Την επέκταση της σύμβασης παραχώρησης του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών έως το 2046 και την πώληση ποσοστού 30% του «Ελ. Βενιζέλος» δρομολογεί το ΤΑΙΠΕΔ, το οποίο αναζητεί εκτιμητή για την αποτίμηση της αξίας της επέκτασης της σύμβασης κατά 20 έτη.
Η κίνηση έρχεται σε μία προσπάθεια για αναθέρμανση του επενδυτικού ενδιαφέροντος για το μεγαλύτερο αεροδρόμιο της χώρας, έπειτα από τον διαγωνισμό για την παραχώρηση των περιφερειακών αεροδρομίων, που σύμφωνα με το υπουργείο Υποδομών θα φέρει έσοδα 11 δισ. ευρώ για το Δημόσιο. Μάλιστα, εν όψει της νέας κατάστασης, το υπουργείο προσέλαβε την PwC ως τεχνικό σύμβουλο για την αναδιοργάνωση της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ).
Σύμφωνα με διακήρυξη, που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του ΤΑΙΠΕΔ στην αγγλική γλώσσα, το Ταμείο αναζητεί μία εξειδικευμένη εταιρία που θα προχωρήσει στην πραγματοποίηση μίας ανεξάρτητης εκτίμησης της αξίας που θα έχει η εικοσαετής επέκταση της σύμβασης παραχώρησης του «Ελ. Βενιζέλος».
Ο σύμβουλος θα έχει στη διάθεσή του δύο εβδομάδες, ενώ ο προϋπολογισμός του διαγωνισμού ορίζεται στις 190.000 ευρώ. Δικαίωμα συμμετοχής θα έχουν εταιρίες με αποδεδειγμένη εμπειρία στον κλάδο και δεν θα παρουσιάζουν σύγκρουση συμφερόντων. Καταληκτική ημερομηνία υποβολής δηλώσεων συμμετοχής είναι η 8η Δεκεμβρίου 2014.
Η χαμένη ευκαιρία του 2011
Η σύμβαση παραχώρησης του αεροδρομίου λήγει το 2026, όμως προβλέπει το δικαίωμα επέκτασης της ισχύος της για έως και 20 χρόνια. Η προσπάθεια για πώληση του μεριδίου του Δημοσίου με επέκταση της σύμβασης παραχώρησης είχε ξεκινήσει το 2010 και τον Σεπτέμβριο του 2011 το υπουργείο Οικονομικών είχε συμφωνήσει με την Hochtief, η οποία αναζητούσε αγοραστές για τις συμμετοχές της σε αεροδρόμια, την 20ετή επέκτασή της έναντι 250 εκατ. ευρώ, με στόχο να βγουν στις αγορές για να πωλήσουν από κοινού τα μερίδιά τους.
Η κίνηση, όμως, ανεστάλη, καθώς το νεότευκτο τότε ΤΑΙΠΕΔ θεωρούσε ότι μπορεί να επιτύχει καλύτερο τίμημα και ακύρωσε τις όποιες διεργασίες για να βρεθεί στη συνέχεια στο πολιτικό «κενό» του 2012, όπως αναφέρει Το Βήμα.
Στο μεταξύ, η Hochtief, η οποία βρίσκεται στα ισπανικά χέρια της ACS, βγήκε στις αγορές και πούλησε τις συμμετοχές της στα αεροδρόμια στον επενδυτικό βραχίονα PSP των «ευγενών» ασφαλιστικών ταμείων του Καναδά. Μάλιστα, το ΤΑΙΠΕΔ, το οποίο στο μεταξύ βρισκόταν σε επαφή με την Hochtief και θεωρούσε ότι είχε εξασφαλίσει την υποστήριξή της για μία από κοινού κάθοδο στις αγορές, έμαθε κυριολεκτικά τα νέα από τις εφημερίδες.
