Επείγοντα μέτρα χαρακτηρίζει η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος την αποκατάσταση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων και τον εξορθολογισμό και τον εκσυγχρονισμό του προγράμματος των Δημοσίων Επενδύσεων.
Λίγες ώρες πριν η Κυβέρνηση λάβει ψήφο εμπιστοσύνης, η ΓΣΕΒΕΕ σε ανακοίνωσή της σημειώνει ότι “εύχεται και ελπίζει οι διαπραγματεύσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους να έχουν αίσια έκβαση ώστε να υλοποιηθούν τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν, τα οποία είναι αναγκαία όχι μόνο για την μη περαιτέρω επιδείνωση της ανθρωπιστικής κρίσης αλλά και για την επανεκκίνηση της οικονομίας σε μια τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης”.
Στο πλαίσιο αυτό η ΓΣΕΒΕΕ στέκεται σε δύο επιμέρους σημεία των προγραμματικών δηλώσεων. Το πρώτο αναφέρεται στην αποκατάσταση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, της επεκτασιμότητας, της μετενέργειας, του θεσμού της διαιτησίας καθώς και την κατάργηση της ηλικιακής διάκρισης ως προς το ύψος του κατώτατου μισθού. Η ΓΣΕΒΕΕ καθώς και οι λοιποί κοινωνικοί εταίροι, όπως υπενθυμίζει, είχαν εκφράσει σε υψηλούς τόνους τον Ιανουάριο του 2012 στον τότε πρωθυπουργό Λ. Παπαδήμο την αντίθεσή τους για την κατάργηση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων καθώς και για τον μονομερή προσδιορισμό – τη μείωση δηλαδή – του κατώτατου μισθού. Με την αποκατάσταση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων η ΓΣΕΒΕΕ δηλώνει ότι θα συνεργαστεί με τους λοιπούς κοινωνικούς εταίρους αλλά και με την κυβέρνηση για την αποκατάσταση των απωλειών στις αποδοχές των εργαζομένων, λαμβάνοντας σε κάθε περίπτωση υπόψη και τις «αντοχές» των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Το δεύτερο σημείο αναφέρεται στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων αλλά και στην προσπάθεια που θα καταβάλει η Ελληνική Κυβέρνηση – σε συνεργασία με τις κυβερνήσεις της Ιταλίας και της Γαλλίας – ώστε το έλλειμμα του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων να εξαιρείται από το συνολικό δημοσιονομικό έλλειμμα αλλά και από τις ρήτρες του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Το σημείο αυτό ανταποκρίνεται σε αίτημα της ΓΣΕΒΕΕ που είχε διατυπωθεί για πρώτη φορά το καλοκαίρι του 2010 και στην τότε Κυβέρνηση αλλά και στους εκπροσώπους της Τρόικα. Η ανάγκη για την ενίσχυση των Δημοσίων Επενδύσεων ως απαραίτητης συνθήκης για την επανεκκίνηση της οικονομίας και την κατεύθυνση της σε μια τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης προκύπτει από δύο ιστορικά δεδομένα. Πρώτον, ποτέ στη ιστορία η οριστική έξοδος από μία βαθειά ύφεση δεν επιτεύχθηκε μόνο με τις ιδιωτικές επενδύσεις. Ιδιαίτερα στη σημερινή συγκυρία και με δεδομένη την προϊούσα χρηματιστικοποίηση των οικονομιών οι ιδιωτικές επενδύσεις έχουν κατά κανόνα βραχυπρόθεσμο ορίζοντα και ακολουθούν πορεία ομόρροπη προς τον οικονομικό κύκλο, οι ιδιωτικές επενδύσεις από μόνες τους δεν εξασφαλίζουν μία βιώσιμη ανάπτυξη. Το δεύτερο ιστορικό δεδομένο συνάγεται εύκολα από το ρόλο που έχουν εδώ και σαράντα χρόνια διαδραματίσει οι δημόσιες επενδύσεις στη συνολική δημοσιονομική πολιτική στην Ελλάδα. Εξαιτίας της υπανάπτυξης του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων στην Ελλάδα – υπανάπτυξη που εκδηλώνεται κατ’ έτος από τον ίδιο τον τρόπο ψήφισής του – οι δημόσιες επενδύσεις ποτέ δεν υπήρξαν εργαλείο αντικυκλικής πολιτικής. Ειδικότερα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις οι δημόσιες επενδύσεις μπορούν να επιτρέψουν τη διεύρυνση του επιχειρηματικού τους ορίζοντα και με τον τρόπο αυτό να δώσουν τη δυνατότητα να σχηματισθούν οικονομίες κλίμακας.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