51% μπορεί να εξαχθεί στη Ρωσία χωρίς τελωνειακούς δασμούς. Επιπρόσθετα, η Σερβία διαθέτει μεγάλο “στοκ” ανενεργών βιομηχανικών συγκροτημάτων, σε τομείς όπως η κλωστοϋφαντουργία, ο ηλεκτρισμός κι η μεταλλουργία, για την αξοποίηση των οποίων θα μπορούσαν ν’ αναπτυχθούν συνέργειες, ενώ σημαντικές είναι οι προοπτικές και στον τομέα του τουρισμού. Το εκατέρωθεν ενδιαφέρον για στενότερες εμπορικές σχέσεις επιβεβαιώθηκε και στη διάρκεια της πρόφατης διήμερης επίσκεψης, που πραγματοποίησε στη Σερβία ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, συνοδευόμενος από κυβερνητικά στελέχη και παρουσία εκπροσώπων 70 ελληνικών επιχειρήσεων.
Καταδικασμένες σε …αύξηση
“Θεωρώ ότι οι εμπορικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών είναι καταδικασμένες σε …αύξηση”, ανέφερε χαρακτηριστικά, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο πρόεδρος του Ελληνοσερβικού Επιμελητηρίου, Κώστας Γεωργάκος, επισημαίνοντας ότι στη διάρκεια αυτής της επίσκεψης κλείστηκαν δεκάδες επιχειρηματικά ραντεβού μεταξύ ελληνικών και σερβικών επιχειρήσεων, ενώ “ακούστηκε ότι κλείστηκαν και 20 συμφωνίες”. Ο κ.Γεωργάκος πρόσθεσε ότι ευοίωνη προοπτική για την αύξηση του διμερούς εμπορίου μεταξύ των δύο χωρών υπάρχουν στους τομείς των τροφίμων, της ενέργειας και των βιομηχανικών προϊόντων, αλλά και στον τομέα του τουρισμού.
Παρόλα αυτά, οι εμπορικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών παραμένουν αναιμικές, με το ύψος τους να παραπέμπει περισσότερο σε τζίρο μεγάλης εταιρείας, από ό,τι σε διμερές εμπόριο μεταξύ κρατών. Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, που επεξεργάστηκε το ΑΠΕ-ΜΠΕ, το διμερές εμπόριο στους δέκα κυριότερους κλάδους εμπορίου, στους οποίους αντιστοιχεί και η μερίδα του λέοντος των διμερών συναλλαγών, διαμορφώθηκε σε περίπου 368 εκατ. ευρώ το 2015, έναντι 354 εκατ. το 2014, 373,4 εκατ. το 2013 και 368,8 εκατ. ευρώ το 2012. Οι ελληνικές εξαγωγές προς τη Σερβία διαμορφώθηκαν το 2015 στα 209,7 εκατ. ευρώ, έναντι εισαγωγών 158,3 εκατ., με πρώτα στη λίστα τα βιομηχανικά είδη (ταξινομημένα κατά πρώτη ύλη). Το 2014 οι εξαγωγές προϊόντων made in Greece στη Σερβία ανήλθαν σε 198 εκατ. ευρώ, το 2013 στα 196,9 εκατ. ευρώ και το 2012 στα 235,7 εκατ. ευρώ. Στη λίστα των κυριότερων εμπορικών εταίρων της Σερβίας, όπου τις δύο πρώτες θέσεις καταλαμβάνουν η Γερμανία και η Ιταλία, η Ελλάδα κατατάσσεται κάτω από την 20η θέση.
“Διαχείρισιμες” οι επιπτώσεις της κρίσης στις ελληνικές επιχειρήσεις με παρουσία στη Σερβία
Σε επίπεδο επενδύσεων, οι εταιρείες ελληνικών συμφερόντων δεν ξεπερνούν τις 200, εκ των οποίων περίπου 80 είναι μεγάλες, αλλά το ύψος των ελληνικών επενδεδυμένων κεφαλαίων (πάνω από 2 δισ. ευρώ) είναι μεγάλο (πολλές είναι οι ελληνικές τράπεζες με παρουσία στη Σερβία), με αποτέλεσμα η Ελλάδα να κατατάσσεται στις πρώτες θέσεις μεταξύ των ξένων επενδυτών στη χώρα.