Πλέον, η απόπειρα του Δημοσίου να πουλήσει είτε το 30% του ΤΑΙΠΕΔ είτε συνολικά το 55% που ελέγχει στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών ενδέχεται να πέσει στο κενό, καθώς η σύμβαση παραχώρησης προβλέπει συναίνεση των μεγάλων μετόχων για πώληση σημαντικού ποσοστού και ομοφωνία όλων των μετόχων για την πώληση ιδιαίτερα μεγάλου πακέτου μετοχών.
Η άγνωστη δεύτερη χαμένη ευκαιρία
Σύμφωνα με πληροφορίες, όταν το 2013 η κυβέρνηση βρέθηκε προ τετελεσμένων και αναγκάστηκε να δώσει το «πράσινο φως» στη συναλλαγή μεταξύ Γερμανών και Καναδών, ο υπουργός Υποδομών, Μιχάλης Χρυσοχοϊδης επιχείρησε να δεσμεύσει τους νέους αγοραστές ότι θα συναινέσουν με τη σειρά τους στις όποιες κινήσεις του Δημοσίου, όμως φαίνεται ότι το νήμα της υπόθεσης χάθηκε κάπου μεταξύ ΤΑΙΠΕΔ και υπουργείου Οικονομικών.
Και κάπως έτσι το Δημόσιο παρόλο που διαθέτει το 55% του αεροδρομίου είναι με δεμένα τα χέρια σε ό,τι αφορά την αξιοποίηση της περιουσίας του, έχοντας απομείνει με μοναδικό «προνομιακό» υποψήφιο αγοραστή τους Καναδούς της PSP, η οποία μπορεί να απορρίψει τυχόν πώληση του κρατικού ποσοστού σε τρίτους, όπως για παράδειγμα στην κινεζική σύμπραξη Friedmann Pacific Asset Management (FPAM) και Shenzen Airport, που έχει εκφράσει ανοιχτά το ενδιαφέρον της.
Άλλωστε, δεν είναι τυχαία πρόσφατη παρέμβαση του πρώην πρόεδρου του ΤΑΙΠΕΔ, Τάκη Αθανασόπουλου, ο οποίος πρότεινε να μην πειραχθεί η έως το τέλος της παραχώρησης κατάσταση και να δοθεί σε ιδιώτη το σύνολο των μετοχών ή πλειοψηφικό πακέτο με το δικαίωμα άσκησης μάνατζμεντ στη λήξη αυτής της 12ετούς περιόδου.
Χρυσοχοϊδης: Στα 11 δισ. ευρώ το όφελος από την πώληση
Στο μεταξύ, σύμφωνα με απάντηση του υπουργού Υποδομών σε επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή Δωδεκανήσου της ΝΔ, Εμμανουήλ Κόνσολα για την παραχώρηση των περιφερειακών αερολιμένων, από την συναλλαγή το δημόσιο διασφαλίζει έσοδα 11 δισ. ευρώ. Αυτά αναλύονται ως εξής:
Εφάπαξ τίμημα 1,234 δισ. ευρώ
Ετήσιο μίσθωμα 22,9 εκατ, ευρώ κατ’ έτος που ανέρχεται συνολικά σε 1,2 δισ. ευρώ
Μεταβλητό τίμημα που εκτιμάται σε 5 δισ. ευρώ
Φόρος εισοδήματος 2,5 δισ. ευρώ
Τέλη υπέρ ΥΠΑ 1,2 δισ. ευρώ.
Παράλληλα, ο παραχωρησιούχος θα εκτελέσει επενδύσεις ύψους 1,4 δισ. ευρω. «Οι επενδυτές είναι βέβαιο ότι θα τρέξουν να φέρουν επισκέπτες για να γίνουν κερδοφόρα τα αεροδρόμια και συνεπώς, με δεδομένο ότι οι χρεώσεις θα είναι σταθερές, πιστεύω ότι αυτό το οποίο έγινε με τα περιφερειακά αεροδρόμια, πρέπει να αποτελέσει κι έναν οδηγό για τις πρακτικές μας από δω και πέρα, σε ό,τι αφορά την αξιοποίηση των δημοσίων υποδομών» είπε ο κ. Χρυσοχοϊδης.
