Οι πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα κυριαρχούν και σήμερα στις ιστοσελίδες, αλλά και στα έντυπα τόσο των βελγικών όσο και των ειδικευμένων στα ευρωπαϊκά θέματα μέσων ενημέρωσης. «Το να ζητάει ο Τσίπρας από τους πιστωτές να δώσουν λίγο αέρα στη χώρα του είναι νόμιμο αλλά και θέμα απλής λογικής» επισημαίνει στο σημερινό κύριο άρθρο της η βελγική εφημερίδα La Libre Belgique, όπου, μεταξύ άλλων, αναφέρονται τα εξής:
«Στην ουσία, η ρητορική των πιστωτών της Ελλάδας δεν φαίνεται να έχει διαφοροποιηθεί… Υπενθυμίζουν διαρκώς ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος θα πρέπει να αποπληρωθεί. Σημειώνουμε εν τούτοις ότι ακόμη και τα πλέον αυστηρά κρατη – μέλη της ΕΕ σε θέματα δημοσιονομικής πειθαρχίας, απέφυγαν να κλείσουν την πόρτα σε κάθε συζήτηση πάνω στην αναδιαπραγμάτευση του χρέους. Η Ευρώπη δεν μπορεί, εδώ που τα λέμε, να κάνει σαν αυτές οι εκλογές ήταν σαν μία εκλογή όπως οι άλλες… Οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι αφελείς και γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι εποχές των παχιών αγελάδων δεν είναι για αύριο. Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας δεν το υποσχέθηκε εξάλλου. Στόχος του προγράμματός του είναι να ξαναφέρει κοινωνική δικαιοσύνη και να δημιουργήσει συνθήκες οικονομικής ανάκαμψης με άλλο τρόπο από εκείνο της βίαιας λιτότητας. Το να ζητάει ο Τσίπρας στους πιστωτές να δώσουν λίγο αέρα στη χώρα του νομιμοποιείται και είναι θέμα απλής λογικής… Αυτό δεν σημαίνει ότι οι πιστωτές της Αθήνας πρέπει να ανταποκριθούν σε όλες τις απαιτήσεις του Τσίπρα, χωρίς αντίκρισμα. Αντίθετα, πρέπει να απαιτήσουν από αυτόν μία αμετάκλητη δέσμευση ότι θα καθαρίσει τη χώρα του από τα δεινά της: πελατειακές σχέσεις, διαφθορά, φοροδιαφυγή και αμέλειες».
Στην Ελλαδα αφιερώνει, εξάλλου, το κύριο άρθρο της και η βελγική εφημερίδα Le Soir επισημαίνοντας, μεταξύ άλλων, τα εξής:
«Άραγε, ο εκλογικός θρίαμβος της ριζοσπαστικής αριστεράς και η άνοδος στην εξουσία του ηγέτη της, Αλέξη Τσίπρα, σηματοδοτεί μία “Μεγάλη νύχτα”, την αρχή ενός ριζοσπαστικού κύματος που θα τραντάξει τα θεμέλια και τους κανόνες του πολιτικού και κοινωνικού ευρωπαϊκού μοντέλου; Πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί με τις μεγαλόστομες απαντήσεις, αλλά δεν είναι μάταιο να θέτουμε ερωτήματα που έχουν λίγο αυτό τον χαρακτήρα. Δύο, τουλάχιστον, λόγοι το δικαιολογούν. Το πρώτο είναι ότι είναι σπάνιο, αν όχι πρωτοφανές στην Ευρώπη, ένα ριζοσπαστικό κόμμα, και μάλιστα νέο, να κερδίζει τις εκλογές στο τέλος μιας αστραπιαίας κούρσας μερικών μόλις χρόνων (πολιτικής ύπαρξης). Το δεύτερο είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε αυτό το επίτευγμα, με την υπόσχεση της ουσιαστικής αμφισβήτησης μιας πολιτικής, με την οποία συμμάχησε ολόκληρη η Ευρώπη, σε σημείο να συγχέουμε αυτή την πολιτική με τις θεσμικές δομές που την κατευθύνουν».
Στο έντυπο ευρωπαϊκής ενημέρωσης Agence Europe δημοσιεύεται επίσης άρθρο με τίτλο «Ελλάδα: οι Ευρωπαίοι υπενθυμίζουν τις δεσμεύσεις της».
Το δημοσίευμα επισημαίνει ότι οι Ευρωπαίοι δήλωσαν χθες έτοιμοι να συνεργαστούν με τον Αλέξη Τσίπρα υπενθυμίζοντας ωστόσο στη μελλοντική ελληνική κυβέρνηση τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Αναφέρεται επίσης ότι ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ δήλωσε φλεγματικά ότι δεν είναι «υπερβολικά ανήσυχος» όσον αφορά την Ελλάδα.
