Η ισχυρή διοικητική ομάδα σε μία ιδιωτική επιχείρηση που αναζητά κεφάλαια, είναι, ο πιο σημαντικός παράγοντας για τους επενδυτές, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της ΕΥ .
Η έρευνα ζήτησε από 550 θεσμικούς επενδυτές εταιρειών επιχειρηματικών συμμετοχών και εταιρειών καινοτόμου κεφαλαίου, να δώσουν πληροφορίες σχετικά με τους παράγοντες που επηρεάζουν τις αποτιμήσεις τους, το στάδιο του κύκλου ζωής μίας ιδιωτικής επιχείρησης στο οποίο επιλέγουν να επενδύσουν, καθώς και τις αποδόσεις στις οποίες στοχεύουν.
Η ποιοτική ηγετική ομάδα, όπως τονίζεται από το 65% των επενδυτών, οι ισχυρές οικονομικές και επιχειρηματικές υποδομές, η εταιρική διακυβέρνηση και μία ισχυρή στρατηγική επενδυτικών σχέσεων, επηρεάζουν καθοριστικά τις επενδυτικές αποφάσεις.
Παράλληλα, ο ανθρώπινος παράγοντας και η φήμη κυριαρχούν στην έρευνα: η αξιοπιστία και το ιστορικό μιας διοικητικής ομάδας, καθώς και οι υφιστάμενοι επενδυτές, αποτελούν τα βασικά στοιχεία που διαφοροποιούν μια επιχείρηση, επηρεάζοντας σημαντικά την επιχειρησιακή της αξία.
Οι μετρήσεις παίζουν ρόλο
Οι μετέχοντες στην έρευνα τόνισαν, επίσης, τη σημασία των παραδοσιακών μετρήσεων, κατά την αξιολόγηση πιθανών επενδύσεων. Τα κέρδη, η αύξηση του κύκλου εργασιών και, το σημαντικότερο, η κερδοφορία, επισημάνθηκαν στις συζητήσεις με τους ερωτηθέντες στην έρευνα, ενώ πάνω από τους μισούς (51%) επικεντρώθηκαν στους πολλαπλασιαστές επί των κερδών προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων (Επιχειρησιακή Αξία/ΚΠΤΦΑ – EV/EBITDA), όπως και στους πολλαπλασιαστές επί των πωλήσεων (EV/Sales) ως βασικά χρηματοοικονομικά κριτήρια των αποτιμήσεων.
Ο Δρ. Martin Steinbach, επικεφαλής της ΕΥ στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή, την Ινδία και την Αφρική για θέματα Δημοσίων Εγγραφών, σχολιάζει: “Οι επιχειρήσεις πρέπει να έχουν ένα πειστικό εταιρικό ιστορικό, το οποίο να διαρθρώνει με σαφή τρόπο την πορεία προς τη δημιουργία αξίας, σε συνδυασμό με μία ισχυρή παρουσία στους παραδοσιακούς δείκτες. Σε ό,τι αφορά στην αποτίμηση μίας επιχείρησης, ενώ σε κάθε κλάδο προτιμώνται διαφορετικές μέθοδοι αξιολόγησης, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά και το επιχειρηματικό μοντέλο του κλάδου, πρέπει να χρησιμοποιούνται τουλάχιστον τρεις μέθοδοι προκειμένου να αποκτηθεί μία πρώτη ένδειξη του εύρους της αξίας μίας εταιρείας”.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας, ο κ. Τάσος Ιωσηφίδης, επικεφαλής του Τμήματος Χρηματοοικονομικών Συμβούλων της ΕΥ Ελλάδας, σημειώνει: “Τα συμπεράσματα της έρευνας παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις ελληνικές επιχειρήσεις, ιδιαίτερα σε μία περίοδο κατά την οποία η χώρα μας επιδιώκει να προσελκύσει ξένους επενδυτές. Οι ελληνικές επιχειρήσεις θα πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη τα κριτήρια βάσει των οποίων αξιολογούνται και αποτιμώνται σήμερα οι εταιρείες από τους επενδυτές, χρησιμοποιώντας παραπάνω από μια προσέγγιση ή μέθοδο (με βάση το εισόδημα ή την αγορά), συνεκτιμώντας παράλληλα σημαντικούς ποιοτικούς παράγοντες, όπως η ύπαρξη μίας ισχυρής διοικητικής ομάδας, οι κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης και ο ανθρώπινος παράγοντας. Οι χρηματοοικονομικοί δείκτες και πολλαπλασιαστές από μόνοι τους δεν αποτελούν το μόνο κριτήριο για τους επενδυτές”.