Σύμφωνα με παλαιότερο σημείωμα του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων (ΟΕΥ) της ελληνικής πρεσβείας στο Βελιγράδι, οι επιπτώσεις της ελληνικής κρίσης στις ελληνικές επιχειρήσεις στη Σερβία ήταν μάλλον διαχειρίσιμες. “Μόνο ένας πολύ μικρός αριθμός επιχειρήσεων αναγκάστηκε να διακόψει τη λειτουργία του, τούτο όμως αποδίδεται σε δυσμενή επιχειρηματικά αποτελέσματα, που δεν συνδέονταν με κατάσταση ελληνικής οικονομίας” υπογραμμίζεται στο ενημερωτικό σημείωμα (2014), όπου εισημαίνεται ακόμη ότι η αποχώρηση εταιρειών από τη σερβική αγορά αναπληρώθηκε από νέες επιχειρήσεις που ξεκίνησαν την δραστηριότητά τους στη Σερβία εν μέσω κρίσης.
“Οι συνέπειες της κρίσης έγιναν κυρίως αισθητές, κατά την περίοδο 2009-2010, ειδικότερα σε εκείνες τις επιχειρήσεις που ήταν νέες στην αγορά και είχαν εντονότερη την ανάγκη στήριξης από τις μητρικές εταιρείες. Έκτοτε, οι θυγατρικές προέβησαν στις απαιτούμενες λειτουργικές προσαρμογές, και είναι πλέον σε θέση να λειτουργούν πολύ πιο ανεξάρτητα. Συνεπώς, οι επιδόσεις τους εξαρτώνται περισσότερο από τις εξελίξεις στη σερβική, παρά στην ελληνική οικονομία” υπογραμμίζεται.
Κατά τον κ.Γεωργάκο, οι επιχειρηματίες που σκέφτονται να επεκταθούν στη σερβική αγορά δεν είναι λίγοι, αν αναλογιστεί κάποιος ότι το Επιμελητήριο εξακολουθεί να δέχεται πολλά αιτήματα παροχής πληροφοριών από ελληνικές επιχειρήσεις. ‘Οπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, τα αιτήματα αυτά δεν είναι πλέον τόσο πολλά όσα ήταν το 2015, όταν ιδρύθηκε ο φορέας, αλλά παραμένουν αρκετά, γεγονός που πιστοποιεί ένα σταθερό ενδιαφέρον.
Στον στόχο για την τόνωση των διμερών επιχειρηματικών σχέσεων φαίνεται ότι συμβάλλουν και οι νέες υποδομές μεταφορών: τον Οκτώβριο του 2017 αναμένεται να παραδοθεί ο οδικός άξονας Ε10, που ενώνει την Ελλάδα με την Κεντρική Ευρώπη, μειώνοντας στις 4,5 ώρες τον χρόνο που απαιτείται για να διανύσει κάποιος την απόσταση από το Βελιγράδι μέχρι τη Θεσσαλονίκη. Επίσης, προχωρά η νέα σιδηροδρομική σύνδεση Βελιγραδίου- Βουδαπέστης.
Προβλεπόμενη ανάπτυξη 12% για την επόμενη τριετία
Η Σερβία ποντάρει σημαντικά στην ανάπτυξη της οικονομίας της, για λόγους που σχετίζονται τόσο με την ΕΕ, όσο και με τη γενικότερη επιδίωξη για σταθερότητα. ‘Οπως δήλωσε ο Σέρβος πρωθυπουργός, Αλεξάνταρ Βούτσιτς (Aleksandar Vučić) τον περσινό Οκτώβριο, η σερβική κυβέρνηση προσδοκά ότι το ΑΕΠ της χώρας θα αυξηθεί κατά 12% τα επόμενα τρία χρόνια, καθώς και ότι η αύξηση αυτή θα επηρεάσει το βιοτικό επίπεδο κάθε πολίτη της χώρας. Ο δε υπουργός Οικονομίας, Γκόραν Κνέζεβιτς (Goran Knežević), επισήμανε ότι η στρατηγική της σερβικής κυβέρνησης για τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και της ανταγωνιστικότητας στο διάστημα έως το 2020 εκτιμάται ότι θα αποδώσει 100.000 νέες θέσεις εργασίας.
Η χώρα βελτίωσε σημαντικά τη θέση της στην κατάταξη “Doing Business” της Παγκόσμιας Τράπεζας του έτους 2017, περνώντας από την 54η στην 47η θέση. Λαμβάνοντας υπόψη το πόσο ευνοϊκό είναι το περιβάλλον της χώρας σε σχέση με την ίδρυση και λειτουργία επιχειρήσεων, η Σερβία αποτέλεσε μία από τις 10 χώρες, που παρουσίασαν την μεγαλύτερη βελτίωση κατά τα έτη 2015/2016, ενώ βρίσκεται σε θέση υψηλότερη από την Ελλάδα._