Κλείνοντας, το δημοσίευμα αναφέρεται στη δημιουργία κυβερνητικού συνασπισμού μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και των Ανεξάρτητων Ελλήνων και πως αναμένεται η πρώτη παρουσία του Αλέξη Τσίπρα στις Βρυξέλλες στην επόμενη Σύνοδο Κορυφής (12 Φεβρουαρίου). Επιπλέον, απαριθμεί τις προεκλογικές υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ σε κοινωνικό επίπεδο, καθώς και την πρόθεσή του να «πολεμήσει» την «ολιγαρχική φύση» ορισμένων τομέων όπως αυτού των μέσων ενημέρωσης.
Τέλος, το δημοσίευμα επισημαίνει την εκκρεμότητα της προεδρικής εκλογής αναφερόμενο στους πιθανούς υποψηφίους: τον πρώην Πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή και τον Επίτροπο Δημήτρη Αβραμόπουλο.
Στο ίδιο κλίμα η διαδικτυακή πύλη EurActiv δημοσιεύει άρθρο που εκπονήθηκε από το Ευρωπαϊκό Δίκτυο για το Χρέος και την Ανάπτυξη (Eurodad) με τίτλο «Ελληνικές εκλογές: Ώρα η ΕΕ να συζητήσει για το χρέος».
Το άρθρο σημειώνει ότι οι ευρωπαϊκές Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) που ασχολούνται με θέματα χρέους, καλωσορίζουν τα σχέδια του της νέας ελληνικής κυβέρνησης υπό την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να επαναδιαπραγματευθεί το βαρύ φορτίο του ελληνικού χρέους με τους πιστωτές της χώρας. Οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει να αρχίσουν το συντομότερο δυνατό, επισημαίνεται.
Το δημοσίευμα αναφέρει ότι η Ελλάδα έχει πλέον πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα και συνεπώς νέος δανεισμός δεν είναι απαραίτητος. Επιπλέον, όπως επισημαινεται «το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ευρώπης έχει σταθεροποιηθεί και συνεπώς δεν είναι ευάλωτο σε μια αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Οι αντιδράσεις των χρηματοπιστωτικών αγορών στις ελληνικές εκλογές ήταν ασήμαντες, καθώς κανείς δεν φοβάται το αναπόφευκτο, δηλαδή την επαναδιαπραγμάτευση του χρέους της χώρας. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει καμία ανάγκη να χρονοτριβούν οι εταίροι της Ελλάδα προκειμένου να δώσουν μια λύση στο ζήτημα αυτό».
Τέλος στην έντυπη έκδοση του κοινοτικού δελτίου Europolitics δημοσιεύεται κύριο άρθρο με τίτλο «Ελλάδα: μετά τις χαμένες μάχες» και υπότιτλο «Μετά το ενημερωτικό τσουνάμι για τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, η επιστροφή στη realpolitik δεν θα καθυστερήσει», σχολιάζοντας ότι «αναμφίβολα, οι καιροί αλλάζουν», ο αρθρογράφος καταθέτει την άποψη ότι η ήττα για το Βερολίνο και τους συμμάχους του είναι «πικρή».
Τις τελευταίες δεκαπέντε ημέρες, τα «γεράκια» έχασαν τουλάχιστον τρεις μάχες: τη μάχη ενάντια στην ευελιξία του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Τη μάχη ενάντια στον Ντράγκι και το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Και τέλος, στις 25 Ιανουαρίου, οι οπαδοί της λιτότητας έχασαν στην Ελλάδα το επικοινωνιακό παιχνίδι μετά και την καθαρή νίκη της ριζοσπαστικής αριστεράς. Δυστυχώς, τόσο για τους Έλληνες όσο και για τους Ευρωπαίους, η ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Αλέξη Τσίπρα δεν αλλάζει τίποτα: το χρέος της χώρας παραμένει μη βιώσιμο. Από τη μια πλευρά, η Αθήνα θα πρέπει να σεβαστεί μέρος των δεσμεύσεων της. Από την άλλη, οι δανειστές θα πρέπει να «βάλουν το χέρι στο πορτοφόλι». Μεταξύ της δικαιολογημένης δυσαρέσκειας των λαών και της αναγκαίας συνοχής της ευρωζώνης, κανείς δεν έχει μπροστά του πραγματικές επιλογές πέραν του να ξαναβυθιστούμε σε μια κρίση με απρόβλεπτες συνέπειες. Ωστόσο, η ελληνική περίπτωση θέτει ξανά στο επίκεντρο του ευρωπαϊκού διαλόγου την ολοκλήρωση του συστήματος διακυβέρνησης της ευρωζώνης. Μιας διακυβέρνησης που βρίσκεται σε εμβρυϊκό στάδιο και έχει εμπλουτιστεί τα τελευταία χρόνια της κρίσης. Μιας διακυβέρνησης που πρέπει αργά ή γρήγορα να εδραιωθεί σε δημοκρατικές αρχές, καταλήγει ο αρθρογράφος.