Ο Σύνδεσμος Τουριστικών Γραφείων Δυτικής
Κρήτης αναφερόμενος στο θέμα της οικονομίας διαμοιρασμού ζητεί την εμπέδωση
κανόνων φορολογικής ισότητας. Πιο συγκεκριμένα σε ανακοίνωσή του τονίζει τα εξής:
“Μια από τις καλύτερες χρονιές στην τουριστική
βιομηχανία της χώρας μας, βρίσκει τον κλάδο να αδυνατεί να κεφαλαιοποιήσει
πλήρως την αξία της αύξησης αυτής.
Βασικός λόγος για το γεγονός αυτό, δεν είναι άλλος από την
σκιώδη πλευρά της διαμονής, δηλαδή τις (την) ψηφιακές πλατφόρμες ενοικίασης
καταλυμάτων, που παραμένουν εκτός τους συστήματος της επίσημης ξενοδοχίας.
Το φαινόμενο έχει πλέον πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις σε όλη
την Ελλάδα, αλλά και στην Κρήτη και ειδικά στα Χανιά, αλλοιώνοντας την αγορά
και δημιουργώντας πλήθος παρενεργειών στην οικονομία, τη φορολογική
συμπεριφορά, αλλά κυρίως την έννοια του υγιούς ανταγωνισμού.
Μια άλλη διάσταση για την οποία δεν γίνεται λόγος, είναι η
στρέβλωση της επιχειρηματικής συνείδησης στον κλάδο του τουρισμού και η
οικοδόμηση της νοοτροπίας της αρπαχτής σε μια κοινωνία που (αν όχι τώρα, τότε
πότε;) όφειλε και οφείλει να αλλάξει τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς, εντασσόμενη
σε νέες λογικές προοπτικής και προόδου.
Πρόσφατα η DW δημοσίευσε μια έρευνα που ήταν εξόχως
αποκαλυπτική: Σύμφωνα με τα πορίσματα της έρευνας, 1.290 ιδιοκτήτες προσέφεραν
πάνω από ένα διαμερίσματα προς ενοικίαση ανά τη Γερμανία, μια πρακτική η οποία
έχει επιφέρει σοβαρά πλήγματα ιδίως στα μικρής και μεσαίας εμβέλειας συνοικιακά
ξενοδοχεία. Επίσης περίπου το 58% του συνόλου των προσφορών αφορούσαν ενοικιάσεις
διαμερισμάτων ή ακόμη και ολόκληρων συγκροτημάτων κατοικιών, κάτι που σημαίνει
ότι πίσω από αυτές βρίσκονται επαγγελματίες μεσίτες. Παράλληλα οι προσφορές για
μονόκλινα δωμάτια σε κοινόχρηστα με τους ιδιοκτήτες διαμερίσματα, αποτελούσαν
μόλις το 2% του συνόλου.
Σύμφωνα, δε, με την τελευταία μελέτη που διεξήγε το
Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο και δημοσίευσε το Σεπτέμβριο ο τζίρος της οικονομίας
του διαμοιρασμού στο κομμάτι της διαμονής, αναμένεται φέτος να αγγίξει το 1,71
δισ. ευρώ. Παράλληλα, η μελέτη καταδεικνύει την ανάγκη φορολογικής ισότητας των
ξενοδοχείων με τα καταλύματα της οικονομίας διαμοιρασμού και την προοπτική
απομείωσης των φορολογικών βαρών του κλάδου, ως παρακαταθήκη για την επαύξηση
των εσόδων του ελληνικού δημοσίου.
Κατά την μελέτη η προώθηση της φορολογικής ισότητας στον
τουρισμό και γενικά η ορθή αξιοποίηση της οικονομίας διαμοιρασμού στην Ελλάδα
θα δημιουργήσει δυνατότητες αναδιανομής των φορολογικών βαρών προς όφελος των
ασθενέστερων, θα βελτιώσει τον υγιή ανταγωνισμό, θα δημιουργήσει ώθηση στις
υποδομές που δημιουργούν προστιθέμενη αξία και εν τέλει θα ενισχύσει το σύνολο
της οικονομίας.
Όπως επισημαίνεται ο υψηλός βαθμός υποκατάστασης μεταξύ
ξενοδοχείων και καταλυμάτων οικονομίας διαμοιρασμού σε συνδυασμό με το
φαινόμενο της άνισης φορολογικής μεταχείρισης, προκαλεί στρεβλώσεις στον μεταξύ
τους ανταγωνισμό, κυρίως σε επίπεδο τιμών. Ταυτόχρονα, η αγορά δεν λειτουργεί
αποτελεσματικά και δημιουργούνται αντικίνητρα παραγωγικότητας και βελτίωσης των
προσφερόμενων αγαθών.
Αναμφισβήτητα η οικονομία των δικτύων είναι παγκόσμιο
γεγονός, ταχύτατα αναπτυσσόμενο και ραγδαία επεκτεινόμενο λόγω του διαδικτύου
και της ευρυζωνικότητας.
Οι πολιτικές όμως δεν πρέπει να κυνηγούν την ουρά τους. Σε
αυτό το διαδικτυακό περιβάλλον, οι κυβερνήσεις οφείλουν να προβλέπουν και να
δρουν. Όχι βέβαια σε βάρος της εξέλιξης, αλλά υπέρ της υγιούς
επιχειρηματικότητας και της δικαιοσύνης.
Ο τουριστικός κλάδος διεκδικεί και προσβλέπει στη
συγκέντρωση του μεγαλύτερου μέρους του ποσού από τη φορολόγηση της «σκιώδους»
φιλοξενίας και όχι με επιπλέον επιβάρυνση του τουριστικού προϊόντος των
φορολογικά συνεπών τουριστικών επιχειρήσεων. Στην κατεύθυνση αυτή χωρίς
φοβικότητες και με ανοιχτή σκέψη ας διαφυλάξουμε την υγιή επιχειρηματικότητα
και κυρίως ας καλλιεργήσουμε υπεύθυνη τουριστική συνείδηση σε όσους επιθυμούν
να μπουν στον κλάδο. Αυτό είναι όρος βιωσιμότητας και επιτυχίας για την πιο
ζωντανή πλευρά της εθνικής μας οικονομίας.”