«Τα αεροδρόμια μας παραμένουν ανταγωνιστικά και ο τουρισμός δεν θα θιγεί» συμπλήρωσε και τόνισε ότι «θα υπάρξει μέριμνα μέσω του ειδικού τέλους στο εισιτήριο για τη λειτουργία και συντήρηση των μικρών αεροδρομίων της χώρας, των 22 αεροδρομίων, τα οποία δεν εκχωρούνται σε ιδιώτες».
Σύμφωνα με την σύμβαση παραχώρησης, είπε ο υπουργός Υποδομών, οι χρεώσεις των περιφερειακών αεροδρομίων θα είναι 13 ευρώ ανά αναχωρούντα επιβάτη -σήμερα είναι 12,7 ευρώ- έως την αποπεράτωση των έργων αναβάθμισης, που υποχρεούνται να κάνουν οι ιδιώτες μέσα σε τέσσερα χρόνια.
«Στη συνέχεια, αφού ολοκληρωθούν οι επενδύσεις θα ανέρχεται το ανώτατο όριο χρεώσεων σε 18,5 ευρώ ανά αναχωρούντα επιβάτη. Αυτό δεν υπολογίστηκε τυχαία, αλλά με βάση ανάλογες χρεώσεις και κρατήσεις που γίνονται σε αντίστοιχα ανταγωνιστικά αεροδρόμια της περιοχής είτε αυτά ανήκουν στην Ισπανία είτε στην Ιταλία είτε στη γειτονική Τουρκία» τόνισε.
Σύμφωνα με τον κ. Χρυσοχοϊδη, το τέλος εκσυγχρονισμού αεροδρομίων για τα μικρά αεροδρόμια σήμερα είναι 12 ευρώ ανά αναχωρούντα επιβάτη εντός ΕΕ και 22 ευρώ για τρίτες χώρες. Τα τέλη αυτά θα τροποποιηθούν σε 12 ευρώ ανεξαρτήτως προορισμού έως τον Οκτώβριο του 2024. Στη συνέχεια, θα μειωθούν σε 3 ευρώ ανά επιβάτη.
Η PwC σύμβουλος του υπουργείου Υποδομών
Στο μεταξύ, σύμφωνα με έγγραφο του υπουργείου Υποδομών που αναρτήθηκε στην «Διαύγεια», αναλαμβάνει «τεχνικός σύμβουλος υποστήριξης για την ενίσχυση της επιχειρησιακής ικανότητας της ΥΠΑ ως φορέα υλοποίησης συγχρηματοδοτούμενων έργων και φορέα εποπτείας αερολιμένων εντός του νέου πλαισίου αρμοδιοτήτων της» η PwC.
Σύμφωνα με το έγγραφο, «η ανάγκη αυτή ανέκυψε κυρίως ως αποτέλεσμα της επικείμενης αποκρατικοποίησης των κρατικών αεροδρομίων συνεπώς και της διαχείρισης αυτών από ιδιωτικούς φορείς καθώς και το ενδεχόμενο μεταφοράς των αερολιμένων που δεν θα αποκρατικοποιηθούν σε µία νέα δημόσια εταιρία».
«Έτσι, στο πλαίσιο της Νέας Προγραμματικής Περιόδου, η ΥΠΑ θα πρέπει να ανταποκριθεί σε ένα διττό ρόλο. Συγκεκριμένα, η ΥΠΑ θα αποτελέσει τελικό δικαιούχο συγχρηµατοδοτούμενων έργων, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να αναδιοργανωθεί έτσι ώστε να πληροί τα χαρακτηριστικά και τις αρμοδιότητες ενός εποπτικού φορέα αερολιμένων» αναφέρεται. Το έργο θα διαρκέσει τρεις μήνες και η αμοιβή θα φτάσει τις 47.970 ευρώ.
Όπως σημειώνεται στο παράρτημα της απόφασης, «αντικείμενο του έργου είναι η βελτίωση της διαχειριστικής επάρκειας της Υπηρεσίας για την αποτελεσματική υλοποίηση συγχρηματοδοτούμενων έργων», έπειτα από το σχεδιασμό της νέας οργανωτικής και λειτουργικής δομής της ΥΠΑ.